Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2013

Η βλασφημία…

Η βλασφημία…



Ο Ιερός Ναός του Αγίου Αχιλλείου και ο οποίος ήταν για πέντε αιώνες ο Μητροπολιτικός Ναός της Πρέσπας, βρίσκεται δε στο νησάκι στη Μικρή Πρέσπα

Μητροπολίτου πρ. Φλωρίνης κ.κ Αυγουστίνου (Καντιώτου)


Κάθε άνθρωπος, αγαπητοί μου, κάθε άνθρωπος έχει ενα όνομα. Με το όνομά του είνε γνωστός στην κοινωνία και ξεχωρίζει από τους άλλους ανθρώπους σαν ενα ιδιαίτερο πρόσωπο. Έχει δε την αξίωσι οι άλλοι να τον τιμούν και να τον υπολήπτωνται. Χαίρεται, όταν τον επαινούν, λυπάται, όταν ακούη κατηγορίες, βρισιές και συκοφαντίες. Το όνομά του θέλει να στέκεται πολύ ψηλά. Εχθρό κάνει κάθε ένα που προσβάλλει την τιμή του ονόματός του η των φίλων του και των συγγενών του. Γιατί χωρίς καλό όνομα, χωρίς τιμή και υπόληψι πώς μπορεί να ζήση μέσα στην κοινωνία; Μια παροιμία του λαού λέει: «Κάλλιο να βγή το μάτι σου, παρά το όνομά σου».
Οι άνθρωποι είνε τόσο ευαίσθητοι στο ζήτημα της τιμής του ονόματός τους, ώστε μπορεί να κάνουν και έγκλημα. Και αν δεν κάνουν έγκλημα, μηνύουν στα δικαστήρια αυτόν πού τους προσβάλλει. Άκουσα κάποιον να λέη σε άλλον πού έβριζε: Πρόσεξε τη γλώσσα σου. Δεν είσαι άξιος να αναφέρης το όνομα της μάνας μου. Πρέπει να πλύνης πρώτα το στόμα σου με ροδόσταμο και έπειτα να προφέρης το όνομα των γονέων μου…
Αλλά γιατί τα λέμε αυτά; Υπάρχει λόγος. Και ο λόγος αυτός είνε ότι, ενώ δεν επιτρέπουμε σε κανέναν να βρίση το όνομα του πατέρα ή της μητέρας μας, εν τούτοις οι πιο πολλοί από μας, για να μην πώ όλοι, ακούμε με την πιο μεγάλη αδιαφορία τους άλλους να βρίζουν ένα όνομα κατά πάντα σεβαστό, ένα όνομα τίμιο, τιμιώτατο, ένα όνομα πού είνε πάνω απ΄ όλα τα ονόματα. Και αυτό είνε το όνομα του Θεού, το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χρίστου, του αληθινού Θεού και σωτήρος μας. Αυτό το όνομα βλαστημούν και βρίζουν χιλιάδες άνθρωποι κάθε μέρα στους δρόμους, στις πλατείες, στα σπίτια, στα εργοστάσια, στις αυλές των σχολείων, στους στρατώνες, στα αυτοκίνητα, στα τραίνα, στα πλοία και στα αεροπλάνα. Παντού, όπου ζουν και κινούνται άνθρωποι, θα βρεθούν άτομα, πού για οποιαδήποτε αφορμή, μικρή και ασήμαντη, θ΄ ανοίξουν τα βρωμερά τους στόματα και θα βγάλουν σκορπιούς και φίδια, λέξεις δηλαδή πού προσβάλλουν το όνομα του Χρίστου. Και δεν βρίζουν μόνο το όνομα του Χρίστου, αλλά και το όνομα της Υπεραγίας Θεοτόκου και όλων των αγίων. Βλαστημούν ακόμη τον τίμιο σταυρό, την ιερή κολυμβήθρα, το άγιο δισκοπότηρο και ότι άλλο όσιο και ιερό έχει η θρησκεία μας.
Σ’ αυτούς πού έχουν την κακή συνήθεια να βλαστημούν, στον καθένα απ΄ αυτούς στρεφόμεθα και λέμε:
Βλαστημάς; Χριστιανός δέν είσαι.
Γιατί ο χριστιανός έμαθε να σέβεται το όνομα του Θεού, να το αγαπά και να το λατρεύη και να προτιμά να θανατωθή παρά να βλαστημήση το άγιο όνομα του Θεού. Πόσοι μάρτυρες δεν ύπέμειναν φρικτά μαρτύρια, γιατί δεν θέλησαν να βρίσουν το Χριστό!
Βλαστημάς; Άνθρωπος δεν είσαι. Γιατί κανένας άνθρωπος, πού έχει μέσα του μια σπίθα θρησκευτικότητος, δεν βλαστημάει αυτό πού λατρεύει. Αν πάς στους αγρίους και βλαστημήσης το θεό πού λατρεύουν, οι άγριοι θα ορμήσουν πάνω σου και χίλια χέρια θα σε κάνουν κομμάτια, γιατί οι άγριοι δεν επιτρέπουν σε κανένα να κοροϊδεύη τη θρησκεία τους.
Βλαστημάς; Ούτε ζώο δεν είσαι. Γιατί τα ζώα αναγνωρίζουν και αγαπούν το αφεντικό τους πού τα ταΐζει. Ένα κόκκαλο αν ρίξης στο σκυλί, το σκυλί δεν εχει γλώσσα να σου πή ευχαριστώ, αλλά κουνάει την ουρά του και έτσι εκδηλώνει την ευχαριστία και την ευγνωμοσύνη του. Μόνο το λυσσασμένο σκυλί δεν γνωρίζει το αφεντικό του και το δαγκώνει. Σαν το λυσσασμένο σκυλί είνε ο βλάσφημος. Βλαστημά, δαγκώνει με τη γλώσσα του τον ευεργέτη του, το Χριστό.
Βλαστημάς; Είσαι χειρότερος και από το Διάβολο. Γιατί ο Διάβολος ακούει το όνομα του Θεού και τρέμει. Ο ίδιος δεν βλαστημάει, βάζει άλλους να βλαστημούν το άγιο όνομα του Θεού.
Βλέπεις, άνθρωπε, πόσο χαμηλά πέφτεις, όταν βλαστημάς το Χριστό; Και μή νομίσης ότι για τις βλαστήμιες που λες θα μείνης ατιμώρητος. Η δικαιοσύνη του Θεού αργεί, αλλά δεν λησμονεί. Θα έρθη ώρα που θα τιμωρηθής. Έχουμε πολλά παραδείγματα ανθρώπων που βλαστημούσαν και τιμωρήθηκαν στον κόσμο αυτόν. Τιμωρήθηκαν, για να παραδειγματισθούν οι άλλοι και να πάψουν να βλαστημούν το όνομα του Θεού. Ας αναφέρουμε δυο παραδείγματα.
Το ένα: Ένας μυλωνάς, επειδή δεν φυσούσε αέρας για να κίνηση τον ανεμόμυλο, έπεσε ανάσκελα και με τα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών του μούντζωνε το Θεό. Δεν πέρασαν πολλές ώρες και ο ουρανός γέμισε από μαύρα σύννεφα, άστραφτε και βροντούσε, και ένας κεραυνός έπεσε πάνω στο μύλο του και τον έκαψε. Το άλλο παράδειγμα: Ένας στρατιώτης βλάστημος στον πόλεμο, παρ΄ όλες τις συμβουλές των αξιωματικών και των συναδέλφων του στρατιωτών, εξακολουθούσε να βλαστημάη. Αλλά μόλις άρχισε η μάχη, μια εχθρική σφαίρα ήλθε και σφράγισε το στόμα του για πάντα. Ο στρατιώτης έμεινε νεκρός. Η μάχη συνεχίστηκε. Όταν τέλειωσε, τον έθαψαν. Την άλλη μέρα όμως μια οβίδα από τα εχθρικά πυροβόλα ήρθε ακριβώς πάνω στον τάφο του, άνοιξε λάκκο και έκανε κομμάτια το κορμί του…
Πόσο κακό κάνει η βλαστήμια! Όσοι ξένοι έρχονται στην Ελλάδα και ακούνε τους Έλληνες να βλαστημούν, απορούν γι΄ αυτό που γίνεται στον τόπο μας. Ένας Τούρκος -πάνε χρόνια τώρα- είχε διαβάσει το Ευαγγέλιο και είδε ότι το Ευαγγέλιο είνε ασύγκριτα ανώτερο από το Κοράνιο. Ο Τούρκος αποφάσισε να γίνη χριστιανός. Έφυγε από την Τουρκία και ήρθε στην Ελλάδα, για να βαπτιστή και να γίνη χριστιανός. Αλλά μόλις βγήκε από το πλοίο, άκουσε στην προκυμαία τέτοιες βλαστήμιες, που έφριξε, και άλλαξε γνώμη και προτίμησε να γυρίση πάλι στην πατρίδα του, όπου οι πατριώτες του δεν βλαστημάνε τον Αλλάχ.
Ω, τί κακό κάνει η βλαστήμια!
Αγαπητοί μου χριστιανοί! Η αγία μας Εκκλησία στις 27 Ιανουαρίου γιορτάζει την ανακομιδή των λειψάνων του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Αυτός ο άγιος, που ήταν ο μεγαλύτερος κήρυκας της Χριστιανοσύνης, αγαπούσε το Χριστό και δεν ήθελε να ακούη ούτε μια βλαστήμια. Σε μια φλογερή ομιλία του εναντίον της βλαστήμιας λέει, ότι αμαρτάνει όχι μόνο αυτός που βλαστημάει, αλλά και αυτός που ακούει βλαστήμιες και δεν διαμαρτύρεται. Ακούς, λέει ο ιερός Χρυσόστομος, κάποιον να βλαστημάη; Πλησίασε τον, συμβούλεψε τον μιά, δυό, τρεις φορές. Αν εξακολούθηση να βλαστημάη δημοσίως το όνομα του Θεού, τότε μή φανής αδιάφορος. Έχεις χέρια; Χτύπησε τον στο πρόσωπο. Χέρι που θα χτυπήση βλάστημο, θ΄ αγιάση.
Αυτά λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Αλλ΄ εμείς δεν είμαστε άγιοι Χρυσόστομοι, για να δώσουμε μια τέτοια συμβουλή, να χτυπάνε και να δέρνουν οι χριστιανοί τους βλαστήμους. Οι δυστυχισμένοι αυτοί άνθρωποι, οι περισσότεροι απ΄ αυτούς, δεν άκουσαν λόγο Θεού. Στο σκοτάδι ζουν. Μεσάνυχτα έχουν. Αν ξυπνήσουν, αν δουν το φώς, θ΄ αλλάξουν. Γι΄ αυτό, αγαπητοί μου, σας παρακαλώ πολύ, πλησιάστε αυτούς πού βλαστημούν και προσπαθήστε με τις συμβουλές σας και προ παντός με το καλό σας παράδειγμα να τους πείσετε να πάψουν να βλαστημούν το όνομα του Θεού. Πρέπει να το κάνετε, να το κάνουμε όλοι μας. Είνε καθήκον μας ιερό.
Η Μητρόπολις Φλωρίνης τύπωσε χιλιάδες αντιβλασφημικές πινακίδες. Όποιος θέλει ας ζήτηση να πάρη. Και το άρθρο αυτό, που ακούς ή διαβάζεις, σε παρακαλώ να το δώσης στους βλαστήμους να το διαβάσουν. Ποιος ξέρει; ίσως κι΄ αυτοί μετανοήσουν. Είθε όλοι μας να δουλέψουμε με ζήλο, για να σβήση από την πατρίδα μας το αίσχος αυτό, που λέγεται βλαστήμια.


Πηγή: Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου, Κοινωνικοί πληγαί, σελ. 26-30

Ο σύγχρονός κόσμος και η σχέση του προς τον άνθρωπο. (Γερ. Σωφρονίου)

Ο σύγχρονός κόσμος και η σχέση του προς τον άνθρωπο. (Γερ. Σωφρονίου)


Τί συμφορά να ζούμε σε παρόμοιες μεταβατικές εποχές! Πολλά εκατομμύρια ανθρώπων υποφέρουν σε όλη τους τη ζωή. Όλη η ιστορία της ανθρωπότητας είναι εφιαλτική με αδιάκοπους αδελφοκτόνους πολέμους. Και μέχρι σήμερα -συγχωρήστε με για την έκφραση- η ανθρωπότητα παραμένει, όπως και προηγουμένως, άγρια και αιμοδιψής, βίαια και εγκληματική. Τα άγια λόγια, «οι πραείς κληρονομήσουσι την γην», αναμφίβολα θα πραγματοποιηθούν σε κάποια απροσδιόριστη ακόμη στιγμή, αλλά για την ώρα τρόμος και φρίκη. Η φρίκη αυτή αυξήθηκε στην εποχή μας, γιατί σε κάθε στιγμή ολόκληρη η Γη γνωρίζει λίγο πολύ όλα τα γεγονότα που είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία εγκληματικά και ζοφώδη.
Ωστόσο θα ελπίζουμε πέρα από κάθε ελπίδα ότι θα διευθετηθεί η συνάντησή μας πριν από το τέλος της εδώ παραμονής μας…
Η συνάντησή σου με την Ν., από όσο μπορώ να κρίνω. ήταν και ευχάριστη και σημαντική για όλους σας. Ασφαλώς αυτή γνώριζε ότι ζεις φτωχικά, και από αυτήν την άποψη δεν περίμενε τίποτε. Το κύριο είναι η ειρηνική επικοινωνία ανοικτών ψυχών με αγάπη και εμπιστοσύνη. Για τον καιρό μας αυτό είναι μεγάλο πράγμα. Ήδη κατά τη δεκαετία του 1930 ο Μπερντιάγιεφ έλεγε ότι κατά το μέτρο της τελειοποιήσεως του κοινωνικού συστήματος η προσωπική επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων γίνεται ολοένα σπανιότερη, και συνεπώς πιο πολύτιμη. Η επικοινωνία σχεδόν παντού οικοδομείται πάνω σε πολιτική ή επαγγελματική βάση (εμπόριο, βιομηχανία και τα όμοια), σπανιότερα πάνω σε βάση κοινών πνευματικών ενδιαφερόντων, και ακόμη σπανιότερα είναι απλώς επικοινωνία ανθρώπου με άνθρωπο. Γράφεις ότι η Ν. είναι «εξαιρετικός άνθρωπος. Σε όλους αρέσει, έχει την ασυνήθιστη ικανότητα να δημιουργεί κάποια ιδιαίτερη ψυχική επαφή με τους ανθρώπους από την πρώτη συνάντηση. Τους κατακτά όλους».
Το μυστικό των «κατακτητικών δυνάμεών» της έγκειται στο ότι καλλιέργησε στον εαυτό της, από τον καιρό της εμβαθύνσεώς της στη χριστιανική έννοια των πραγμάτων, τη συμπεριφορά προς τον κάθε άνθρωπο ως προς ανεπανάληπτη αιώνια αξία, απολύτως αναντικατάστατη με την πιο σοβαρή έννοια του λόγου αυτού. Ο άνθρωπος δεν είναι απλώς η “κορωνίδα” του ζωικού βασιλείου, γι’ αυτό και δεν επιτρέπεται, είναι εγκληματικό να τον αριθμοποιούμε (ένας, δύο, τρεις, χίλιοι, εκατομμύρια κλπ.). Ο άνθρωπος δεν πεθαίνει με την έννοια της πλήρους εκμηδενίσεως. Το πνεύμα του μεταβαίνει σε άλλη σφαίρα του Είναι. Μετάβαση από τη μία μορφή υπάρξεως σε άλλη, ατε­λεύτητα μεγαλειωδέστερη. Να τί είναι ο θάνατος.
Η ίδια η Ν. εκφράζεται ως εξής: «Η φιλία πρέπει να είναι σαν χάρη. όχι απαιτητική, απλή, με σταθερή ετοιμότητα να δίνει και με την ίδια απλότητα να λαμβάνει…». «Η προσέγγιση του ανθρώπου πρέπει να γίνεται έξω από κάθε ιδιοτέλεια κατωτέρου επιπέδου, ώστε να διεγείρει σε αυτόν την έκφραση των καλυτέρων ποιοτήτων του και όχι των χειρότερων. Η εμπιστοσύνη, η φιλία, η αγάπη οδηγούν σε αυτό το είδος επικοινωνίας. Η δυσπιστία, η καχυ­ποψία, η δυσαρέσκεια, η επιδίωξη καριέρας, η ιδιοτέλεια προκαλούν αντιθέτως την αλλοτρίωση και σε τελική ανάλυση τους πολέμους. Αυτά είναι η μακραίωνη κατάρα, που βαραίνει ολόκληρη την ανθρωπότητα». Αυτή προσευχήθηκε πολύ και προσεύχεται. Αγωνίζεται να ζήσει χριστιανικά και όχι σύμφωνα με τον ζωώδη νόμο της γήινης υπάρξεως. Τέτοια προσέγγιση των ανθρώπων στον κόσμο μας συνδέεται με την διακινδύνευση να γίνει κάποιος θύμα της εμπιστοσύνης και να “χάσει”. Αλλά κατά τη χριστιανική προσέγγιση προς τους ανθρώπους η ζωή παίρνει άλλον χαρακτήρα, ανθρώπινο, ακόμη και ανώτερο από αυτόν, θεϊκό. Συνεπώς το κέρδος είναι ασυγκρίτως μεγαλειωδέστερο από την απώλεια.
Τον τελευταίο καιρό ασχολήθηκα με τη μετάφραση του βιβλίου «Ο Γέρων Σιλουανός» στα ελληνικά. Και πάλι έπρεπε να ζω τον κάθε λόγο προσεκτικά. Η διδαχή του πραγματικά στρέφεται προς τον άνθρωπο, την ομοίωση με τον Θεό, δηλαδή είναι αυθεντικά χριστιανική. Η Ν. αγαπά τον Γέροντα Σιλουανό.
Και εσύ να στρέφεσαι συνεχώς προς τον λόγο του, για να εννοήσεις πραγματικά τον λόγο αυτό της ζωής. Τότε οι ασθένειές σου θα λάβουν άλλον χαρακτήρα και θα τις εκμεταλλευθείς για «κρείττονα ανάβασιν». Οι άνθρωποι δεν μπορούν να αγαπήσουν με πραγματική αγάπη τον Χριστό. Αυτοί, σαν τα ζώα, αγαπούν μόνο εκείνους που τους πλησιάζουν με τα ίδια ζωώδη “αισθήματα”. Αυτή λοιπόν η “ζωώδης” αγάπη υπαγορεύεται από την προκαθορισμένη κοσμική διαδικασία της φυσικής ζωής. Η αγάπη όμως του Χριστού αγκαλιάζει όλο τον κόσμο σε όλες τις διαστάσεις του μέσα στον χώρο και τον χρόνο του, δηλαδή στους αιώνες που πέρασαν και σε αυτούς που ακόμη έρχονται. Για την αγάπη αυτή είναι απόλυτα αναγκαίο να νικήσουμε την υπερηφάνεια που μας «εμποδίζει να αγαπάμε». Και όταν ταπεινωνόμαστε, καταδικάζοντας τον εαυτό μας και μόνο τον εαυτό μας, τότε δεν υπάρχει σε μας αμαρτία, και με τον τρόπο αυτό παρέχεται η δυνατότητα στο Άγιο Πνεύμα να ενεργήσει μέσα μας. Και αν αυτό το Άγιο Πνεύμα έρθει στην ψυχή, τότε η νίκη επάνω στον θάνατο γίνεται οφθαλμοφανέστερη από την υλική πραγματικότητα του φθαρτού αυτού κόσμου. Τότε όλα όσα φαίνονται στον άνθρωπο-ζώο αδύνατα, ανόητα, ολέθρια κλπ. παρουσιάζονται ως το αληθινό νόημα, η σοφία, η δικαιοσύνη, ως ενιαία αυθεντική ζωή, έξω από τη φθορά, από το σκοτάδι, και απ’ όλα εκείνα τα κακά, με τα οποία καταστρέφεται η ανθρωπότητα.
Συνεπώς, να δώσει σε σένα ο Κύριος από το Πνεύμα Αυτό, ώστε όλοι να φθάσουμε στο τέλος της ζωής μας Εκείνον, που αγάπησε η ψυχή από τα νεανικά χρόνια. Εκείνο το Φως, έξω από το οποίο υπάρχει η αδιέξοδη τραγωδία του εξώτερου σκότους.
 
