Κυριακή 25 Αυγούστου 2013

ΜΕΤΑ τὸν διορισμὸ τοῦ Γέροντος Μωϋσέως ΣΤΑΡΕΤΣ


ΜΕΤΑ τὸν διορισμὸ τοῦ Γέροντος Μωϋσέως

ὡς ῾Ηγουμένου, ὁ ἀδελφός του ΑΝΤΩΝΙΟΣ

τοποθετήθηκε ἐπὶ κεφαλῆς τῆς ῾Ιερᾶς Σκή-

της (1825) 3.

᾿Εκ νεότητος αὐτοῦ ποθοῦσε νὰ ἀκο-

λουθήση τὸν μοναχικὸ βίο. Μετέβη στὸ

δάσος τοῦ Ροσλάβλ, ὅπου ἀσκήτευε ὁ

κατὰ σάρκα ἀδελφός του Γέρων Μωϋσῆς,

ἀφοῦ προηγουμένως ὑπέστη πολλὰ βά-

σανα καὶ ταλαιπωρίες ἀπὸ τοὺς στρατι-

ῶτες τοῦ Ναπολέοντος, κατὰ τὴν ἅλωσι

τῆς Μόσχας (1812).

Διδάχθηκε μέσα στὴν ἡσυχία τὴν πλήρη ἐκκοπὴ τοῦ ἰδίου θελήμα-

τος καὶ τὴν ταπείνωσι, ἡ ὁποία ἐπιτρέπει στὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ νὰ

ἐνεργῆ στὴν καρδιὰ τοῦ Μοναχοῦ.

Σὲ ὅλη του τὴν ζωή, θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του ὑποτακτικὸ τοῦ

ἀδελφοῦ του Γέροντος Μωϋσέως, ὁ ὁποῖος συχνὰ τοῦ ἐφέρετο

αὐστηρὰ γιὰ νὰ τὸν δοκιμάση. ῾Ο ᾿Αντώνιος παρέμενε ἐνώπιόν τοῦ

Γέροντος πάντοτε σιωπηλὸς ἀπὸ σεβασμό, στὸν ὁποῖο καὶ ἐξαγο-

ρευόταν καὶ τὸν παραμικρὸ λογισμό του.

Εἶχε μεγάλο ζῆλο γιὰ τὶς ἱερὲς ᾿Ακολουθίες καὶ ὅταν ἐπέστρεφε

στὸ κελλί του, ἀφιέρωνε ὅλο τὸν ἐλεύθερο χρόνο του στὴν μελέτη

καὶ τὴν προσευχή.

᾿Αφοῦ ἐκαθάρισε τὸ ἔδαφος τῆς νεοπαγοῦς Σκήτης μὲ τὰ ἴδια

του τὰ χέρια καὶ ἔκτισε τὰ πρῶτα κελλιά, ἐπὶ δεκατέσσερα χρόνια

5

ἐπαγρυπνοῦσε γιὰ τὴν ὀργάνωσι τῆς Σκήτης, ἀναλαμβάνοντας ὁ

ἴδιος τὶς ἐργασίες, τὶς ὁποῖες οἱ ᾿Αδελφοὶ δὲν εἶχαν τὴν δυνατότητα

νὰ φέρουν εἰς πέρας.

῾Η ᾿Αδελφότης ἦταν ὠργανωμένη σὰν πραγματικὸς προθάλαμος

τῶν Οὐρανῶν. ᾿Εθαύμαζε κανεὶς τὴν αὐστηρότητα, τὴν ταπείνωσι

καὶ τὴν ἁπλότητα τῶν Μοναχῶν, καθὼς καὶ τὴν εὐλάβεια καὶ τὴν

βαθειά τους κατάνυξι στὶς πολύωρες ᾿Ακολουθίες.

῾Υπὸ τὴν καθοδήγησί τοῦ Στάρετς ᾿Αντωνίου, ἡ ῾Ιερὰ Σκήτη κατέστη

πόλος ἕλξεως πνευματοφόρων ἀνδρῶν.

῍Αν καὶ ἦταν συχνὰ ἄρρωστος καὶ ἐπὶ τριάντα χρόνια ὑπέφερε

ἀπὸ πυώδη ἕλκη στὰ πόδια καὶ πονοῦσε σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε

ἐνόμιζε ὅτι τοῦ ἔκοβαν αὐτὰ μὲ πριόνι, ὁ ᾿Αντώνιος εἶχε πάντοτε

ἱλαρὸ πρόσωπο καὶ ἀντιμετώπιζε τὶς δοκιμασίες ὡς θεόσταλτη θε-

ραπεία γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς του.