(Αρχ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, «Γράμματα στη Ρωσία» – επιστολή 47, αποσπάσματα. Εκδ. Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου –Έσσεξ, σ.216-219)

Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

π. Σεραφείμ Ρόουζ: Τί μπορούμε να κάνουμε για τους κεκοιμημένους

π. Σεραφείμ Ρόουζ: Τί μπορούμε να κάνουμε για τους κεκοιμημένους;





π. Σεραφείμ Ρόουζ (1931-1982)


 Το ακόλουθο περιστατικό μας δείχνει πόσο σημαντική είναι η τέλεση μνημόσυνου στη θείου λειτουργία πριν την αφαίρεση των λειψάνων του αγ. Θεοδοσίου του Τσερνίγκωφ(1896), ο φημισμένος Στάρετς Αλέξιος (1916), ιερομόναχος του Ερημητηρίου του Γκολοσεγιέφσκυ της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, ο οποίος διεξήγαγε την ανακομιδή των λειψάνων, αποκαμωμένος καθώς καθόταν δίπλα στα λείψανα, λαγοκοιμήθηκε και είδε μπροστά του τον άγιο, ο οποίος του είπε: « Σ’ ευχαριστώ που κοπιάζεις για μένα και σε παρακαλώ θερμά, όταν τελέσεις τη θεία λειτουργία, να μνημονεύσεις τους γονείς μου» - και έδωσε τα ονόματά τους.
«Πώς μπορείς εσύ, ω Άγιε, να ζητάς τις δικές μου προσευχές, όταν εσύ ο ίδιος στέκεσαι στον ουράνιο Θρόνο και ικετεύεις το Θεό να δωρίσει στους ανθρώπους το έλεός Του»; ρώτησε ο ιερομόναχος.
«Ναι, αυτό είναι αλήθεια», απάντησε ο άγιος Θεοδόσιος, «αλλά η προσφορά στη θεία λειτουργία έχει περισσότερη δύναμη από την προσευχή μου».
Έτσι λοιπόν, οι παννυχίδες και η κατ’ οίκον προσευχή για τους νεκρούς είναι ευεργετικές για την ψυχή τους, όπως εξάλλου είναι και οι εις μνήμην τους αγαθοεργίες, όπως ελεημοσύνες ή συνεισφορές στην εκκλησία. Όμως ιδιαιτέρως ευεργετική είναι η τέλεση μνημόσυνου στην Θεία Λειτουργία…πολλές εμφανίσεις νεκρών και άλλα περιστατικά τα οποία έχουν σημειωθεί επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο. Πολλοί άνθρωποι που πέθαναν εν μετανοία, αλλά που δεν μπόρεσαν να εκφράσουν έμπρακτα τη μετάνοιά τους όσο ζούσαν, ελευθερώθηκαν από τα μαρτύρια και βρήκαν ανάπαυση. Στην Εκκλησία πάντοτε προσφέρονται προσευχές υπέρ αναπαύσεως των νεκρών, και μάλιστα την ημέρα της Καθόδου του Αγίου Πνεύματος, στον εσπερινό της γονυκλισίας, υπάρχει μία ειδική ευχή «για τους ευρισκομένους στον άδη».


Οι προσευχές της Εκκλησίας δεν μπορούν να σώσουν τον οιονδήποτε δεν επιθυμεί τη σωτηρία του, ή αυτόν που ποτέ δεν αγωνίστηκε ο ίδιος να την κατακτήσει κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Κατά μία έννοια, θα μπορούσε να πούμε ότι οι προσευχές της Εκκλησίας ή του κάθε χριστιανού ξεχωριστά για κάποιο νεκρό δεν προκύπτουν παρά ως αποτέλεσμα του τρόπου ζωής του: κανείς δεν θα προσευχόταν γι’ αυτόν εάν δεν είχε κάνει κάτι όσο ζούσε που να εμπνέει μία τέτοια προσευχή μετά το θάνατό του.
Ο καθένας από εμάς που επιθυμεί να εκφράσει την αγάπη του για τους νεκρούς και να τους βοηθήσει ουσιαστικά, μπορεί να το επιτύχει προσευχόμενος υπέρ των ψυχών τους, και ειδικότερα μνημονεύοντας αυτούς στη Θεία Λειτουργία, όταν οι μερίδες που αποκόπτονται για ζώντες και νεκρούς αφήνονται να πέσουν μέσα στο Αίμα του Κυρίου με τις λέξεις: «Απόπλυνον Κύριε τα αμαρτήματα των ενθάδε μνημονευθέντων δούλων σου τω Αίματί σου τω Αγίω….».
Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε καλύτερο ή σπουδαιότερο για τους κεκοιμημένους από το να προσευχόμαστε γι’ αυτούς, προσφέροντάς τους μνημόσυνο στη Θεία Λειτουργία. Το έχουν πάντα ανάγκη, ειδικά κατά τη διάρκεια εκείνων των σαράντα ημερών όπου η ψυχή του απελθόντος πορεύεται προς τις αιώνιες κατοικίες…
Αξίζει λοιπόν να φροντίσουμε γι’ αυτούς που έφυγαν για τον άλλο κόσμο πριν από εμάς, προκειμένου να κάνουμε ότι μπορούμε για τις ψυχές τους, ενθυμούμενοι ότι: « Μακάριοι οι ελεήμονες, ότι αυτοί θα ελεηθούν».


από το βιβλίο: "Η ψυχή μετά τον Θάνατο"
π. Σεραφείμ Ρόουζ
Εκδ: Μυριόβιβλος
πηγή

π. Συμεών Κραγιόπουλος: "Χριστούγεννα"

π. Συμεών Κραγιόπουλος: "Χριστούγεννα"



Εξαρτάται από μας, εάν θα γίνουμε κοινωνοί όλων αυτών που έχουμε μέσα στη λατρεία, μέσα στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Τα θεία πράγματα δεν μπορεί κανείς να τα πλησιάζει όπως όπως. Και μακριά κανείς να είναι από τα θεία πράγματα είναι κακό μεγάλο και κοντά να είναι, εάν δεν είναι όπως πρέπει, είναι επίσης κακό.
Ο Θεός έπλασε τον Αδάμ με σκοπό να γίνει όμοιος με τον Θεό, και ο Αδάμ τα έκανε θάλασσα. Το ζήτησε να γίνει όμοιος με τον Θεό αλλά έτσι όπως το ζήτησε, όχι μόνο δεν το έλαβε, αλλά έπεσε υπό την εξουσίαν του διαβόλου. Δεν έπεσε απλώς στην αμαρτία, αλλά και υπό την έξουσίαν του διαβόλου.
Ο Θεός γίνεται άνθρωπος, για να γίνει θεός ο άνθρωπος
Απόψε γιορτάζουμε τη Γέννηση του Χριστού, την ενανθρώπηση του Χριστού. Στο γεγονός αυτό φαίνεται η αγάπη του Θεού, η συγχωρητικότητα του Θεού. Δεν απεστράφη ο Θεός τον άνθρωπο, το γένος του Αδάμ, καίτοι είχε πει «ᾗ δ' ἄν ἡμέρα φάγητε ἀπ΄ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε». Φυσικά έτσι έγινε, αλλά δεν εγκατέλειψε τον άνθρωπο εκεί στον θάνατό του. Δεν αφήνει εύκολα το δημιούργημά του ο Θεός. Όσα λάθη κι αν κάνει, δεν το αφήνει εύκολα. Όταν εξαντληθεί κάθε ελπίδα, τότε το εγκαταλείπει· κι αλίμονο σ' αυτούς που θα εγκαταλείψει ο Θεός.
Έρχεται λοιπόν ο ίδιος ο Χριστός ως άνθρωπος, για να κάνει πάλι τον άνθρωπο θεό. Θα λέγαμε, η ενέργεια αυτή του Θεού, η πράξη αυτή του Θεού είναι κάτι πολύ πολύ περισσότερο από εκείνο που έκανε την πρώτη φορά. Τότε απλώς έπλασε τον άνθρωπο, τον Αδάμ, και τον κάλεσε ο Θεός να γίνει όμοιός του. Τώρα ο Θεός γίνεται άνθρωπος, για να κρυφτεί ο άνθρωπος μέσα στον άνθρωπο-Θεό και να γίνει θεός. Όμως και τώρα τα πράγματα δεν μπορούν να δουλέψουν κατά μαγικό τρόπο. Είναι μεγάλη η ευθύνη που φέρει ο άνθρωπος· πολύ μεγάλη. Ο Θεός έκανε τον άνθρωπο ον λογικό, ον με ελευθέρα βούληση, ον που μπορεί να σκεφθεί σοβαρά και να ενεργεί σοβαρά, να υπάρχει υπεύθυνα, να ενεργεί υπεύθυνα, και κάνει μεγάλο λάθος εκείνος ο οποίος ανεύθυνα ζει, πρόχειρα ζει, επιπόλαια ζει, σαν να παίζει με τον Θεό.

Έγινε ο Χριστός άνθρωπος και τον άνθρωπο αυτό Χριστό τον έχουμε μέσα στη λατρεία, μέσα στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Και αυτή την ημέρα -εμείς κάνουμε αγρυπνία, οι άλλοι ναοί θα κάνουν το πρωί την όλη ακολουθία- τρέχουν λίγο-πολύ οι πιστοί στην εκκλησία, για ν' ακούσουν καταρχήν όλα αυτά τα οποία θα ψαλούν, για να προσευχηθούν, για να έλθουν σε κάποια κοινωνία, σε κάποια σχέση με τον Θεό. Και θα έλεγε κανείς κυρίως τρέχουν οι χριστιανοί αυτή την ημέρα, όπως και το Πάσχα, για να κοινωνήσουν.


Μελετάμε τι σημαίνει να παίρνουμε το σώμα και το αίμα του Χριστού μέσα μας;
Γιατί έγινε άνθρωπος ο Θεός; Για να τον πάρουμε μέσα μας και να γίνουμε ό,τι είναι αυτός. Γιατί ο Χριστός άφησε το μυστήριο αυτό της Θείας Ευχαριστίας και μας είπε να κοινωνούμε του σώματός του και του αίματός του; Ακριβώς για να παίρνουμε μέσα μας τον Χριστό με τη Θεία Κοινωνία. Και φυσικά αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα την κάθαρση του ανθρώπου, τη σωτηρία, τη θέωση του ανθρώπου.

Επομένως, όταν κανείς, έστω αυτή την ημέρα, τρέχει στην εκκλησία, για να ωφεληθεί απ' όσα θ' ακούσει, για να προσευχηθεί και να κοινωνήσει, καταρχήν κάνει καλά. αλλά το θέμα είναι, πώς το κάνει αυτό; Ο Αδάμ ζήτησε να γίνει θεός. Τι άλλο καλύτερο; Έτσι τον έφτιαξε ο Θεός. να έχει δηλαδή μέσα του αυτή την τάση, αυτή την ορμή, αυτή την κίνηση να ομοιάσει με τον Θεό. Αλλά το έκανε όμως πολύ πολύ διαφορετικά απ΄ ό,τι ο Θεός ήθελε και γι' αυτό ο Αδάμ, όπως είπαμε, όχι απλώς έπεσε, αλλά ευρέθη υπό την δαιμονικήν επήρειαν.

Τι περισσότερο θα ήθελε ο Θεός από μας αυτή την ημέρα, αυτή τη νύκτα, από το να τρέξουμε στην εκκλησία και να σπεύσουμε να πάρουμε το σώμα του και το αίμα του, όπως πολλοί θα το κάνουν; αλλά πόσοι όμως θα το κάνουν, όπως θέλει ο Θεός; Πόσοι άραγε; Πόσοι άραγε έχουν μελετήσει, έχουν σκεφθεί, τι σημαίνει Θεία Κοινωνία, τι σημαίνει ενανθρώπηση του Χριστού και τι σημαίνει να παίρνουμε αυτόν τον άνθρωπο Χριστό, το σώμα του και το αίμα του μέσα μας; Πόσοι άραγε το σκέφθηκαν αυτό, το μελέτησαν; Πόσους άραγε συνεπήρε αυτή η αλήθεια; Σε πόσους άραγε επέδρασε αυτή η αλήθεια κατά τρόπο που τους έκανε να μεθύσουν από τη χαρά για τη συγκατάβαση του Θεού, για την δωρεά αυτή του Θεού, και τους έκανε να αφήσουν τα πάντα, όλα εκείνα τα οποία δεν θέλει ο Θεός, όλα εκείνα τα οποία είναι αντίθετα στο θέλημά του; Να αφήσουν τα πάντα και να υποταχθούν στον Κύριο, στο θέλημά του, στις εντολές του.

Γι' αυτό οι Απόστολοι, ο απόστολος Παύλος συγκεκριμένα, που γνώριζε τι είναι το μυστήριο, αλλά και πώς πρέπει να πλησιάζει κανείς το μυστήριο, είπε να δοκιμάζει ο καθένας, να εξετάζει, να μελετά τον εαυτό του και το όλο μυστήριο και μετά να πλησιάζει, γιατί αλλιώς «κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καί πίνει». Παρακαλώ, να το προσέξουμε αυτό. Ο Αδάμ ζήτησε να γίνει θεός πριν από την ώρα, πολύ βιαστικά, με πολλή έπαρση. Αν έμενε στην ταπείνωση που τον έβαλε ο Θεός, δεν θα τολμούσε να σκεφθεί αυτά που του εισηγήθηκε ο διάβολος. Ζήτησε και αντί να βρει αυτό που ήθελε, έπαθε κακό μεγάλο.

Άραγε πόσοι από μας, αντί να ωφελούνται, βλάπτονται; Παρακαλώ, μην παραξενεύεστε γι' αυτά που λέω. Ένας ιερέας, ο οποίος στέκεται εδώ, έχει μιά ευθύνη απέναντι του ποιμνίου, απέναντι του εκκλησιάσματος, απέναντι του πληρώματος, να λέει όλη την αλήθεια. και μάλιστα όταν διακρίνει ότι οι χριστιανοί, καθώς τα παίρνουν επιπόλαια τα πράγματα και καθώς τα παίρνουν πολύ πρόχειρα και καθόλου σοβαρά και κάνουν ό,τι τους έρθει, κάνουν φοβερά λάθη. Ο ιερέας πρέπει να πει όλη την αλήθεια.

«Μετά φόβου Θεού, πίστεως...»
Γι' αυτό θα παρακαλέσω πάρα πολύ: απόψε, που γιορτάζουμε αυτό το μεγάλο γεγονός, να σκεφθούμε λίγο τη γέννηση του πρώτου ανθρώπου, του Αδάμ, και πού τον κάλεσε ο Θεός και τί συνέβη. Να σκεφθούμε τη Γέννηση του δεύτερου Αδάμ που είναι ο Χριστός, τι μας προσφέρει ο Χριστός, τι μας δίνει, πού μας καλεί, αλλά και πώς μας καλεί, και πώς να δεχόμαστε αυτό το οποίο μάς προσφέρει. Και μετά να προχωρήσουμε. Είναι πολύ προτιμότερο να σταθεί κανείς. Όχι για να απομακρυνθεί· όχι. Αυτό θα 'ναι ένα πείσμα. αλλά για να δει καλύτερα τον εαυτό του, να δει την επιπολαιότητά του, να δει ότι είναι τελείως ανέτοιμος για να προχωρήσει και να το κάνει μια άλλη φορά, τότε που θα είναι έτοιμος. Και μη νομίζετε ότι χρειάζεται να 'ναι άγιος κανείς για να 'ναι έτοιμος· όχι. Χρειάζεται αυτή η συναίσθηση.

Θ' ακούσουμε «μετά φόβου Θεού». Παρακαλώ, να εξετάσουμε πόσοι έχουμε αυτόν τον φόβο του Θεού, τον οποίο δεν είχε ο Αδάμ, όταν διέπραττε την αμαρτία και ήθελε να γίνει θεός. Πιό μπροστα τον είχε και γι' αυτό ούτε είχε διανοηθεί να κάνει αυτό που του είπε ύστερα ο διάβολος. Ο διάβολος του πήρε αυτόν τον φόβο και του έβαλε την έπαρσή του και κινήθηκε, όπως κινήθηκε, ο Αδάμ.

«Μετά φόβου Θεού». Πόσο έχουμε αυτόν τον φόβο; Πόσο καλλιεργούμε αυτόν τον φόβο μέσα μας; Φοβούμαι ότι αρκετοί από μας δεν θα γνωρίζουν τι είναι φόβος Θεού. Άλλοι νομίζουν ότι είναι τρόμος, άλλοι νομίζουν ότι είναι κάτι άλλο. Ενώ είναι όλη αυτή η ευλάβεια προς τον Θεό, όλο αυτό το δέος προς τον Θεό, όλη αυτή η πίστη, η αγάπη, η ελπίδα προς τον Θεό. Είναι που νιώθει, που αισθάνεται κανείς ότι ο Θεός είναι ο Θεός του, και αυτός είναι το πλάσμα, το δημιούργημα και δεν τολμάει να σηκώσει κεφάλι ενώπιον του Θεού, αλλά μένει ταπεινός. Πόσοι πλησιάζουν αυτές τις ημέρες το άγιο Ποτήριο, θα έλεγε κανείς, με έπαρση δαιμονική! Δεν καταλαβαίνουν ότι αυτό θα είναι εις βάρος των.

Πόσοι λοιπόν θα πλησιάσουν με φόβο Θεού, με πίστη; Και όχι απλώς να πιστεύουμε ότι αυτό είναι Θεία Κοινωνία· δεν βγαίνει τίποτε μ' αυτό. Πίστη είναι αφοσίωση, δόσιμο και όχι απλώς παραδοχή. Εμπιστεύομαι στον Θεό; Εμπιστεύομαι στον Χριστό; Είναι Κύριός μου, Κύριος της ψυχής μου, Κύριος της ζωής μου, Κύριος των πάντων ο Χριστός; Τον αναγνωρίζω έτσι; Αυτός με κυβερνάει ή εγώ κυβερνώ τον εαυτό μου και, όταν θυμηθώ Χριστούγεννα μέρα να πάω στην εκκλησία, θα πάω, ή αν καμιά φορά έχω καμιά ανάγκη, πάλι θα τον θυμηθώ; Εμείς είμαστε κύριοι ή ο Χριστός είναι Κύριός μας;

 
«...και αγάπης...»
«...και αγάπης...». Όχι γλυκανάλατες αγάπες, απλώς ανθρώπινες αγάπες. Γεμάτοι είναι οι άνθρωποι από τέτοιες αγάπες. Δεν είναι αυτή η αγάπη προς τον Θεό. Η αγάπη είναι θυσία. Άμα δεν έχεις μέσα σου το αίσθημα της αυτοθυσίας, της θυσίας του εαυτού σου, δεν έχεις ίχνος αγάπης· ας νομίζεις ότι έχεις αγάπη.

Αγάπη στην προκειμένη περίπτωση είναι όχι απλώς πόθος για τον Χριστό· όχι. Θα έλθει ο καιρός που μόνο θα τον ποθούμε. Στην άλλη ζωή δεν θα υπάρχει τίποτε άλλο. Εδώ, σ' αυτόν τον κόσμο ποθώ τον Χριστό, αγαπώ τον Χριστό, θέλω να τον πάρω μέσα μου τον Χριστό, όμως, όπως εκείνος θυσιάσθηκε για μένα -έγινε άνθρωπος, εκένωσε τον εαυτό του και έπειτα ως άνθρωπος θυσιάσθηκε και πέθανε πάνω στον Σταυρό για μένα- κι εγώ θέλω να πεθάνω μαζί του. Να πεθάνω ως προς την αμαρτία· όχι προς άλλα πράγματα. Όχι παλληκαριές και τέτοια. ως προς την αμαρτία και τη μικρή και τη μεγάλη και ως προς όλα εκείνα που δεν τα προσέχουμε καθόλου. Αυτή είναι η αγάπη προς τον Χριστό. Αγαπώ, ποθώ, θέλω να πεθάνω μαζί του, να σταυρωθώ μαζί του, να γίνω ένα μαζί του και να αναστηθώ μαζί του.

Παρακαλώ, αδελφοί μου, λάβετέ τα υπόψιν αυτά και τώρα, καθώς θα μπούμε στη Θεία Λειτουργία, με περισσότερη συναίσθηση, με περισσότερο φόβο Θεού, με πίστη και με αγάπη να σταθούμε εδώ μέσα στο μυστήριο. Όπως είπαμε, μέσα στο μυστήριο είναι τα πάντα, αλλά μόνο διά της πίστεως τα βλέπει κανείς και δια της αγάπης τα βρίσκει κανείς και τα αισθάνεται. Αλλιώς, περιορίζεται κανείς στο ότι «πήγα στην εκκλησία, άκουσα μερικά πράγματα, κοινώνησα κιόλας». Δεν είναι έτσι. Είπαμε κι άλλη φορά, μέσα στη Θεία Λειτουργία είναι όλη η βασιλεία του Θεού. Διότι εδώ είναι παρών ο Κύριος αυτής της βασιλείας, ο βασιλεύς αυτής της βασιλείας, που είναι ο Χριστός. Ο Χριστός είναι βασιλεύς, ο Χριστός είναι η βασιλεία, ο Χριστός είναι τα πάντα.

Κάπως έτσι, παρακαλώ, όσο εξαρτάται από μας, όσο μπορούμε ο καθένας, να προσπαθήσουμε να ζήσουμε το μυστήριο.
25-12-1986

Αγίου Επιφανείου Κύπρου Η Κάθοδος του Κυρίου στον Άδη

Αγίου Επιφανείου Κύπρου Η Κάθοδος του Κυρίου στον Άδη




Στη Δημοτική
Α. Τι είναι αυτό που συμβαίνει σήμερα; Μεγάλη σιωπή είναι απλωμένη στη γη. Μεγάλη σιωπή και ηρεμία. Μεγάλη σιωπή γιατί κοιμάται ο Βασιλιάς. Η γη φοβήθηκε και ησύχασε επειδή ο Θεός με το σώμα κοιμήθηκε, και ανέστησε αυτούς που κοιμόνταν απ’ την αρχή των αιώνων. Ο Θεός με το σώμα πέθανε, και τρόμαξε ο Άδης. Ο Θεός για λίγο κοιμήθηκε, και ανέστησε αυτούς που βρίσκονταν στον Άδη.
Β. Που είναι τώρα, οι πριν από λίγο ταραχές και οι φωνές και οι θόρυβοι, που ξεσηκώνατε, παράνομοι, εναντίον του Χρίστου; Που είναι οι συγκεντρώσεις σας και οι αντιρρήσεις σας, και οι φρουρές, και τα όπλα και τα δόρατα; Που είναι οι βασιλείς και οι ιερείς κι’ οι καταδικασμένοι δικαστές; Που είναι οι λαμπάδες και τα μαχαίρια κι’ οι άτακτες κραυγές; Που είναι οι όχλοι και η λύσσα και η αδιάντροπη φρουρά; Στ’ αλήθεια χάθηκαν γιατί στ’ αλήθεια αυτοί οι όχλοι έκαναν σχέδια ανόητα και μάταια. Έπεσαν με ορμή επάνω στον ακρογωνιαίο λίθο τον Χριστό, αλλά συντρίφθηκαν αυτοί οι ίδιοι. Χτύπησαν με δύναμη στη στερεά πέτρα, αλλά αυτοί τσακίστηκαν, και τα κύματα τους διαλύθηκαν στον αφρό. Χτύπησαν επάνω στο σκληρό αμόνι, και οι ίδιοι κομματιάστηκαν. Ύψωσαν επάνω στο ξύλο —του Σταυρού— την πέτρα της ζωής, κι’ αυτή κατρακυλώντας τους θανάτωσε. Έδεσαν τον πανίσχυρο Σαμψών, δηλαδή τον Ήλιο Θεό, αλλά Αυτός αφού έλυσε τα παμπάλαια δεσμά εξόντωσε τους εχθρούς και τους παράνομους. Έδυσε ο Θεός, ο Ήλιος Χριστός κάτω απ’ τη γη, και βαθύ σκοτάδι έπεσε επάνω στους Ιουδαίους.
Γ. Σήμερα ήλθε η σωτηρία σ’ αυτούς που βρίσκονται στη γη και σ’ αυτούς που απ’ την αρχή των αιώνων βρίσκονται κάτω απ’ τη γη. Σήμερα ήλθε η σωτηρία στον ορατό και αόρατο κόσμο. Είναι διπλή σήμερα η παρουσία του Δεσπότη, διπλή η σωτηρία, διπλή η φιλανθρωπία, διπλή η κατάβαση μαζί και συγκατάβαση, διπλή η επίσκεψη προς τους ανθρώπους. Κατεβαίνει ο Θεός από τον ουρανό στη γη κι’ από τη γη στα καταχθόνια. Ανοίγονται οι πύλες του Άδη. Γεμίστε με αγαλλίαση εσείς που κοιμάσθε απ’ την αρχή των αιώνων, υποδεχτείτε το μέγα φως όσοι κάθεστε στο σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου. Έρχεται ο Δεσπότης ανάμεσα στους δούλους. Έρχεται ο Θεός ανάμεσα στους νεκρούς. Έρχεται η ζωή ανάμεσα στους νεκρούς. Έρχεται ο αθώος ανάμεσα στους ενόχους. Έρχεται το φως που δεν σβήνει ανάμεσα σ’ αυτούς που βρίσκονται στο σκοτάδι. Έρχεται ο ελευθερωτής ανάμεσα στους αιχμαλώτους. Έρχεται Αυτός που βρίσκεται πιο πάνω από τους ουρανούς, μεταξύ αυτών που βρίσκονται κάτω απ’ τη γη. Ήλθε ο Χριστός στη γη και πιστέψαμε. Κατέβηκε ο Χριστός στους νεκρούς, ας κατέβουμε μαζί Του κι’ ας δούμε τα μυστήρια που έγιναν εκεί. Ας γνωρίσουμε Αυτόν που κρύφτηκε — στον Άδη— τα κρυμμένα κάτω απ’ τη γη θαυμάσια έργα Του. Ας μάθουμε πως έλαμψε το κήρυγμα και στους κατοίκους του Άδη.
Δ. Τι συνέβη λοιπόν; Κατεβαίνοντας ο Θεός στον Άδη σώζει όλους χωρίς εξαίρεση; Όχι βέβαια, αλλά κι’ εκεί σώζει όσους πίστεψαν. Χθες είδαμε το έργο της σωτηρίας, σήμερα την εκδήλωση της εξουσίας. Χθες είδαμε την αδυναμία, σήμερα την κυριαρχία Του. Χθες φάνηκαν τα σημάδια της ανθρώπινης φύσης Του, σήμερα της θεϊκής φύσης. Χθες Τον ράπιζαν, σήμερα ραπίζει με την αστραπή της θεότητος τον χώρο του Άδη. Χθες Του έβαζαν δεσμά, σήμερα Αυτός δένει τον τύραννο – διάβολο με άλυτα δεσμά. Χθες καταδικαζόταν, σήμερα χαρίζει ελευθερία στους κατάδικους. Χθες Τον περιγελούσαν οι υπηρέτες του Πιλάτου, σήμερα οι θυρωροί του Άδη όταν Τον είδαν γέμισαν φρίκη.
Ε. Άκουσε όμως τον υψηλό λόγο για το πάθος του Χρίστου. Άκουσε και ύμνησε. Άκουσε και δόξασε. Άκουσε και κήρυξε τα μεγάλα θαύματα του Θεού. Πώς υποχωρεί ο νόμος, και Πώς ανθίζει η χάρη; Πώς παρέρχονται οι τύποι και Πώς διαβαίνουν οι σκιές; Πώς ο ήλιος γεμίζει την οικουμένη; Πώς αχρηστεύθηκε η Παλαιά Διαθήκη και Πώς επικυρώνεται η Καινή Διαθήκη; Πώς πέρασαν τα παλιά κι’ άνθισαν τα καινούργια;
ΣΤ. Δύο λαοί ήταν παρόντες στην Ιερουσαλήμ κατά τον χρόνο του πάθους του Χρίστου. Ο Ιουδαϊκός μαζί με τον ειδωλολατρικό. Δύο βασιλείς, ο Πιλάτος και ο Ηρώδης. Δύο αρχιερείς, ο Άννας και ο Καϊάφας. Για να γιορτασθούν μαζί τα δύο Πάσχα, το Ιουδαϊκό που παύει και το Χριστιανικό που αρχίζει. Δύο θυσίες γίνονταν εκείνο το απόγευμα, επειδή πραγματοποιούνταν δύο σωτηρίες, εννοώ των ζωντανών και των νεκρών. Και ο μεν Ιουδαϊκός λαός έδενε τον αμνό για να τον θυσιάσει σφάζοντας τον, οι δε ειδωλολάτρες δέχονταν τον Θεό που σαρκώθηκε. Και ο μεν ένας ατένιζε τη σκιά, ο δε άλλος έτρεχε πρόθυμα στον Ήλιο Θεό. Και οι μεν Ιουδαίοι δένοντας τον Χριστό Τον έδιωχναν, οι δε ειδωλολάτρες Τον δέχονταν με προθυμία. Και οι μεν πρώτοι πρόσφεραν θυσία ζώου, οι δε δεύτεροι θυσία του Θεού που σαρκώθηκε. Άλλα, οι μεν Ιουδαίοι πρόσφεραν τη θυσία φέρνοντας στη μνήμη τους τη διάβαση τους από την Αίγυπτο, οι δε εθνικοί προανήγγελαν με αυτή τη λύτρωση από την πλάνη των ειδώλων.
Ζ. Και όλα αυτά που συνέβαιναν; Στη Σιών, την πόλη του μεγάλου Βασιλιά στην οποία πραγματοποίησε τη σωτηρία στο κέντρο της γης, ο Ιησούς, ο Υιός του Θεού που έγινε γνωστός ανάμεσα σε δύο ζώα. Ανάμεσα στον Πατέρα και το Πνεύμα, των δύο ζωντανών Υπάρξεων. Αυτός είναι η ζωή, που προέρχεται από τη ζωή και χορηγεί τη ζωή, που γεννήθηκε μεταξύ Αγγέλων και ανθρώπων στη φάτνη. Και είναι ανάμεσα στους δύο λαούς ο ακρογωνιαίος λίθος —που τους ενώνει—. Είναι Αυτός που προφητεύθηκε μεταξύ του Νόμου και των Προφητών, και εμφανίστηκε στο όρος Θαβώρ μεταξύ του Μωυσή και του Ηλία. Κι’ ανάμεσα στους δύο ληστές αναγνωρίσθηκε ως Θεός από τον ευγνώμονα ληστή. Και ανάμεσα από την παρούσα και τη μέλλουσα ζωή κάθεται ως κριτής. Και σήμερα ανάμεσα σε ζωντανούς και νεκρούς χαρίζει διπλή ζωή και σωτηρία. Λέω πάλι διπλή ζωή διπλή γέννηση μαζί και αναγέννηση, και άκουσε τα γεγονότα της διπλής γεννήσεως του Χρίστου και χειροκρότησε τα θαύματα.
Η. Άγγελος ευαγγελίσθηκε στη Μαρία τη γέννηση του Χρίστου ως ανθρώπου, και Άγγελος ευαγγελίσθηκε στη Μαγδαληνή Μαρία τη φοβερή ανάσταση από τον τάφο. Νύχτα γεννιέται ο Χριστός στη Βηθλεέμ και πάλι νύχτα ξαναγεννιέται στη Σιών από τον τάφο. Με σπάργανα καταδέχεται να τυλιχθεί στη γέννηση, με σπάργανα και στην ταφή ξανατυλίγεται. Δέχεται σμύρνα όταν γεννήθηκε, σμύρνα και αλόη στην ταφή καταδέχεται. Εκεί άνδρας της Μαρίας ονομάζεται αυτός που δεν είναι άνδρας της, και εδώ ο Ιωσήφ που είναι απ’ την Αριμαθαία αναδεικνύεται ο κηδευτής της ζωής μας. Στη Βηθλεέμ και σε φάτνη ο τόπος της γεννήσεως, αλλά και στον τάφο σαν σε φάτνη ο τόπος της αναστάσεως. Πρώτοι από όλους οι ποιμένες ευαγγελίζονται τη γέννηση του Χρίστου, αλλά και πρώτοι από όλους ποιμένες του Χρίστου οι μαθητές ευαγγελίσθηκαν την αναγέννηση του Χρίστου από τους νεκρούς. Εκεί φώναξε το χαίρε ο Άγγελος προς την Παρθένο, και εδώ το χαίρετε ανέκραξε προς τις γυναίκες ο Άγγελος της μεγάλης αποφάσεως του Θεού, ο Χριστός. Στην πρώτη γέννηση ο Χριστός μετά από σαράντα ημέρες μπήκε στην επίγεια Ιερουσαλήμ, στον ναό, και πρόσφερε ως πρωτότοκος στον Θεό ένα ζευγάρι τρυγόνια, αλλά και στην ανάσταση από τους νεκρούς ο Χριστός, μετά από σαράντα ημέρες, ανέβηκε στην ουράνια Ιερουσαλήμ, απ’ όπου δεν είχε αποχωρισθεί ως Θεός, στα πραγματικά Άγια των Αγίων ως άφθαρτος πρωτότοκος από τους νεκρούς, και πρόσφερε στον Θεό και Πατέρα σαν δυο πάναγνα τρυγόνια, την ψυχή και τη σάρκα τη δική μας. Και εκεί τον υποδέχτηκε σαν άλλος Συμεών, ο Παλαιός των ήμερων Θεός και Πατέρας, στους κόλπους Του, σαν σε αγκάλες, με απερίγραπτο τρόπο. Και εάν αυτά τα ακούς σαν μύθους και όχι με πίστη, σε κατηγορούν οι απαραβίαστες σφραγίδες του Δεσποτικού της αναγεννήσεως του Χρίστου μνήματος. Διότι, όπως ο Χριστός γεννήθηκε από Παρθένο, αφήνοντας σφραγισμένες τις κλειδαριές της παρθενίας, που εκ φύσεως είναι κλειστές και τις ανοίγει η μητρότητα, έτσι ακριβώς πραγματοποιήθηκε η αναγέννηση του Χρίστου από τον τάφο, χωρίς να ανοίξουν οι σφραγίδες του. Για το πώς στον τάφο και πότε και από ποιους ενταφιάζεται ο Χριστός, η ζωή, ας ακούσουμε τι λένε τα ιερά γράμματα:
Θ. Όταν βράδιασε, ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος που το όνομά του ήταν Ιωσήφ. Αυτός τόλμησε και παρουσιάστηκε μπροστά στον Πιλάτο, και του ζήτησε το σώμα του Ιησού. Παρουσιάστηκε ένας θνητός μπροστά σε έναν θνητό ζητώντας να λάβει τον Θεό. Ζήτα τον Θεό των θνητών. Ο πηλός μπροστά στον πηλό, ζητά να λάβει τον πλάστη των όλων. Το χορτάρι, ζήτα από το χορτάρι την ουράνια φωτιά. Η τιποτένια σταγόνα, παίρνει από την τιποτένια σταγόνα τον απύθμενο ωκεανό. Ποιος είδε, ποιος ποτέ άκουσε αυτό το απίστευτο; Ένας άνθρωπος να χαρίζει σε άλλον άνθρωπο τον δημιουργό των ανθρώπων. Ένας άνομος άρχοντας σ’ έναν άνθρωπο του νόμου υπόσχεται να χαρίσει τον νομοθέτη. Ένας άκριτος κριτής τον Κριτή των κριτών επιτρέπει να τον θάψουν ως κατάδικο.
Ι. Όταν βράδιασε, ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος που το όνομά του ήταν Ιωσήφ. Πραγματικά πλούσιος, αφού πήρε ολόκληρη τη σύνθετη υπόσταση του Κυρίου. ‘Αληθινά πλούσιος, αφού έλαβε από τον Πιλάτο τη διπλή ουσία του Χρίστου. Πλούσιος διότι αξιώθηκε να πάρει τον πολύτιμο μαργαρίτη. Πραγματικά πλούσιος γιατί κράτησε το βαλάντιο που ήταν γεμάτο με τον θησαυρό της θεότητος. Πώς να μην είναι πλούσιος αυτός που απέκτησε τη ζωή και τη σωτηρία του κόσμου; Πώς να μην είναι πλούσιος ο Ιωσήφ, αφού δέχτηκε για δώρο Αυτόν που τρέφει και είναι Δεσπότης όλων; Όταν βράδιασε. Επομένως είχε δύσει πια στον Άδη ο ήλιος της δικαιοσύνης. Γι’ αυτό ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος που το όνομά του ήταν Ιωσήφ από την Αριμαθαία που κρυβόταν γιατί φοβόταν τους Ιουδαίους. Ήλθε και ο Νικόδημος που ήλθε στον Ιησού κάποια νύχτα.
ΙΑ. Αυτό είναι απόκρυφο μυστήριο των μυστηρίων. Δυο κρυφοί μαθητές, έρχονται να κρύψουν τον Ιησού στον τάφο, διδάσκοντας με τη δική τους απόκρυψη το κρυφό μυστήριο του Άδη του Θεού που κρύφτηκε κάτω απ’ τη σάρκα, ξεπερνώντας ο ένας τον άλλον στη θερμή διάθεση. Προς τον Χριστό. Ο μεν Νικόδημος μεγαλόψυχος προσφέροντας σμύρνα και αλόη, ο δε Ιωσήφ αξιέπαινος στην τόλμη και το θάρρος προς τον Πιλάτο. Διότι αυτός διώχνοντας κάθε φόβο με τόλμη παρουσιάστηκε στον Πιλάτο ζητώντας το σώμα του Ιησού. Και όταν παρουσιάστηκε φέρθηκε με μεγάλη σοφία για να επιτύχει αυτό που ήθελε. Γι’ αυτό δεν χρησιμοποιεί μπροστά στον Πιλάτο υπερήφανα και υψηλά λόγια, για να μη του ανάψει την οργή και χάσει το ζητούμενο. Ούτε του λέει: Δος μου το σώμα του Ιησού, που σκοτείνιασε πριν από λίγο τον ήλιο, που έσχισε τις πέτρες, που έσεισε τη γη και άνοιξε τους τάφους και έσχισε το καταπέτασμα του ναού. Τίποτε τέτοιο δεν λέει στον Πιλάτο.
IB. Αλλά τι του λέει; Ένα τιποτένιο αίτημα, και για όλους μικρό, άρχοντα μου ήλθα να σου ζητήσω. Ένα πολύ μικρό αίτημα. Το εξής: Δος μου να θάψω το νεκρό σώμα εκείνου που καταδικάστηκε από εσένα, του Ιησού του Ναζωραίου, του Ιησού του φτωχού, του Ιησού του αστέγου, του Ιησού που κρέμεται —στον Σταυρό— γυμνός και περιφρονημένος, του Ιησού του γιου του ξυλουργού, του Ιησού του δέσμιου, που έμενε στο ύπαιθρο, του ξένου, του αγνώριστου μεταξύ των ξένων, του περιφρονημένου, και κοντά σε όλα και κρεμασμένου στον Σταυρό. Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί τι σε ωφελεί το σώμα αυτού του ξένου; Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί ήλθε εδώ από μακρινή χώρα για να σώσει τον άνθρωπο που αποξενώθηκε από τον Θεό. Γιατί κατέβηκε στη σκοτεινή γη για να ανεβάσει τον ξένο. Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί αυτός είναι ο μόνος -πραγματικά- ξένος. Δος μου αυτόν τον ξένο του Οποίου τη χώρα αγνοούμε εμείς οι ξενιτεμένοι. Δος μου αυτόν τον ξένο του Οποίου τον Πατέρα αγνοούμε εμείς οι ξένοι. Δος μου αυτόν τον ξένο του Οποίου τον τόπο και τη γέννηση και τον τρόπο — της ζωής Του— αγνοούμε εμείς οι ξένοι. Δος μου αυτόν τον ξένο που έζησε ζωή και βίο ξενιτεμένου στα ξένα. Δος μου αυτόν τον ξένο Ναζωραίο του Οποίου τη γέννηση και τον τρόπο αγνοούμε εμείς οι ξένοι. Δος μου αυτόν που με τη θέληση Του είναι ξένος και εδώ δεν έχει πού να γείρει το κεφάλι. Δος μου αυτόν τον ξένο, που σαν ξένος σε ξένη χώρα, άστεγος γεννήθηκε στη φάτνη. Δος μου αυτόν τον ξένο που απ’ αυτήν ακόμη τη φάτνη έφυγε ως ξένος από τον Ηρώδη. Δος μου αυτόν τον ξένο, που απ’ τα σπάργανα Του ακόμη ξενητεύθηκε στην Αίγυπτο, και δεν είχε πόλη, ούτε χωριό, ούτε σπίτι ούτε τόπο να μείνει, ούτε συγγενή, αλλά σε ξένη χώρα Αυτός είναι ξένος. Δος μου, άρχοντα μου αυτόν τον γυμνό που κρέμεται στο ξύλο —του Σταυρού— να τον σκεπάσω, γιατί Αυτός σκέπασε τη γύμνωση της φύσεως μου. Δος μου αυτόν τον νεκρό που είναι μαζί και Θεός, να σκεπάσω Αυτόν που κάλυψε τις δικές μου ανομίες. Δος μου, άρχοντα μου τον νεκρό που έθαψε μέσα στον Ιορδάνη τη δική μου αμαρτία. Για έναν νεκρό σε παρακαλώ, που αδικήθηκε από όλους, που πουλήθηκε από φίλο, που προδόθηκε από μαθητή, που διώχθηκε από τους αδελφούς του, που ραπίσθηκε από δούλο. Για έναν νεκρό σε θερμοπαρακαλώ, ο Οποίος καταδικάστηκε από αυτούς που ο Ίδιος ελευθέρωσε από τη δουλεία, ο οποίος ποτίσθηκε με ξύδι, τραυματίσθηκε απ’ αυτούς που θεράπευσε, που εγκαταλείφθηκε από τους μαθητές Του και στερήθηκε την ίδια τη Μητέρα Του. Για τον νεκρό, άρχοντα μου, σε ικετεύω, Αυτόν τον άστεγο που κρέμεται στο ξύλο -του Σταυρού—. Διότι επάνω στη γη δεν έχει να Του συμπαρασταθεί ούτε πατέρας, ούτε φίλος, ούτε μαθητής, ούτε συγγενής, ούτε κανένας να Τον θάψει, αλλά είναι μόνος, μονογενής Υιός του μόνου —Πατέρα—, Θεός στον κόσμο και κανένας άλλος.
ΙΓ. Μ’ αυτά τα λόγια και μ’ αυτόν τον τρόπο αφού παρακάλεσε ο Ιωσήφ τον Πιλάτο, διέταξε ο Πιλάτος να του δοθεί το πανάγιο σώμα του Ιησού. Και ήλθε στον Γολγοθά και αποκαθήλωσε τον σαρκοφόρο Θεό από το ξύλο —του Σταυρού— και Τον τοποθέτησε κάτω στη γη, σαρκοφόρο Θεό γυμνό, αλλά όχι απλό άνθρωπο. Και Τον βλέπει κανείς να βρίσκεται ξαπλωμένος κάτω, Αυτός που όλους τους ανέσυρε προς τον ουρανό. Και μένει για λίγο χωρίς πνοή, Αυτός που είναι η ζωή και η πνοή όλων. Και φαίνεται να μη βλέπει Αυτός που δημιούργησε τα πολυόμματα Χερουβίμ. Και κείτεται ξαπλωμένος, Αυτός που είναι η ανάσταση όλων. Και νεκρώνεται ο σαρκωμένος Θεός, Αυτός που ανασταίνει τους νεκρούς. Και σιωπά για λίγο κατά το σώμα η βροντή του Θεού Λόγου. Και Τον σηκώνουν ανθρώπινες παλάμες, Αυτόν που κρατά στην παλάμη Του ολόκληρη τη γη.
ΙΔ. Άραγε, Ιωσήφ, ζητώντας και παίρνοντας, ξέρεις καλά ποιόν πήρες; Άραγε πλησιάζοντας στον Σταυρό και αποκαθηλώνοντας τον Ιησού, ξέρεις καλά ποιόν κράτησες στα χέρια σου; Εάν πραγματικά γνωρίζεις καλά Ποιόν κρατάς, τώρα έγινες πλούσιος. Γιατί πώς αλλιώς κάνεις αυτή τη θεόσωμη και φρικωδέστατη κηδεία του Ιησού; Είναι αξιέπαινος ο πόθος σου, αλλά πιο αξιέπαινος είναι ο τρόπος της ψυχής σου. Άραγε δεν φρίττεις, κρατώντας στα χέρια σου Αυτόν που φρίττουν τα Χερουβίμ; Με ποιο φόβο θα αφαιρούσες από το θείο αυτό σώμα το μικρό ρούχο που το σκέπαζε; Πώς δεν θα έκλεινες τα μάτια από ευλάβεια; Δεν θα τρόμαζες ατενίζοντας και αποκαλύπτοντας τη σωματική φύση του υπερφύσιν Θεού; Πες μου, Ιωσήφ, άραγε έθαψες στραμμένο προς την ανατολή τον νεκρό που είναι η ‘Ανατολή των ανατολών; Άραγε έκλεισες με τα δάχτυλα σου, όπως γίνεται στους νεκρούς τα μάτια του Ιησού, ο Οποίος με το αμόλυντο δάχτυλο Του άνοιξε τα μάτια του τυφλού; Άραγε έκλεισες το στόμα Εκείνου που άνοιξε το στόμα του κωφαλάλου; Άραγε έδεσες τα χέρια Εκείνου που άπλωσε τα παράλυτα χέρια; Η έδεσες τα πόδια Εκείνου, όπως γίνεται στους νεκρούς, ο Οποίος θεράπευσε, για να βαδίζει, τα πόδια του παραλύτου; Άραγε σήκωσες επάνω σε κρεβάτι Αυτόν που διέταξε τον παράλυτο λέγοντας του: Σήκωσε το κρεβάτι σου και περπατά ; Άραγε άδειασες μύρα επάνω στο σώμα Εκείνου που είναι το ουράνιο μύρο και εκκένωσε τον εαυτό Του αγιάζοντας τον κόσμο; Άραγε τόλμησες να σφογγίσεις τη θεόσωμη εκείνη πλευρά του Ιησού που ακόμη αιμορροούσε, του Θεού που θεράπευσε την αιμορροούσα; Άραγε έπλυνες με νερό το σώμα του Θεού, που έπλυνε —τις αμαρτίες— όλων και έδωσε την κάθαρση; Άραγε τι είδους λαμπάδες άναψες μπροστά στο αληθινό φως που φωτίζει κάθε άνθρωπο; Και ποιους επιτάφιους ύμνους έψαλες σ’ Αυτόν που ανυμνείται χωρίς διακοπή από όλες τις ουράνιες αγγελικές στρατιές; Άραγε και έχυσες δάκρυα για τον νεκρό Ιησού, που δάκρυσε για τον νεκρό Λάζαρο και τον ανέστησε μετά από τέσσερις ημέρες; Άραγε θρήνησες Αυτόν που έδωσε σ’ όλους χαρά και διέλυσε τη λύπη της Εύας;
ΙΕ. Όμως μακαρίζω τα χέρια σου, Ιωσήφ, που υπηρέτησαν και ψηλάφισαν τα θεόσωμα χέρια και πόδια του Ιησού, που έσταζαν ακόμη αίμα. Μακαρίζω τα χέρια σου, που άγγιξαν την αιμορροούσα πλευρά του Θεού πριν από τον πιστό – άπιστο Θωμά που είχε αξιέπαινη περιέργεια. Μακαρίζω το στόμα σου που γέμισε αχόρταγα και ασπάσθηκε το στόμα του Ιησού κι’ από εκεί γέμισε με Άγιο Πνεύμα. Μακαρίζω τα μάτια σου που ενώθηκαν με τα μάτια του Ιησού, και από εκεί πήραν το αληθινό φως. Μακαρίζω το πρόσωπο σου που πλησίασε το πρόσωπο του Θεού. Μακαρίζω τους ώμους σου που σήκωσαν Αυτόν που βαστάζει όλους. Μακαρίζω το κεφάλι σου που το άγγιξε ο Ιησούς, η κεφαλή των πάντων. Μακαρίζω τα χέρια σου στα οποία βάσταξες Αυτόν που βαστάζει τα πάντα. Μακαρίζω τον Ιωσήφ και τον Νικόδημο, γιατί έγιναν Χερουβίμ μπροστά στα Χερουβίμ σηκώνοντας και μεταφέροντας επάνω τους τον Θεό. Γιατί έγιναν υπηρέτες του Θεού μπροστά στα εξαπτέρυγα Σεραφίμ, όχι με τα φτερά, αλλά με τα σεντόνια καλύπτοντας και τιμώντας τον Κύριο. Αυτόν που τρέμουν τα Χερουβίμ Τον μεταφέρουν επάνω στους ώμους τους ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος και γεμίζουν από έκσταση όλες οι τάξεις των ασωμάτων Αγγέλων.
ΙΣΤ. Ήλθε ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος. Επομένως έτρεξε μαζί τους και όλος ο χορός των Αγγέλων. Και προφταίνουν τα Χερουβίμ, και τρέχουν μαζί τα Σεραφίμ και βαστάζουν μαζί οι Θρόνοι, και καλύπτουν τα Εξαπτέρυγα, και φρίττουν τα Πολυόμματα βλέποντας τον Ιησού αόμματο, και καλύπτουν μαζί οι Δυνάμεις, και ψάλλουν οι Αρχές και φρίττουν οι Τάξεις, και γεμίζουν έκσταση όλες οι στρατιές των ουρανίων ταγμάτων και γεμάτες θαυμασμό ρωτούν με μεγάλη απορία. Τι είναι αυτός ο φοβερός λόγος και ο φόβος και ο τρόμος και ο τρόπος; Τι είναι αυτό το μεγάλο και παράδοξο και ακατανόητο θέαμα; Αυτός που στον ουρανό σ’ εμάς τους ασωμάτους ως απλός Θεός είναι αθεώρητος, εδώ κάτω στη γη τον βλέπουν οι άνθρωποι γυμνό.
ΙΖ. Αυτόν, που μπροστά Του στέκονται τα Χερουβίμ με ευλάβεια, τον κηδεύουν με θάρρος ο Ιωσήφ κι’ ο Νικόδημος. Πότε κατέβηκε Αυτός που δεν εγκατέλειψε τον ουρανό; Πώς βγήκε έξω, Αυτός που βρίσκεται μέσα; Πώς ήλθε επάνω στη γη Αυτός που με την παρουσία Του όλα τα γεμίζει; Πώς γυμνώθηκε Αυτός που ντύθηκε όλους; Αυτός που βρίσκεται αδιάκοπα ως Θεός στον ουρανό μαζί με τον Πατέρα, τώρα ζει μαζί με τη Μητέρα Του αδιάκοπα ως αληθινός άνθρωπος.
ΙΗ. Αυτός που ποτέ δεν εμφανίστηκε —ως Θεός— στους ανθρώπους, Πώς εμφανίζεται ως άνθρωπος και συγχρόνως ως φιλάνθρωπος Θεός; Πώς έγινε ορατός ο αόρατος; Πώς σαρκώθηκε ο άυλος; Πώς έπαθε ο απαθής; Πώς ο Κριτής στάθηκε στο δικαστήριο; Πώς η ζωή γεύθηκε τον θάνατο; Πώς ο αχώρητος χώρεσε στον τάφο; Πώς κατοικεί στο μνήμα, Αυτός που δεν εγκατέλειψε τον κόλπο του Πατέρα; Πώς εισέρχεται από την πύλη του σπηλαίου, Αυτός που άνοιξε τις πύλες του παραδείσου, και ενώ δεν διέρρηξε τις πύλες της παρθενίας της Μαρίας, Πώς συνέτριψε τις πύλες του Άδη; Πώς ενώ δεν άνοιξε τις πύλες του υπερώου στην περίπτωση του Θωμά, όμως άνοιξε στους ανθρώπους τις πύλες της βασιλείας, και τις πύλες του τάφου και τις σφραγίδες τις άφησε να ανοίξουν μόνες τους; Πώς υπολογίζεται με τους νεκρούς, Αυτός που είναι ελεύθερος μεταξύ των νεκρών; Πώς το φως που ποτέ δεν σβήνει, έρχεται στα σκοτεινά και στη σκιά του θανάτου; Πού πηγαίνει; Που πορεύεται Αυτός που ο θάνατος δεν μπορεί να Τον κρατήσει; Ποιος είναι ο λόγος και ο τρόπος κι’ ο σκοπός που κατεβαίνει στον Άδη; Μήπως κατεβαίνει για να ανεβάσει τον κατάδικο Αδάμ, τον σύνδουλό μας; Πραγματικά, πηγαίνει για να αναζητήσει τον πρωτόπλαστο σαν το χαμένο πρόβατο. Οπωσδήποτε θέλει να επισκεφθεί αυτούς που βρίσκονται μέσα στο σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου. Οπωσδήποτε πορεύεται για να ελευθερώσει τον αιχμάλωτο Αδάμ και τη συναιχμάλωτη Εύα ο Θεός και υιος τους.
ΙΘ. Όμως, ας κατεβούμε μαζί με τον Χριστό, ας χορέψουμε μαζί, ας σπεύσουμε, ας σκιρτήσουμε μαζί, ας ανυμνήσουμε, ας βιαστούμε βλέποντας τη συμφιλίωση του Θεού με τους ανθρώπους, την απελευθέρωση των καταδίκων εκ μέρους του αγαθού Δεσπότου. Γιατί πορεύεται Αυτός που από τη φύση Του είναι φιλάνθρωπος για να βγάλει —από τον Άδη— αυτούς που είναι δέσμιοι από την αρχή των αιώνων, με πολλή δύναμη και εξουσία, αυτούς που βρίσκονται στους τάφους νεκροί και τους κατάπιε τυραννικά ο πικρός και αχόρταγος θάνατος και τους τυράννησε, αφού τους άρπαξε από τον Θεό και τους μάζεψε όλους μαζί. Αυτούς πορεύθηκε ο Χριστός να ελευθερώσει και να τους βάλει μαζί με τους ζωντανούς, που κατοικούν στη γη. Εκεί βρίσκεται ο Αδάμ ο πρωτόπλαστος και πρωτογέννητος, και είναι πιο κάτω από όλους τους κατάδικους. Εκεί είναι ο Άβελ που πρώτος πέθανε στη γη, ο πρώτος δίκαιος ποιμένας, τύπος της άδικης σφαγής του Ποιμένα Χρίστου. Εκεί είναι ο Νώε ο τύπος του Χρίστου, του κτιστού της μεγάλης κιβωτού του Θεού, της Εκκλησίας, η οποία διέσωσε με το περιστέρι του ‘Αγίου Πνεύματος, όλα τα θηριώδη έθνη από τον κατακλυσμό της ασεβείας και έδιωξε από αυτήν τον διάβολο κόρακα. Εκεί είναι ο Αβραάμ ο πρόγονος του Χρίστου ο θύτης του γιου του, που πρόσφερε στον Θεό την υπέροχη θυσία θυσιάζοντας με μαχαίρι και χωρίς μαχαίρι θανατώνοντας και μη θανατώνοντας τον γιό του. Εκεί κάτω βρίσκεται ο δέσμιος Ισαάκ, που την παλαιά εποχή δέθηκε από τον πατέρα για τη θυσία, τύπος του Χρίστου και της θυσίας Του. Εκεί κάτω και ο Ιακώβ καταλυπημένος στον Άδη όπως πριν ήταν καταλυπημένος επάνω για τον Ιωσήφ. Εκεί ο φυλακισμένος Ιωσήφ, που φυλακίστηκε στην Αίγυπτο και προτύπωνε τον Χριστό όντας δεσμώτης και δεσπότης. Εκεί κάτω στα σκοτεινά ο Μωϋσής, όπως επάνω στη γη ήταν βρέφος μέσα στο σκοτεινό καλάθι. Εκεί ο Δανιήλ στον λάκκο του Άδη, όπως κάποτε επάνω στη γη, μέσα στον λάκκο των λιονταριών. Εκεί ο Ιερεμίας στον λάκκο του Άδη και της φθοράς του θανάτου όπως κάποτε ήταν ριγμένος από τους συμπατριώτες του μέσα στον λάκκο του βορβόρου. Εκεί μέσα στο κήτος του Άδη που δέχεται όλον τον κόσμο βρίσκεται ο Ιωνάς, που είναι ο τύπος του Χρίστου ο Οποίος είναι ο προαιώνιος Ιωνάς που θα υπάρχει και στους ατέλειωτους αιώνες. Κι’ ακόμη εκεί και ο πρόγονος του Θεανθρώπου, ο Δαβίδ, από τον όποιο κατά σάρκα γεννήθηκε ο Χριστός. Και γιατί λέω για τον Δαβίδ και τον Ιωνά και τον Σολομώντα; Εκεί βρισκόταν και ο Ίδιος ο μέγας Ιωάννης, ο μεγαλύτερος από όλους τους προφήτες, κηρύττοντας στον Άδη σ’ όλους από πριν τον Χριστό σαν μέσα από σκοτεινή μήτρα —όπως κάποτε βρέφος μέσα από την κοιλιά της μητέρας του Ελισάβετ—. Αυτός είναι διπλός πρόδρομος και κήρυκας προς τους ζωντανούς και τους νεκρούς. Αυτός από τη φυλακή του Ηρώδη παραπέμφθηκε -με τον αποκεφαλισμό του- στην πανανθρώπινη φυλακή του Άδη των δικαίων και αδίκων κεκοιμημένων που βρίσκονταν εκεί από την αρχή των αιώνων.
Κ. Από εκεί, απ’ τον Άδη, όλοι οι προφήτες και οι δίκαιοι με θερμές και συνεχείς προσευχές προς τον Θεό μέσα από την καρδιά τους, ζητώντας λύτρωση από την πολύ οδυνηρή και σκοτεινή και κάτω από την εξουσία του εχθρού διαβόλου, ζοφερή και κατασκότεινη νύχτα. Και ο μεν ένας έλεγε προς τον Θεό: Από την κοιλιά του Άδη άκουσε την κραυγή της φωνής μου. Και ο άλλος: Μέσα απ’ τα βάθη της καρδίας μου έκραξα προς Εσένα, Κύριε. Κύριε άκουσε με προσοχή τη φωνή μου. Και άλλος. Φανέρωσε το πρόσωπο Σου και θα σωθούμε . Και άλλος: Εσύ που κάθεσαι επάνω στον Χερουβικό θρόνο, εμφανίσου. Και άλλος: Ντύσου τη μεγάλη Σου δύναμη και έλα να μας σώσεις. Και άλλος: Κύριε, ας μας προφθάσει η ευσπλαχνία Σου. Και άλλος: Γλύτωσε την ψυχή μου απ’ τον βαθύτατο Άδη Και άλλος: Κύριε, βγάλε την ψυχή μου από τον Άδη. Και άλλος: Κύριε, μη εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον Άδη Και άλλος: Ας ανεβεί η ζωή μου απ’ τη φθορά προς Εσένα, Κύριε και Θεέ μου.
ΚΑ. Όλους αυτούς άκουσε ο πολυεύσπλαγχνος Θεός ο Χριστός, και δεν έκρινε δίκαιο το να εκδηλώσει τη φιλανθρωπία Του μόνο προς αυτούς που ζούσαν κατά την εποχή Του η μετά από αυτήν, αλλά και προς εκείνους που πριν από την ενανθρώπηση Του βρίσκονταν στον Άδη και κάθονταν στο σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου. Και γι’ αυτό αυτούς που ζούσαν επάνω στη γη τους επισκέφθηκε ο Θεός Λόγος με το έμψυχο σώμα, τις δε ψυχές που ήταν στον Άδη χωρίς σώμα τις επισκέφθηκε με την ένθεη κι’ αμόλυντη ψυχή Του χωρίς το σώμα, όχι όμως και χωρίς τη Θεότητα Του.
KB. Λοιπόν, ας τρέξουμε γρήγορα με τον νου κι’ ας βαδίσουμε στον Άδη για να δούμε Πώς εκεί με πανίσχυρη δύναμη νικά ολοκληρωτικά τον τύραννο των σκλαβωμένων ψυχών και Πώς με μεγάλη πανστρατιά, με τη λάμψη Του αιχμαλωτίζει χωρίς χέρια τις αθάνατες φάλαγγες των δαιμόνων. Τις θύρες που δεν είναι θύρες σηκώνει από τη μέση και τις πύλες που δεν είναι ξύλινες τις σπάζει με το ξύλο του Σταυρού ο Χριστός που είναι η θύρα. Και με τα θεϊκά καρφιά συντρίβει και κομματιάζει τους αιώνιους μοχλούς. Και με τα δεσμά των θεϊκών χεριών Του λειώνει σαν το κερί τις άλυτες αλυσίδες. Και με τη λόγχη που χτύπησε τη θεϊκή πλευρά Του, διατρυπά την άσαρκη καρδιά του τυράννου. Εκεί συνέτριψε τη δύναμη των τόξων του, όταν τέντωσε σαν τόξο επάνω στον Σταυρό τα θεία Του χέρια. Γι’ αυτό αν ακολουθήσεις με ησυχία τον Χριστό, θα δεις τώρα, που έδεσε τον τύραννο και που κρέμασε το κεφάλι του. Πώς ανέσκαψε τη φυλακή —του Άδη— και ελευθέρωσε τους φυλακισμένους. Πώς πάτησε το φίδι και που κρέμασε το κεφάλι του. Πώς ελευθέρωσε τον Αδάμ και Πώς ανέστησε την Εύα. Πώς γκρέμισε τον ενδιάμεσο τοίχο, και Πώς καταδίκασε τον δηλητηριώδη δράκοντα, και Πώς έστησε ανίκητα τρόπαια. Πού θανάτωσε τον θάνατο και Πώς έφθειρε τη φθορά και Πώς επανέφερε τον άνθρωπο στο αρχικό του αξίωμα.
ΚΓ. Αυτός που χθες από συγκατάβαση δεν ήθελε να Τον βοηθήσουν οι λεγεώνες των ‘Αγγέλων, και έλεγε στον Πέτρο: δεν μπορώ να παρακαλέσω τον Πατέρα μου και να μου στείλει για συμπαράσταση περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες Αγγέλων; σήμερα κατεβαίνει κάτω στον Άδη και τον θάνατο, όπως αρμόζει σε Θεό και σε Δεσπότη για να πολεμήσει με τον θάνατο Του τον τύραννο ως αρχηγός των αθανάτων και ασωμάτων στρατευμάτων και αοράτων ταγμάτων, όχι μόνο με δώδεκα λεγεώνες, αλλά με μύριες μυριάδες και χίλιες χιλιάδες ‘Αγγέλων, Εξουσιών, Θρόνων χωρίς θρόνους, Εξαπτερύγων χωρίς φτερά, Πολυομμάτων χωρίς μάτια, ουρανίων ταγμάτων, τα όποια ως Δεσπότη τους και Βασιλιά προ-πέμπουν και περιβάλλουν και τιμούν τον Χριστόν. Όχι ως σύμμαχοι. Μη γένοιτο! Διότι ο παντοδύναμος Χριστός από ποια συμμαχία έχει ανάγκη; Αλλά τον συνοδεύουν γιατί αυτό Του το οφείλουν και αγαπούν να βρίσκονται κοντά στον Δεσπότη Θεό. Αυτές οι Αγγελικές τάξεις είναι σαν έμπιστοι δορυφόροι οπλίτες λαμπροί κρατώντας σκήπτρα της θείας βασιλικής εξουσίας του Κυρίου, και μόνο στο θείο νεύμα Του τρέχουν να προλάβουν με γρηγοράδα η μια την άλλη και κάνοντας έργο και πράξη τη διαταγή Του. Και είναι καταστεφανωμένες με το στεφάνι της νίκης εναντίον των παρατάξεων των εχθρών και των παρανόμων. Γι’ αυτό και κατεβαίνουν τότε στους δρόμους και είναι μαζί συνοδοιπόροι του Θεού και Δεσπότη στα μέρη του Άδη και τα υπόγεια του, που είναι βαθύτερα απ’ όλη τη γη, και κατοικητήρια υπόγεια των κεκοιμημένων από την αρχή των αιώνων, και έρχεται για να τους βγάλει με εξουσία αυτούς τους αλυσοδεμένους.
ΚΔ. Μόλις, λοιπόν, έφτασε στα κατάκλειστα και ανήλια και κατασκότεινα δεσμωτήρια του Άδη, και κατοικητήρια και υπόγεια και σπήλαια, η θεϊκή και λαμπρότατη παρουσία του Κυρίου, προχωρεί πριν από όλους ο αρχιστράτηγος Γαβριήλ, γιατί βέβαια όντας από συνήθεια εκείνος που φέρνει στους ανθρώπους τις αγγελίες της χαράς, με δυνατή φωνή αρχαγγελικότατη και στρατηγικότατη, έντονη και σαν του λιονταριού λέει προς τις εχθρικές – δαιμονικές δυνάμεις: Ανοίξτε, άρχοντες τις πύλες σας. Μαζί του φωνάζει κι’ ο Μιχαήλ: Και γκρεμιστείτε αιώνιες πύλες. Μετά οι Δυνάμεις προσθέτουν: Φύγετε μακριά παράνομοι θυρωροί. Κι’ οι Εξουσίες λένε μ’ όλη τους την εξουσία: Σπάστε άλυτες -για αιώνες-, αλυσίδες. Και άλλος Άγγελος: Ντροπή σας, αντίθετοι κι’ εχθροί. Και άλλος: Φοβηθείτε, τύραννοι και παράνομοι, —γι’ αυτό που θα πάθετε.
ΚΕ. Και όπως γίνεται όταν εμφανιστεί μια φοβερή κι’ ανίκητη, παντοδύναμη βασιλική νικηφόρα παράταξη του στρατού, και κυριεύει μια φρίκη και ταραχή και οδυνηρός φόβος τους εχθρούς του ακαταγώνιστου Στρατηγού, έτσι συνέβη ξαφνικά και σ’ εκείνους που ήταν στον Άδη κάτω απ’ τη γη με την παράδοξη εκεί εμφάνιση του Χρίστου. Από επάνω ερχόταν μια δυνατή λάμψη που τύφλωνε και σκότιζε τα πρόσωπα των εχθρικών δυνάμεων του Άδη, κι’ ακούγονταν βροντερές φωνές και φωνές στρατών που διέταζαν και έλεγαν: Ανοίξτε, άρχοντες, τις πύλες σας. Όχι μη τις ανοίγετε, αλλά βγάλτε τις απ’ τα θεμέλια τους, ξεριζώστε τις και πετάξτε τις μακριά, ώστε να μη ξανακλείσουν. Βγάλτε, άρχοντες, τις πύλες σας, όχι γιατί δεν μπορεί να το κάνει ο Κύριος, που όταν θέλει διατάζει και μπαίνει απ’ τις κλεισμένες πόρτες, αλλά διατάζει εσάς τους δραπέτες δούλους να σηκώσετε τις αιώνιες πύλες και να τις μεταφέρετε και να τις κατακομματιάσετε. Γι’ αυτό και δεν διατάζει τους όχλους σας, αλλά εσάς που λέτε ότι είσαστε άρχοντες τους: Σηκώστε, οι άρχοντες, τις πύλες σας.
ΚΣΤ. Είσασταν άρχοντες αυτών και όχι άλλων. Μέχρι τώρα όμως. Και εάν και μέχρι τώρα κακώς είσασταν άρχοντες των κεκοιμημένων από την αρχή των αιώνων, όμως δεν θα είσαστε πλέον άρχοντες ούτε αυτών, ούτε άλλων, ούτε και του ίδιου του εαυτού σας. Γιατί παρουσιάστηκε ο Χριστός, η ουράνια θύρα. Ανοίξτε δρόμο σ’ Αυτόν που πάτησε το πόδι Του στη φυλακή του Άδη. Το όνομά Του είναι Κύριος, και ως Κύριος μπορεί να περάσει τις πύλες του θανάτου. Εσείς φτιάξατε την είσοδο του θανάτου, Αυτός όμως ήλθε για να την διαπεράσει. Γι’ αυτό μη αργοπορείτε. Ανοίξτε τις πύλες και κάνετε γρήγορα. Ανοίξτε και μη αναβάλλετε. Και εάν νομίζετε Πώς θα σας περιμένουμε, σας λέμε Πώς θα διατάξουμε και θα ανοίξουν αυτόματα χωρίς να χρησιμοποιήσουμε το χέρι μας: Και γκρεμισθείτε αιώνιες πύλες.
ΚΖ. Και μόλις οι Αγγελικές δυνάμεις είπαν με δυνατή φωνή αυτά τα λόγια, αμέσως άνοιξαν οι πύλες, αμέσως έσπασαν οι αλυσίδες και οι μοχλοί. Έπεσαν οι κλειδαριές αμέσως και σείσθηκαν τα θεμέλια της φυλακής, και οι εχθρικές δυνάμεις τράπηκαν σε φυγή και έσπρωχνε ο ένας τον άλλον, και μπερδεύονταν τα πόδια του ενός στα πόδια του άλλου και φώναζε ο καθένας στον άλλον να φύγει. Έφριξαν, κλονίσθηκαν, θαύμασαν, ταράχθηκαν, άλλαξε το χρώμα τους, φοβήθηκαν, σταμάτησαν και γέμισαν με έκσταση, απόρησαν μαζί και τρόμαξαν. Και ο ένας στεκόταν μ’ ανοιχτό το στόμα, κι’ ο άλλος έκρυψε το πρόσωπο του στα γόνατα του. Και ο άλλος έπεσε κάτω απολιθωμένος και άλλος σαν νεκρός και σαν κολώνα, κι’ άλλος κυριεύθηκε με δέος και άλλος έπεσε κάτω με πρόσωπο τρομαγμένο στη θέα των ουρανίων Αγγέλων, και άλλος έτρεξε να κρυφτεί σε βαθύτερο μέρος.
ΚΗ. Τότε εκεί ο Χριστός έκοψε τα κεφάλια των σαστισμένων τυράννων. Εκεί θορυβήθηκαν γι’ Αυτόν, εκεί χαλάρωσαν τα χαλινάρια τους και έλεγαν: Ποιος είναι Αυτός ο δοξασμένος Βασιλιάς; Ποιος είναι Αυτός ο μέγας, Αυτός που ήλθε με τόσο μεγάλη συνοδεία, κάνοντας τόσο μεγάλα θαύματα; Ποιος είναι Αυτός ο ένδοξος Βασιλιάς που κάνει τώρα στον Άδη αυτά που δεν έγιναν ποτέ; Ποιος είναι Αυτός που βγάζει από εδώ τους κεκοιμημένους από την αρχή των αιώνων; Ποιος είναι Αυτός που διέλυσε και κατέστρεψε το ανίκητο θάρρος και τη δύναμη μας, Αυτός που έβγαλε από τη φυλακή του Άδη αυτούς που ήταν φυλακισμένοι από την αρχή των αιώνων;
ΚΘ. Προς αυτούς οι Αγγελικές δυνάμεις του Κυρίου απαντούσα και έλεγαν: Θέλετε να μάθετε, παράνομοι τύραννοι, ποιος είναι Αυτός ο δοξασμένος Βασιλιάς; Είναι ο δυνατός και παντοδύναμος Κύριος. Ο δυνατός και ισχυρός και ανίκητος στους πολέμους Κύριος. Αυτός είναι Εκείνος, ελεεινοί και παράνομοι τύραννοι που σας εξόρισε και σας έριξε κάτω από τις ουράνιες αψίδες. Αυτός είναι Εκείνος που στα νερά του Ιορδάνη έσπασε τα κεφάλια των δρακόντων σας. Αυτός είναι Εκείνος που επάνω στον Σταυρό σας έκανε θέατρο, σας διαπόμπευσε και σας αφαίρεσε τη δύναμη. Αυτός είναι Εκείνος που σας έδεσε και σας έριξε στο πυκνό σκοτάδι και την άβυσσο. Αυτός είναι Εκείνος που θα σας ρίξει στην αιώνια φωτιά και τη γέενα και θα σας εξοντώσει. Λοιπόν, μη αργοπορείτε και μη περιμένετε, αλλά τρέξτε γρήγορα και βγάλετε τους φυλακισμένους, τους οποίους μέχρι τώρα κακώς έχετε καταπιεί. Από τώρα και μπρος καταργείται το κράτος σας. Παύει η τυραννική σας εξουσία. Η αλαζονεία σας καταργείται οικτρά. Η καύχηση σας έφτασε στο τέλος της, και η δύναμη σας καταπατήθηκε και χάθηκε.
Λ. Αυτά έλεγαν οι νικήτριες Αγγελικές δυνάμεις του Κυρίου στις εχθρικές δυνάμεις και συγχρόνως ενεργούσαν με βιασύνη. Και άλλοι γκρέμιζαν τη φυλακή απ’ τα θεμέλια της. Άλλοι καταδίωκαν τις εχθρικές εξουσίες που έφευγαν από τα εξωτερικά μέρη προς τα βαθύτερα του Άδη για να σωθούν. Και άλλοι ερευνούσαν τα υπόγεια και τα φρούρια και τα σπήλαια, και έτρεχαν. Και άλλοι έφερναν δεσμώτες από διάφορες κατευθύνσεις στον Κύριο, και άλλοι έδεναν με άλυτα δεσμά τον τύραννο, και άλλοι ελευθέρωναν τους φυλακισμένους από την αρχή των αιώνων. Και άλλοι μεν έδιναν διαταγές, και άλλοι υπηρετούσαν στα γρήγορα. Και άλλοι έτρεχαν πριν από τον Κύριο που προχωρούσε βαθύτερα, και άλλοι Τον ακολουθούσαν ως νικηφόρο βασιλιά και Θεό.
ΛΑ. Καθώς, λοιπόν, αυτά έτσι γίνονταν στον Άδη και λέγονταν και όλα θορυβούνταν και σείονταν, και ο Κύριος κόντευε να φτάσει στα πιο κατώτερα μέρη, ο Αδάμ, αυτός που δημιουργήθηκε πριν από όλους, ο πρωτόπλαστος και πρωτόθνητος, που βρισκόταν πιο βαθειά από όλους, δεμένος πολύ γερά, άκουσε τα βήματα του Κυρίου, που ερχόταν προς τους φυλακισμένους και αναγνώρισε τη φωνή Του καθώς περπατούσε μέσα στο δεσμωτήριο. Στράφηκε τότε προς όλους όσοι ήταν μαζί του για αιώνες δέσμιοι και τους είπε: Ακούω τον ήχο των βημάτων Κάποιου που έρχεται προς εμάς. Και εάν πραγματικά μας αξίωσε Εκείνος να έλθει εδώ, τότε εμείς θα ελευθερωθούμε απ’ τα δεσμά μας. Εάν Τον δούμε πραγματικά ανάμεσα μας, τότε εμείς θα σωθούμε από τον Άδη.
ΛΒ. Και καθώς ο Αδάμ αυτά και άλλα σαν αυτά έλεγε προς όλους τους συγκαταδίκους του, μπαίνει ο Κύριος κρατώντας το νικηφόρο όπλο του Σταυρού. Μόλις Τον είδε ο πρωτόπλαστος Αδάμ, χτύπησε το στήθος του γεμάτος έκπληξη και φώναξε με δυνατή φωνή προς όλους λέγοντας: Ο Κύριος μου ας είναι μαζί με όλους. Και αποκρίθηκε ο Χριστός και είπε στον Αδάμ: Ας είναι μαζί και με το δικό σου πνεύμα. Και τον πιάνει από το χέρι και τον σηκώνει και του λέει: Σήκω εσύ που κοιμάσαι και αναστήσου από τους νεκρούς, και θα σε φωτίσει ο Χριστός. Εγώ ο Θεός σου, που για χάρη σου έγινα γιος σου, που για χάρη σου κι’ αυτούς που κατάγονται από εσένα λέω τώρα δίνοντας τους με την εξουσία μου την ελευθερία απ’ τα δεσμά τους: Βγείτε έξω. Και σ’ όσους βρίσκονται στο σκοτάδι λέω: Λάβετε φως. Και στους κεκοιμημένους λέω: Αναστηθείτε. Και εσένα, Αδάμ, προστάζω: Σήκω εσύ που κοιμάσαι, γιατί δεν σε δημιούργησα γι’ αυτό, για να μένεις δηλαδή φυλακισμένος στον Άδη. Αναστήσου από τους νεκρούς. Εγώ είμαι η ζωή των νεκρών. Αναστήσου δικό μου πλάσμα, αναστήσου εσύ η δική μου μορφή που σε δημιούργησα σύμφωνα με τη δική μου εικόνα. Σήκω να φύγουμε από εδώ. Γιατί εσύ είσαι μέσα σε μένα και εγώ μέσα σ’ εσένα. Εγώ ως άνθρωπος κι’ εσύ έχουμε την αυτή φύση. Για χάρη σου εγώ ο Θεός σου έγινα γιος σου. Για χάρη σου εγώ ο Δεσπότης έλαβα τη δική σου μορφή του δούλου. Για χάρη σου εγώ που βρίσκομαι υψηλότερα από τους ουρανούς, ήλθα επάνω στη γη και κατέβηκα πιο κάτω από τη γη. Για σένα τον άνθρωπο έγινα σαν αβοήθητος άνθρωπος αφημένος ανάμεσα στους νεκρούς. Για σένα που βγήκες μέσα απ’ τον κήπο — της Εδέμ—, παραδόθηκα στους Ιουδαίους μέσα στον κήπο —της Γεθσημανής— και μέσα στον κήπο σταυρώθηκα.
ΛΓ. Δες στο πρόσωπο μου τα φτυσίματα, που δέχτηκα για χάρη σου για να σε αποκαταστήσω όπως ήσουν όταν σου είχα δώσει το εμφύσημα μου. Δες τα ραπίσματα που δέχτηκα στα σαγόνια μου, που τα καταδέχτηκα για να επαναφέρω την αλλοιωμένη μορφή σου στο κατ’ εικόνα μου. Δες στη ράχη μου το μαστίγωμα που το καταδέχτηκα για να διαλύσω το φορτίο των αμαρτιών σου που είχες επάνω στην πλάτη σου. Δες τα καρφωμένα μου χέρια που καλώς τα άπλωσα επάνω στο ξύλο του Σταυρού για σένα που κακώς άπλωσες τα χέρια σου στο απαγορευμένο ξύλο – δέντρο. Δες τα πόδια μου που τρυπήθηκαν και καρφώθηκαν στο ξύλο του Σταυρού γιατί τα δικά σου πόδια κακώς έτρεξαν προς το δέντρο της παρακοής την έκτη ημέρα κατά την οποία βγήκε εναντίον σου η καταδικαστική απόφαση, και πάλι κατά την έκτη ημέρα εργάζομαι για την ανάπλαση σου και για το άνοιγμα του παραδείσου.
ΛΔ. Γεύθηκα για χάρη σου τη χολή για να σου θεραπεύσω την πικρή ηδονή που γεύθηκες από τον γλυκό εκείνο καρπό. Γεύθηκα το ξύδι, για να κατάργηση από εσένα το δριμύ κι’ αφύσικο ποτήριο του θανάτου. Δέχτηκα τον σπόγγο για να σβήσω το χειρόγραφο που έγραφε τις αμαρτίες σου. Δέχτηκα το καλάμι, για να υπογράψω την ελευθερία του ανθρωπίνου γένους. Ύπνωσα επάνω στον Σταυρό και τρυπήθηκα με λόγχη στην πλευρά, για σένα που σε ύπνωσα στον παράδεισο και έβγαλα από την πλευρά σου την Εύα. Η δική μου πλευρά θεράπευσε τον πόνο της πλευράς σου. Ο δικός μου ύπνος θα σε βγάλει έξω από τον ύπνο σου στον Άδη. Η λόγχη που με τρύπησε σταμάτησε τη ρομφαία που στρεφόταν εναντίον σου .
ΛΕ. Σήκω, λοιπόν, ας φύγουμε από εδώ. Σε έβγαλε ο εχθρός από τον γήινο παράδεισο. Σε αποκαθιστώ, όχι πλέον στον παράδεισο, αλλά σε ουράνιο θρόνο. Σε εμπόδισα να φας από το τυπικό δέντρο της ζωής, τώρα όμως ενώθηκα μαζί σου εγώ που είμαι η Ζωή. Διέταξα τα Χερουβίμ να σε φρουρούν σαν δούλο. Τώρα κάνω τα Χερουβίμ να σε προσκυνήσουν ως Θεό. Κρύφτηκες τότε από τον Θεό γιατί ήσουν γυμνός, να όμως τώρα που έκρυψες μέσα σου γυμνό τον Θεό. Ντύθηκες τον δερμάτινο χιτώνα της ντροπής, αλλά εγώ οντάς Θεός ντύθηκα τον ματωμένο χιτώνα της σάρκας. Γι’ αυτό σηκωθείτε, ας φύγουμε από εδώ, από τον θάνατο στη ζωή, από τη φθορά στην αφθαρσία, από το σκοτάδι στο αιώνιο φως. Σηκωθείτε, να φύγουμε από εδώ, από την οδύνη στην ευφροσύνη, από τη δουλεία στην ελευθερία, από τη φυλακή στην άνω ‘Ιερουσαλήμ, από τα δεσμά στην άνεση, από τη σκλαβιά στην τρυφή του παραδείσου, από τη γη στον ουρανό.
ΛΣΤ. Γι’ αυτόν τον σκοπό πέθανα και αναστήθηκα, για να γίνω Κύριος νεκρών και ζωντανών. Σηκωθείτε, να φύγουμε από εδώ, διότι ο ουράνιος Πατέρας μου περιμένει το χαμένο πρόβατο. Τα ενενήντα εννιά πρόβατα των Αγγέλων περιμένουν τον σύνδουλό τους Αδάμ πότε να αναστηθεί, και πότε να ανέβει, και πότε να επιστρέψει προς τον Θεό. Ο Χερουβικός θρόνος έχει ετοιμαστεί. Αυτοί που θα σας ανεβάσουν είναι γρήγοροι και βιάζονται. Ο χώρος του γάμου έχει προετοιμαστεί. Το δείπνο είναι στρωμένο. Οι αιώνιες σκηνές και οι τόποι διαμονής είναι έτοιμοι.. Έχουν ανοιχτεί οι θησαυροί των αγαθών, έχει ετοιμαστεί η βασιλεία των ουρανών πριν από αιώνες. Τα αγαθά που περιμένουν τον άνθρωπο δεν τα έχει δει μέχρι τώρα μάτι και αυτιά δεν άκουσαν γι’ αυτά, και δεν τα έβαλε νους ανθρώπου.
ΛΖ. Αυτά και άλλα σαν αυτά είπε ο Κύριος. Και ανασταίνεται ο Χριστός και ο ενωμένος μαζί Του Αδάμ κι’ ανασταίνεται μαζί και η Εύα. Αναστήθηκαν και πολλά άλλα σώματα δικαίων που είχαν πεθάνει από την αρχή των αιώνων, κηρύττοντας την τριήμερη ανάσταση του Κυρίου, την οποία, οι πιστοί ας την υποδεχτούμε κι ας τη δούμε κι’ ας την αγκαλιάσουμε, χορεύοντας μαζί με τους Αγγέλους και γιορτάζοντας μαζί με τους Ασωμάτους και δοξάζοντας μαζί τους τον Χριστό που μας ανέστησε από τη φθορά και μας ζωοποίησε. Σ’ Αυτόν ανήκει η δόξα και η δύναμη, μαζί με τον χωρίς αρχή Πατέρα Του και το Πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα Του, τώρα και πάντοτε και στους ατέλειωτους αιώνες. Αμήν.

O τελωνισμός των ψυχών

O τελωνισμός των ψυχών


Του Σεβ. Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ’ Αγίου Βλασίου Ιερόθεου Βλάχου
Ηλεκτρονική Επεξεργασία: Χρήστος Ναυπλιώτης
Σχετική με το προηγούμενο είναι και ή διδασκαλία της Αγίας Γραφής και των άγιων Πατέρων για τον τελωνισμό των ψυχών. Στο σημείο αυτό θα εξετάσουμε διεξοδικότερα το θέμα πού έχει σχέση με το φοβερό μυστήριο του θανάτου. Και, φυσικά, αυτό θα γίνει, αφ’ ενός μεν γιατί το συναντούμε σε όλη την βιβλικοπατερική παράδοση και ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αφ’ ετέρου δε για να ετοιμαζόμαστε για την φοβερή ώρα του θανάτου. Τα επόμενα δεν γράφονται για να προκληθή αγωνία, αλλά για να αναπτυχθεί μετάνοια, ή όποια έχει συνέπεια την χαρά, γιατί εκείνος πού έχει την δωρεά του Άγιου Πνεύματος και είναι ενωμένος με τον Χριστό, αποφεύγει την φοβερή παρουσία και ενέργεια των τελωνίων.
Σύμφωνα με την διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας, η ψυχή κατά την έξοδο της από το σώμα, αλλά και προηγουμένως, όταν ετοιμάζεται να εξέλθη από αυτό, αισθάνεται την παρουσία των δαιμόνων πού λέγονται τελώνια, και διακατέχεται από φόβο επειδή θα διέλθη δια των τελωνίων.
Φυσικά, πρέπει από την αρχή να πούμε ότι τα τελώνια -οι δαίμονες- δεν έχουν κυριαρχία πάνω στους δικαίους, σε αυτούς πού ενώθηκαν με τον Χριστό. Οι δίκαιοι όχι μόνον δεν θα περάσουν από τα λεγόμενα τελώνια, αλλά και δεν θα διακατέχονται από τον φόβο τους. Όλα αυτά θα τα δούμε καλύτερα, όταν παραθέσουμε την διδασκαλία των αγίων Πατέρων. Ο χαρακτηρισμός της διόδου της ψυχής δια των δαιμόνων ως τελωνισμός είναι ειλημμένος από τους τελώνες της εποχής εκείνης. Είναι καλό να δούμε λίγο αυτό το θέμα, για να κατανοήσουμε γιατί οι Πατέρες χαρακτηρίζουν την διέλευση της ψυχής από τους δαίμονες τελωνισμό.
Τελώνες στην αρχαία εποχή ονομάζονταν εκείνοι πού αγόραζαν τους δημοσίους φόρους από το Κράτος και στην συνέχεια τους εισέπρατταν από τον λαό[48]. Οι τελώνες χωρίζονταν σε δύο τάξεις. Η πρώτη τάξη περιελάμβανε τους λεγόμενους «δημοσιώνας ή δεκατευτάς», πού ήταν ή πλουσιότερη τάξη και η ισχύς της εξουσίας, και ή δεύτερη περιελάμβανε τους λεγόμενους δασμολόγους. Οι πρώτοι ήταν οι γενικοί δημόσιοι εισπράκτορες, πού είχαν αγοράσει τους φόρους από την Πολιτεία, ενώ οι δεύτεροι ήταν οι έμμισθοι υπηρέτες των πρώτων, πού εισέπρατταν τους φόρους από τον λαό και τους έδιναν στους δημοσιώνες.
Οι δασμολόγοι ήταν άδικοι αφού εισέπρατταν φόρους περισσότερους από όσους έπρεπε να αποδώσουν στους κυρίους τους. Γι’ αυτό και είχαν πολύ κακή φήμη στις αρχαίες κοινωνίες. Ο Πλάτων έλεγε ότι είναι βαρείς οι τελώνες, όχι τόσο όταν εισπράττουν τους φόρους από τα εμφανή των εισαγομένων, «αλλά όταν τα κεκρυμμένα ζητούντες, εν αλλοτρίοις σκεύεσι και φορτίοις αναστρέφονται». Γι’ αυτό, όταν ο Θεόκριτος ρωτήθηκε ποια είναι τα ωμότερα θηρία, απήντησε: «εν μεν όρεσιιν άρκτοι και λέοντες, εν δε πόλεσι τελώναι και συκοφάνται».
Οι τελώνες, στην προσπάθειά τους να εισπράξουν όσο το δυνατόν περισσότερους φόρους, και μάλιστα για να μην τους ξεφύγουν μερικοί που δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στην βαρύτατη και άδικη φορολογία, επινοούσαν διαφόρους τρόπους, δηλαδή, παραμόνευαν σε στενούς δρόμους και ουνελάμβαναν τους περαστικούς, εξαναγκάζοντάς τους να δώσουν τα οφειλόμενα- Πρόκειται για μια σκηνή πολύ δυσάρεστη και μισητή στους ανθρώπους της εποχής εκείνης.
Αυτήν ακριβώς την γνώριμη και μισητή εικόνα χρησιμοποιούν οι Πατέρες για να δώσουν στους ανθρώπους της εποχής εκείνης να καταλάβουν σε τι συνίσταται το φοβερό μυστήριο του θανάτου και τι φοβερά πράγματα εκτυλίσσονται κατά την ώρα που η ψυχή ετοιμάζεται να αποχώρηση, και κυρίως όταν εξέρχεται από το σώμα του ανθρώπου. Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος θα πει πολύ χαρακτηριστικά: «Ώσπερ εισίν οι τελώναι καθεζόμενοι εις τας στενός οδούς και κατέχοντες τους παριόντας και διασείοντες. ούτω και οι δαίμονες επιτηρούσι και κατέχουοι τας ψυχάς και εν τω εξέρχεσθαι αυτάς εκ του σώματος· εάν μη τελείως καθαρισθώσιν, ουκ επιτρέπονται ανελθείν εις τας μονάς του ουρανού και απαντήσαι τω Δεσπότη αυτών· καταφέρονται γαρ υπό των αερίων δαιμόνων»[49].
Βέβαια, η εικόνα των τελωνίων ανήκει στην πραγματικότητα της εποχής εκείνης. Όμως η διδασκαλία ότι οι δαίμονες κατά την έξοδο της ψυχής προσπαθούν να καταλάβουν την ψυχή του ανθρώπου αναφέρεται σε πολλά κείμενα της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας. Ήδη προηγουμένως είδαμε ότι, μετά τον θάνατο, τις μεν “ψυχές των δικαίων παραλαμβάνουν οι άγγελοι, τις δε ψυχές των αμαρτωλών και αμετανόητων παραλαμβάνουν οι δαίμονες. Με το μίσος που έχουν οι δαίμονες εναντίον των ανθρώπων θα ήθελαν όλους να κυριεύσουν και να τους έχουν στην εξουσία τους αιωνίως. Αλλά δεν μπορούν να έχουν εξουσία επάνω στους δικαίους.
Βασικό χωρίο το όποιο ερμηνεύουν οι Πατέρες της Εκκλησίας αναφορικά με τα τελώνια είναι το λεγόμενο από τον Χριστό λίγο πριν το Πάθος Του: «έρχεται γαρ ο του κόσμου άρχων και εν εμοί ουκ έχει ουδέν» (Ιω. ιδ’, 30). Ο άρχων του κόσμου είναι ο κοσμοκράτορας του κόσμου, ο διάβολος. Λέγεται κοσμοκράτορας όχι γιατί είναι πραγματικά ο άρχων και εξουσιαστής όλου του κόσμου, αλλά επειδή εξουσιάζει τον κόσμο της αδικίας. Ο Χριστός διακηρύσσει ότι ο διάβολος δεν έχει εξουσία πάνω Του. Αναφέρεται, βέβαια, εδώ στον διάβολο και τον θάνατο.
Ο Απόστολος Παύλος, αναφερόμενος στους νεκρούς πνευματικά ανθρώπους, τους εστερημένους της Χάριτος του θεού γράφει: «Και υμάς όντας νεκρούς τοις παραπτώμασι και ταις αμαρτίαις, εν αις ποτέ περιεπατήσατε κατά τον αιώνα του κόσμου τούτου, κατά τον άρχοντα της εξουσίας του αέρος, του πνεύματος του νυν ενεργούντος εν τοις υιοίς της απειθείας» (Εφ. Β’, 1-2). Στο χωρίο αυτό φαίνεται ότι οι άνθρωποι νεκρώνονται με τις αμαρτίες και την ενέργεια του διαβόλου.
Επίσης ο διάβολος χαρακτηρίζεται άρχων της εξουσίας του αέρος γιατί βρίσκεται στην ατμόσφαιρα και συνεχώς πολεμά τους ανθρώπους. Αυτήν ακριβώς την εικόνα έχουν υπ’ όψη τους οι Πατέρες και λένε ότι, όταν η ψυχή εξέρχεται από το σώμα και διέρχεται δια του αέρος προς τον ουρανό, συναντάται με τον άρχοντα του αέρος. Ακόμη, στο χωρίο αναφέρεται ότι ο άρχων αυτός ενεργεί και τώρα στους υιούς της απειθείας.
Υπάρχουν πολλά χωρία της Παλαιάς Διαθήκης τα όποια χρησιμοποιούνται από τους Πατέρες για να δηλώσουν τον λεγόμενο τελωνισμό των ψυχών, θα ήθελα να αναφέρω δύο από αυτά. Το ένα προέρχεται από ψαλμό του Δαυίδ, όπου εκεί ο Προφητάναξ, αναφερόμενος στον Θεό, λέγει: «Κύριε ο Θεός μου, επί σοι ήλπισα, σώσόν με εκ πάντων των διωκόντων με και ρυσαί με, μήποτε αρπάση ως λέων την ψυχήν μου, μη όντος λυτρουμένου μηδέ σώζοντος» (Ψαλμ. ζ’, 2 3).
Το άλλο χωρίο υπάρχει στο βιβλίο του Προφήτου Ιερεμίου. Εκεί λέγεται: «και εγένετο ως πυρ καιόμενον φλέγον εν τοις οστέοις μου, και παρείμαι πάντοθεν και ου δύναμαι φέρειν, ότι ήκουσα ψόγον πολλών συναθροιζομένων κυκλόθεν» (Ίερ. κ’, 9-10).
Ύστερα από την παράθεση των βασικοτέρων χωρίων πού ερμηνεύουν οι άγιοι Πατέρες, θα προχωρήσουμε στην διδασκαλία τους για τον λεγόμενο τελωνισμό των ψυχών. Πρέπει να πούμε ότι θα παραθέσουμε κατ’ αρχάς την διδασκαλία τους για τον τελωνισμό και στην συνέχεια θα αναφέρουμε την μυστική ερμηνεία για την κατάσταση αυτή. Όπως θα φανή καθαρότερα στα επόμενα, οι ψυχές των δικαίων δεν διακατέχονται από φόβο, επειδή έχουν την Χάρη του Θεού και οι δαίμονες δεν έχουν εξουσία πάνω τους. Οι ψυχές των αμετανόητων διακατέχονται από αγωνία και υπόκεινται στην επίδραση των δαιμόνων, αλλά και την ενέργεια των παθών. Υπάρχουν οι δαίμονες, αλλά δια του τελωνισμού εννοείται και η ενέργεια των παθών. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνούμε αυτό το σημείο, γιατί η άγνοιά του δημιουργεί εσφαλμένες αντιλήψεις. Ο αναγνώστης αυτού του κεφαλαίου πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός στην μελέτη της πατερικής διδασκαλίας.
Ο Μ. Βασίλειος, ερμηνεύοντας το ψαλμικό χωρίο «σώσόν με εκ πάντων των διωκόντων με, και ρύσαί με, μήποτε αρπάση ως λέων την ψυχήν μου» (Ψαλμ. ζ’, 2- 3) λέγει, ότι οι γενναίοι άνθρωποι που αγωνίσθηκαν σε ολόκληρη την ζωή τους εναντίον των αοράτων εχθρών, προς το τέλος της ζωής τους «ερευνώνται υπό του άρχοντος του αιώνος», ώστε αν ευρεθούν να έχουν τραύματα ή στίγματα ή αποτυπώματα αμαρτημάτων να τους κρατήσουν αιχμαλώτους. Εάν όμως ευρεθούν άτρωτοι και άσπιλοι, τότε «ως ακράτητοι όντες ως ελεύθεροι υπό Χριστού αναπαύσωνται». Γι’ αυτό ο ευρισκόμενος υπό το κράτος του θανάτου, επειδή γνωρίζει ότι «είς ο σώζων, είς ο λυτρούμενος», κράζει προς τον Χριστό τον σώζοντα: «ρύσαι δε με εκεί εν τω καιρώ της ερεύνης, μη ποτέ αρπάση ως λέων την ψυχήν μου». Και ο μεν Χριστός, επειδή ήταν απηλλαγμένος από την αμαρτία, είπε τον λόγο: «νυν ο άρχων του κόσμου τούτου έρχεται, και εν εμοί έξει ουδέν», για τον άνθρωπο, όμως, είναι αρκετό να πει ότι έρχεται ο άρχων του κόσμου και σε μένα «έξει ολίγα και μικρά»[50].
Η ώρα του θανάτου είναι φοβερή γιατί τότε ο άνθρωπος ενθυμείται τα αμαρτήματά του αλλά και διότι βλέπει φοβερά πράγματα. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μαρτυρεί ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι πού διηγούνται φοβερές οπτασίες, τις όποιες δεν μπορούν οι απερχόμενοι να αντικρίσουν. Είναι τόσο φοβερές ώστε «και την κλίνην αυτήν μετά πολλής της ρύμης τινάσσουσι κείμενοι, και φοβερόν ενορώσι τοις παρούσι».
Δηλαδή, από τον φόβο της ψυχής ταράσσεται και το σώμα, και ο άνθρωπος κάνει ενέργειες πολύ συνταρακτικές. Και ο ιερός Χρυσόστομος προσθέτει ότι εάν φοβόμαστε στην θέα φοβερών ανθρώπων, πόσο μάλλον θα φοβόμαστε, όταν δούμε κατά την έξοδο της ψυχής από το σώμα. «αγγέλους απειληφότας (να μας απειλούν) και δυνάμεις απότομους…». Η ψυχή που αποχωρίζεται το σώμα θρηνολογεί άσκοπα και μάταια[51].
Στο θέμα αυτό αναφέρεται και ο άγιος Συμεών ό νέος θεολόγος, τονίζοντας ιδιαίτερα ότι εκείνος πού έχει το Φως του Θεού νικά τους δαίμονες πού έρχονται πλησίον του, γιατί οι δαίμονες καίγονται από το θείο Φως. Αυτό γίνεται και τώρα, όσο ό άνθρωπος ευρίσκεται στην θεωρία και ενδύεται το Φως του Θεού. Πολύ περισσότερο θα γίνη κατά την έξοδο της ψυχής από το σώμα. Λέγει ότι δεν θα υπάρχει κανένα όφελος για τον Χριστιανό από τον πνευματικό αγώνα που διεξάγει, εάν δεν καταφλεχθή ο διάβολος από το Φως του Θεού. Πράγμα το οποίο σημαίνει ότι η ουσία και ο σκοπός της πνευματικής ζωής είναι να ενωθεί ό άνθρωπος με το Φως. Γράφει ο άγιος Συμεών:
«Ει μη ο άρχων έλθοιε του σκότους και την δόξαν ίδοι συνούσα μοι την σην και αισχυνθή εις άπαν, ο σκοτεινός καταφλεχθείς απροσίτω φωτί σου, και αι δυνάμεις άπασαι συν αυτώ εναντίαι τραπήσονται σημείωσιν σφραγίδος σης ίδουσαι, καγώ δε διελεύσομαι θαρρών τη χάριτί σου, ατρέμας όλος, και προς σε εγγίσω και προσπέσω, τι μοι των νυν το όφελος εν εμοί γινομένων;»[52].
Οι δαίμονες, που θέλουν έστω και την τελευταία στιγμή να καταλάβουν την ψυχή του ανθρώπου, χαρακτηρίζονται από τον άγιο Διάδοχο Φωτικής ταρτάριοι άρχοντες, δηλαδή άρχοντες του άδου. Ο άνθρωπος που αγαπά τον Θεό δεν θα διακατέχεται από φόβο, γιατί η αγάπη έξω βάλλει τον φόβο, και θα προσπέραση ελεύθερα «τους ταρταρίους- άρχοντας». Η ψυχή του ανθρώπου που χαίρεται με την αγάπη του Θεού, κατά την ώρα της εξόδου, «επάνω πασών των σκοτεινών παρατάξεων συν τοις αγγέλοις της ειρήνης φέρεται»[53].
Έτσι, οι άγιοι Πατέρες δεν αρκούνται να τονίζουν την ύπαρξη των δαιμόνων και την επιθετική μανία τους εναντίον των ανθρώπων, αλλά τονίζουν και τον τρόπο με τον όποιο μπορούμε να ξεφύγουμε τις απειλές τους. Με την τελεία εξαγόρευση των αμαρτιών απαλλάσσεται κανείς από την δειλία και τον φόβο, γεμίζει από την αγάπη του Χριστού και τότε ελευθερώνεται από την κακία των δαιμόνων. Ο διάβολος δεν έχει καμιά εξουσία πάνω του.
Ο αββάς Ησαΐας ονομάζει τους δαίμονες, που πλησιάζουν την ψυχή όταν εξέρχεται από το σώμα, «άρχοντας του σκότους» και «άρχοντας της πονηρίας». Διδάσκει ότι όταν η ψυχή του ανθρώπου εξέρχεται από το σώμα πορεύονται μαζί της οι άγγελοι. Τότε, όμως, εξέρχονται και οι δυνάμεις του σκότους για να την συναντήσουν και να την κατακυριεύσουν. Την στιγμή εκείνη οι άγγελοι δεν πολεμούν με τους δαίμονες, αλλά τειχίζουν τον άνθρωπο με τα καλά έργα τα όποια έχει διαπράξει. Όταν ο άνθρωπος νικήση τους δαίμονες, λόγω των καλών έργων πού έχει διαπράξει στην ζωή του, τότε «χαρήσονται μετ’ αυτού οι Άγγελοι, όταν ίδωσιν αυτόν, απαλλαγέντα των εξουσιών του σκότους». Γι’ αυτό και ο αββάς Ησαΐας προτρέπει να αγαπήσουμε την ειρήνη, την φιλανθρωπία, την μελέτη του Θεού και την δικαιοσύνη Του, να παραβλέψουμε την χρεία του κόσμου και την τιμή του κ.λ.π.[54].
Στο Γεροντικό υπάρχει ή διδασκαλία του Θεοφίλου Αρχιεπισκόπου σχετικά με το θέμα πού μας απασχολεί, ο οποίος ισχυρίζεται ότι κατά τον καιρό της εξόδου γίνεται ένα δικαστήριο μεταξύ των αγγέλων και των δαιμόνων. Οι δαίμονες παρουσιάζουν «πάντα τα εν γνώσει και αγνοία αμαρτήματα τα από γενέσεως μέχρι της τελευταίας ώρας αυτής» και κατηγορούν τον άνθρωπο. Επίσης, οι άγγελοι αναφέρουν τα καλά έργα που έπραξε η ψυχή του συγκεκριμένου ανθρώπου, Τότε η κρινομένη ψυχή βρίσκεται σε μεγάλο φόβο.
Αν νικήσουν οι δαίμονες ακούγεται η φωνή: «αρθήτω ο ασεβής, ίνα μη ίδη την δόξαν Κυρίου». Αν όμως εξέλθη νικήτρια και της δοθή η ελευθερία, ντροπιάζονται οι δαίμονες, οι δε άγγελοι παραλαμβάνουν την ψυχή και την οδηγούν «εις την ανεκλάλητον χαράν εκείνην και δόξαν»[55].
Τις απόψεις αυτές συναντούμε σε πολλά κείμενα των Πατέρων. Ο Ησύχιος ο Πρεσβύτερος εύχεται, ώστε, όταν έλθη ο άρχων του σκότους, να βρη λίγα ανομήματα και ευτελή[56]. Διδάσκει δε ότι, όταν ή ψυχή έχη μαζί της τον Χριστό, τότε «αυτός ποιήσει την εκδίκησιν αυτής εν τάχει»[57].
Επίσης, ο όσιος Θεόγνωστος λέγει ότι ο δίκαιος ανέρχεται στον ουρανό με ειρήνη «προς τον υψόθεν ήκοντα φαιδρόν τε και ιλαρόν άγγελον» και με την βοήθεια του διαπερνά ανεμποδίστως τον αέρα, χωρίς καθόλου να παραβλάπτεται «υπό των της πονηρίας πνευμάτων»[58].
Οι άγιοι Πατέρες διδάσκουν όλα αυτά όχι από την φαντασία τους, αλλά από αποκαλυπτικές εμπειρίες. Άλλοτε τους τα απεκάλυψαν άλλοι άγιοι άνθρωποι και άλλοτε οι ίδιοι, φωτιζόμενοι από τον Θεό, είχαν τέτοιες φοβερές εμπειρίες.
Ο Μέγας Αντώνιος έφθασε κάποτε στο σημείο να δει προσωπικά τέτοια φοβερά πράγματα. Ευρισκόμενος στο κελί του, έφθασε σε αρπαγή και τότε είδε τον εαυτό του να βγαίνη από το σώμα του και να πορεύεται στον αέρα, οδηγούμενο προφανώς από αγγέλους. Κάποιοι πικροί και φοβεροί τους εμπόδισαν να ανέλθουν στον ουρανό και ζητούσαν λόγο για μερικές πράξεις. Τότε οι οδηγούντες τον Μ. Αντώνιο πολεμούσαν με τους δεινούς εκείνους δαίμονες, λέγοντας ότι επειδή όσα διέπραξε από την γέννηση του τα συνεχώρησε ο Θεός, να τον κατηγορήσουν μόνον για όσα έπραξε από την στιγμή πού έγινε μοναχός. «Τότε κατηγορούντων και μη ελεγχόντων, ελευθέρα γέγονεν και ακώλυτος η οδός»[59].
Σε μια φοβερή διήγηση του Μ. Αντωνίου αναφέρεται το έξης: Κατά την διάρκεια της νύκτας μια φωνή ξύπνησε τον Μ. Αντώνιο και τον προέτρεψε να βγει από το κελί του για να δει. Τότε πραγματικά είδε κάποιον «μακρόν, αειδή και φοβερόν», που ήταν ο διάβολος, να στέκεται όρθιος, έχοντας υψωμένα τα χέρια του, και άλλους να εμποδίζει να ανέρχονται, αφού τους κρατούσε, και για άλλους να τρίζη τα δόντια του, γιατί του ξέφυγαν και ανέβαιναν στον ουρανό. Αποκαλύφθηκε δε στον Μ. Αντώνιο ότι αυτό το φοβερό θέαμα «των ψυχών είναι την πάροδον»[60].
Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης περιγράφει ένα φοβερό θέαμα, πού είδε ο ερημίτης Στέφανος, που ησκείτο στο όρος Σινά, κοντά στο σπήλαιο του Προφήτη Ηλία. Την παραμονή του θανάτου του, ενώ είχε τα μάτια του ανοικτά, περιέπεσε σε έκσταση και παρατηρούσε γύρω από την κλίνη του, πότε δεξιά και πότε αριστερά. Τον άκουγαν οι παριστάμενοι να αποκρίνεται σαν να τον ανέκριναν κάποιοι. Άλλοτε έλεγε: «ναι, όντως είναι αλήθεια· αλλ’ ενήστευσα τοσούτους χρόνους υπέρ τούτου». Άλλοτε έλεγε: «ουχί· όντως ψεύδεσθε, τούτο ουκ εποίησα». Άλλοτε «ναι, αληθώς τούτο· ναι· αλλ’ έκλαυσα· αλλά διηκόνησα». Άλλοτε έλεγε «όντως κατηγορείτε μου». Μερικές φορές έλεγε, «ναι αληθώς, ναι· και προς ταύτα τι ειπείν ουκ έχω· εν τω Θεώ εστί το έλεος». Και ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης προσθέτει ότι ήταν ένα θέαμα φρικτό και φοβερό «και αόρατον και ασυγχώρητον λογοθέσιον». Το δε φοβερότερο ήταν ότι τον κατηγορούσαν για πράγματα τα όποια δεν είχε πράξει[61].
Από όσα παραθέσαμε φαίνεται ότι σε όλη την παράδοση της Εκκλησίας γίνεται λόγος για την ύπαρξη των τελωνίων, πού είναι τα δαιμόνια, τα εναέρια πνεύματα, τα οποία όχι μόνο σε όλη την ζωή πολεμούν από μίσος και κακία τον άνθρωπο, αλλά κυρίως και προ παντός προ της εξόδου και μετά την έξοδο της ψυχής από το σώμα.
Στην παράδοση, όμως της Εκκλησίας φαίνεται καθαρά ότι οι δαίμονες δεν έχουν κυριαρχία πάνω στους ανθρώπους του Θεού, γιατί όσοι είναι ενδεδυμένοι τον Θεό δεν περνούν τέτοιο μαρτύριο. Εάν στον Χριστό ο άρχων του κόσμου δεν είχε καμιά εξουσία, αυτό συμβαίνει και με τους ανθρώπους εκείνους πού είναι ενωμένοι μαζί Του. Γι’ αυτό και οι Πατέρες συνιστούν ότι πρέπει να ζούμε εκκλησιαστικά, με μετάνοια, εξομολόγηση και εργασία πνευματική, να ζούμε μέσα στην Εκκλησία και να κοιμηθούμε μέσα στην Εκκλησία με την ορθόδοξη πίστη, τις ευχές των Πατέρων μας, ώστε να μην έχει εξουσία πάνω μας ο άρχων του σκότους και τα πνεύματα της πονηρίας.
Γεγονός πάντως είναι ότι, κατά την έξοδο της ψυχής από το σώμα γίνεται μεγάλη μάχη, κυρίως σε ανθρώπους που έχουν ελλιπή κάθαρση. Το φοβερό είναι ότι πολλοί άνθρωποι στην εποχή μας πεθαίνουν χωρίς να έχουν συνείδηση της συγκλονιστικής ώρας του θανάτου. Δηλαδή, οι ασθένειες της εποχής μας, αλλά και η δυνατή φαρμακευτική αγωγή αλλοιώνουν την ψυχοσωματική συγκρότηση του ανθρώπου και τον δυσκολεύουν να περάσει με κατάλληλη προσοχή, φόβο Θεού και προσευχή αυτές τις κρίσιμες ώρες. Και, βέβαια, τα φάρμακα βοηθούν να μην πονούμε από τις ασθένειες, αλλά, όμως, αλλάζουν και όλη την ψυχοσωματική μας συγκρότηση και δεν μας επιτρέπουν να έχουμε συνείδηση αυτών των γεγονότων και να ζητήσουμε το έλεος από τον Θεό.
Οι ώρες αυτές είναι πολύ κρίσιμες. Γι’ αυτό και όσοι έχουν φόβο Θεού και επίγνωση των κρισίμων στιγμών προσεύχονται να συνειδητοποιήσουν τα γεγονότα της ώρας εκείνης. Πραγματικά, είναι ευκαιρία ό άνθρωπος να μετανοήσει για όσα έχει διαπράξει, να ζήτηση το έλεος του Θεού. Η νήψη, κατά την φρικτή αυτήν ώρα, είναι σπουδαιότατο έργο. Γι’ αυτό και η Εκκλησία εύχεται στον Θεό να μας απαλλάξει από «αιφνιδίου θανάτου».
Την ύπαρξη όμως των τελωνίων πρέπει να την δούμε από δύο πλευρές. Η μια πλευρά είναι το μίσος των δαιμόνων και η άλλη η ύπαρξη των παθών. Στην πατερική διδασκαλία παρατηρούμε ότι γίνεται και μια άλλη ερμηνεία των τελωνίων. Χωρίς, βέβαια, να παραβλέπεται η διδασκαλία περί της υπάρξεως των αρχόντων του σκότους και των πνευμάτων της πονηρίας.
Θα ήθελα στο σημείο αυτό να στρέψουμε την προσοχή μας και στην μυστική διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας για τα τελώνια.
Είπαμε και προηγουμένως ότι, όταν ή ψυχή του ανθρώπου πρόκειται να φύγει από το σώμα, επανέρχεται η ενθύμηση των αμαρτημάτων, τα οποία ο άνθρωπος διέπραξε στην ζωή του. Είναι μια πραγματικά αφόρητη κατάσταση. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρεται σε αυτό το γεγονός. Λέγει ότι την τελευταία ημέρα της βιολογικής ζωής του ανθρώπου «συστρέφει ψυχήν αμαρτήματα», δηλαδή, τα αμαρτήματα ανακατεύουν την ψυχή. Πρόκειται περί των παθών τα όποια «κάτωθεν την καρδίαν ανακινεί»[62]. Τα πάθη ζητούν ικανοποίηση, αλλά ο άνθρωπος δεν μπορεί να ανταποκριθεί. Πρόκειται για φοβερή κατάσταση.
Η ανικανοποίητη αυτή επιθυμία της ψυχής εντείνεται ακόμη περισσότερο, όταν αποχωρίζεται από το σώμα. Ο άγιος Γρήγορος ο Νύσσης θέτει στο στόμα της αδελφής του Μακρίνης μια τέτοια ερμηνεία. Λέγει ότι, όπως συμβαίνει με τους ανθρώπους, που για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα παρέμειναν σε τόπους βρωμερούς να μην απαλλάσσονται από την αηδία της βρωμιάς, έστω κι αν στην συνέχεια κατοικούν σε καθαρό αέρα, το ίδιο γίνεται με την ψυχή όταν αποχωρίζεται από το σώμα. Οι φιλόσαρκοι άνθρωποι, έστω κι αν στράφηκαν στον αειδή και λεπτό βίο, δεν απαλλάσσονται από την σαρκική δυσωδία. Ακριβώς τότε η ψυχή γίνεται υλωδεστέρα και δι’ αυτού του τρόπου «πλέον αυτοίς η οδύνη βαρύνεται». Και ο άγιος Γρηγόριος προσθέτει ότι, αν είναι αλήθεια αυτό που λέγουν μερικοί, ότι παρουσιάζονται σκιές φαντασμάτων των νεκρών στους τόπους που είναι τα σώματά τους αυτό είναι δείγμα ότι η ψυχή δεν θέλει να αποχωρισθή από τον σαρκικό βίο, έστω κι αν εξήλθε από το σώμα. Η παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου, όπου φαίνεται ότι ο Πλούσιος ευρισκόμενος στον Άδη ενδιαφερόταν για τους συγγενείς του, αποδεικνύει ότι πραγματικά οι ψυχές των φιλόσαρκων ανθρώπων δεν μπορούν να αποχωρισθούν τα πάθη, που συνιστούν τον σαρκικό βίο[63].
Ξέρουμε από την Ορθόδοξη Παράδοση ότι υπάρχουν πάθη σωματικά και πάθη ψυχικά. Επειδή υπάρχει ενότητα μεταξύ ψυχής και σώματος, γι’ αυτό υπάρχει σχέση μεταξύ ψυχικών και σωματικών παθών. Τα ψυχικά πάθη ενεργούν δια των αισθήσεων του σώματος.
Όταν η ψυχή απαλλαγή από το σώμα, τότε δεν μπορεί να ικανοποίηση τα πάθη της. Τα ανικανοποίητα πάθη δημιουργούν αφόρητο πόνο και πνιγηρά κατάσταση, πνίγουν την ψυχή. Αυτό συνιστά πραγματική κόλαση και φοβερή οδύνη. Γι’ αυτό και οι άγιοι Πατέρες συνιστούν την κάθαρση της ψυχής από τα πάθη όσο καιρό βρίσκεται στον παρόντα βίο, ώστε να είναι απαλλαγμένη και ελεύθερη μετά την έξοδο της. Πρέπει να την ικανοποιεί και την ελκύει αυτός ο ίδιος ο Θεός.
Υπάρχει και ένα άλλο πρόβλημα για την ψυχή μετά την έξοδο της από το σώμα. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης διδάσκει ότι κάθε φύση ελκύεται από τα όμοια τα συγγενή της. Έτσι και η ψυχή ελκύεται προς το θείο και συγγενές της, αφού ο άνθρωπος συγγενεύει με τον Θεό, φέροντας μέσα του τα μιμήματα του αρχετύπου. Η ψυχή, μετά την έξοδο της από το σώμα είναι ελαφρά από κάθε σωματική αλγηδόνα, γι’ αυτό η προσχώρηση προς το επισπώμενο γίνεται εύκολη και ευχάριστη, δηλαδή πορεύεται εύκολα προς τον Θεό. Αν όμως η ψυχή είναι ενωμένη με τα υλικά και τους ήλους των παθών, τότε υποφέρει και πάσχει, όπως πάσχει και το σώμα κατά την διάρκεια των σεισμών, όταν δεν είναι μόνον καταπλακωμένο από το βάρος των προσχωμάτων, αλλά είναι δυνατόν να κατατρυπάται και από διάφορα αιχμηρά αντικείμενα, πού βρίσκονται μέσα στο χώμα[64].
Αυτό ακριβώς συνιστά το μεγάλο μαρτύριο της ψυχής. Βιώνει ένα τρομερό, θα λέγαμε, διχασμό. Αφ’ ενός μεν θέλει να ανέλθει προς τον Θεό και να ενωθεί μαζί Του, αφού είναι εικόνα Του, αφ’ ετέρου δε δυσκολεύεται από τα πάθη που την κατατρυπούν, την πιέζουν και την βασανίζουν. Και αυτή η άποψη είναι ένα μέρος της ερμηνείας των αγίων Πατέρων για τα τελώνια. Το μαρτύριο της ψυχής που χωρίζεται από το σώμα το περιγράφει κατά τρόπο θαυμάσιο και ρεαλιστικό ο αβάς Δωρόθεος. Λέγει ότι κατά την διάρκεια της ζωής αυτής η ψυχή παρηγορείται δια του περισπασμού της από τα πάθη. Μπορεί να αισθάνεται μεγάλη οδύνη μεγάλο και τρομερό πόνο άλλα δια του σώματος και των παθών μπορεί να παρακληθεί και να απαλύνει τον πόνο της. Σε μια τέτοια μελαγχολική και φρικτή κατάσταση ο άνθρωπος «τρώγει, πίνει, κοιμάται, συντυγχάνει, απάγεται μετά αγαπητών», δηλαδή ψυχαγωγείται με αγαπητά του πρόσωπα. Έτσι, λοιπόν, παρηγορείται μερικώς και διευκολύνεται να ξεχνά το βαθύτερο πρόβλημα που τον απασχολεί. Όταν όμως η ψυχή εξέρχεται από το σώμα, «μονούται αυτή και τα πάθη αυτής, και λοιπόν κολάζεται πάντοτε υπ’ αυτών». Τότε η ψυχή φλέγεται από την ενόχληση των παθών, διασπαράσσεται από αυτά και δεν μπορεί να μνημονεύει τον Θεό. Αυτό είναι μια πραγματική τραγωδία, γιατί τότε, λόγω και της μη υπάρξεως του σώματος, δεν μπορεί να αισθανθεί και την παραμικρή παράκληση.
Στην συνέχεια ο αββάς Δωρόθεος χρησιμοποιεί ένα καταπληκτικό παράδειγμα. Αν κάποιος άνθρωπος κλεισθεί σε ένα σκοτεινό κελί, χωρίς να φάγη τρεις ήμερες, ούτε να πιει, ούτε να κοιμηθεί, χωρίς να συνομιλήσει με κανέναν, να μη ψάλει, να μην προσεύχεται, ούτε να μνημονεύει καθ’ ολοκληρίαν τον Θεό, τότε θα πληροφορηθή «τι ποιούσιν εις αυτόν τα πάθη». Πραγματικά, σε μια τέτοια κατάσταση εξαγριώνεται η ψυχή και όλος ο άνθρωπος. Αυτό το επιβεβαιώνουν διάφοροι πού δοκιμάζουν το μαρτύριο των βασανιστηρίων και της φρικτής φυλακής. Αν αυτό συμβαίνει και όσο η ψυχή συνδέεται με το σώμα, ποσό μάλλον όταν εξέλθει από το σώμα και απομονωθεί μαζί με τα πάθη.
Χρησιμοποιεί ο αβάς Δωρόθεος και την εικόνα του αρρώστου που καίγεται από τον πυρετό. Αυτό, φυσικά, δημιουργεί και πολλά άλλα προβλήματα, ιδιαιτέρως αν ο άνθρωπος έχει σώμα μελαγχολικό και δύσκρατο. Το ίδιο συμβαίνει και με την εμπαθή ψυχή. «Πάντοτε κολάζεται η αθλία υπό της ιδίας κακοεξίας έχουσα αεί την πικράν μνήμην και την επώδυνον αδολεσχίαν των παθών καιόντων αεί και καταφλεγόντων αυτήν». Αν σε αυτό το βάσανο και μαρτύριο της ψυχής προσθέσει κανείς και τους φοβερούς τόπους της Κολάσεως και τους δαίμονες και το πυρ και το σκότος κ.λ.π. τότε καταλαβαίνει το μαρτύριο και το βάσανο της ψυχής, μετά την έξοδο της και την παραμονή της στον Άδη και την Κόλαση[65].
Τα όσα είπαμε μέχρι τώρα δείχνουν τι ακριβώς είναι τα τελώνια, για τα οποία γίνεται λόγος στα πατερικά κείμενα. Αφ’ ενός μεν είναι τα πάθη της ψυχής, τα όποια λόγω της μη υπάρξεως του σώματος δεν μπορούν να ικανοποιηθούν, και, φυσικά, αυτά τα πάθη πνίγουν την ψυχή, αφ’ έτερου δε είναι οι πονηροί δαίμονες, οι όποιοι είχαν αποκτήσει κυριαρχία πάνω στους εμπαθείς ανθρώπους και είναι φυσικό μετά την έξοδο της ψυχής να έχουν μεγαλύτερη κυριαρχία πάνω τους. Οι δίκαιοι άνθρωποι, που κατά την διάρκεια της ζωής τους καθάρισαν την ψυχή και το σώμα από ψυχικά και σωματικά πάθη και έχουν ενδυθεί τον αρραβώνα του Πνεύματος και ενώθηκαν με τον Θεό, αποφεύγουν την εξουσία των τελωνίων, αφού οι δαίμονες δεν έχουν καμία εξουσία πάνω τους. Η ψυχή των δικαίων οδηγείται ελεύθερη και απερίσπαστη προς τον Θεό, με τον οποίο είναι ενωμένη.
Έτσι, λοιπόν, όλο το πρόβλημα δεν είναι να φοβόμαστε τα τελώνια, αλλά να θεραπεύσουμε την ψυχή μας και όλη μας την ύπαρξη, όσο ζούμε στον κόσμο αυτόν, από τα πάθη, να μετέχουμε της ακτίστου Χάριτος του Θεού, ώστε τότε η έξοδος της ψυχής από το σώμα να είναι υπόθεση χαράς και ευφροσύνης.
Αποσπασμα από το βιβλίο: «Η ΖΩΗ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ»
του Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου & Αγ. Βλασίου Ι. Βλάχου, εκδόσεις «Πελαγία», σελ 66-84
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
48. Βλ. εκτενή ανάλυση εις Γ. Κωνσταντίνου; Λεξικόν των αγίων Γραφών, έκδ. Γρηγόρη, σελ. 966
49. Μακαρίου Αιγυπτίου, Φιλοκαλία Νηπτικών και Ασκητικών, έκδ. «Γρηγόριος Παλαμάς», τόμος 7ος, σελ. 580
50. Μ. Βασιλείου έργα. 5 ΕΠΕ, σελ. 44-46
51. Ιωάννου Χρυσοστόμου έργο. 11 ΕΠΕ, σελ. 170
52. sc 174, σελ. 310
53. Διαδόχου Φωτικής, Φιλοκαλία Νηπτικών καί ασκητικών, Πατερικαί εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», τόμος 9ος, σελ, 286
54. Ευεργετινός, ένθ. άνωτ. σελ.101-102
55. ένθ. άνωτ. σελ. 102-103
56. Ησυχίου Πρεσβυτέρου. Φιλοκαλία. έκδ. Παπαδημητρίου, τόμος Α’, σελ. 166, ρξα’
57. ένθ. άνωτ. σελ. 164, ρμθ’
58. Οσίου Θεογνώοτου, Φιλοκαλία, έκδ. Παπαδημητρίου, τόμος Β’. σελ. 267, ξα’
59. Ευεργετινός, ένθ. άνοτ. σελ. 99
60. ενθ. άνωτ. σελ. 100
61. Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτου, έκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 67
62. Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, ΕΠΕ. τόμος 11, σελ. 168
63. Γρηγορίου Νύσσης εργα. 1 ΕΠΕ, σελ. 298-300
64. ενθ. ανωτ. σελ. 310
65. Αββά Δωροθέου, Φιλοκαλία Νηπτικών και ασκητικών, Πατερικαί εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», τόμος 12, σελ. 496-498.