῎Εκανε ὑπομονὴ καὶ ἐκμεταλλευόταν τὶς περιόδους, κατὰ τὶς ὁποῖες

δὲν τοῦ ἦταν δυνατὸν νὰ ἐξέλθη ἀπὸ τὸ κελλί του, ὥστε νὰ ἀφιε-

ρώνεται στὴν μελέτη καὶ τὴν προσευχή· μόλις δὲ ἀνακτοῦσε τὶς

δυνάμεις του, ἀνελάμβανε ἐκ νέου τὶς ἐργασίες του.

Τοῦ ἐπεφυλάσσετο ὅμως μία ἀκόμη μεγαλύτερη δοκιμασία. Τὸ

1839, ὁ ᾿Επίσκοπος Νικόλαος τῆς Καλούγκα, τὸν ὁποῖο ἐνοχλοῦσε ἡ

ἀκτινοβολία τῶν Στάρετς, τὸν διώρισε ῾Ηγούμενο τῆς Μονῆς τοῦ

῾Αγίου Νικολάου τοῦ Μαλογιαροσλάβετς, ὅπου ὑπῆρχε ἡ συνήθεια οἱ

῾Ηγούμενοι νὰ προέρχωνται ἀπὸ τὴν ῎Οπτινα.

Τὸ ἀξίωμα αὐτὸ ἀπέβη γιὰ τὸν ᾿Αντώνιο ἀληθινὸ μαρτύριο, διότι

ἐκτὸς ἀπὸ τὴν διοίκησι τῆς Μονῆς, ἡ ὁποία εὑρίσκετο πλησίον τῆς

πόλεως, ἔπρεπε νὰ καθοδηγῆ μιία ᾿Αδελφότητα δώδεκα Μοναχῶν, ἡ

ὁποία ἐστερεῖτο ἑνότητος καὶ ζήλου.

᾿Εζήτησε ἐπανειλημμένως ἀπὸ τὸν ᾿Επίσκοπο νὰ τὸν ἀπαλλάξη

τοῦ ἀξιώματος, ἀλλὰ πάντοτε συναντοῦσε τὴν ἀνένδοτη ἄρνησί

του. ῾Ο ᾿Αντώνιος μετέβαινε κατὰ καιροὺς στὴν Μόσχα γιὰ τὶς ὑπο-

θέσεις τῆς Μονῆς. ᾿Εκεῖ, προσείλκυσε τὴν προσοχὴ τοῦ ῾Αγίου Μη-

τροπολίτου Φιλάρετου, ὁ ὁποῖος κατανοώντας τὴν πνευματική του

δοκιμασία, μεσολάβησε ὑπὲρ αὐτοῦ στὸν ᾿Επίσκοπο τῆς Καλούγκα.

Τέλος, μετὰ τὸν διορισμὸ ἑνὸς νέου ᾿Επισκόπου, ἡ παραίτησίς του

ἔγινε δεκτὴ καὶ ἀφοῦ ἔγινε ἡ ἐνθρόνισις τοῦ διαδόχου του, ὁ ᾿Αντώ-

νιος ἀξιώθηκε νὰ ἐπιστρέψη στὴν ῎Οπτινα καὶ νὰ ἀναλάβη ἐκ νέου

τὴν θέσι τοῦ ὑποτακτικοῦ στὸν ἀδελφό του Γέροντα Μωϋσῆ (1853).

6

Διῆλθε τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του σὲ ἕνα μικρὸ κελλὶ τῆς Σκήτης,

ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἔβλεπε μόνο τὸν οὐρανό, περιτριγυρισμένος ἀπὸ

στοῖβες βιβλίων, χωρὶς νὰ ἀσχολῆται μὲ διοικητικὲς ὑποθέσεις.

Διατηροῦσε τὸν ἴδιο ζῆλο γιὰ τὴν προσευχὴ ὅπως καὶ στὴν νεό-

τητά του καὶ τοῦ ἄρεσε νὰ λέγη:

Αρχισε ν προσεχεσαι πρς τν Κριον κα Θεν

μν κα πολ γργορα τν καρδαν σου θ τν θερ-

μνη γλυκτης το ᾿Ονματς Του, διτι Θες μν

πρ στι, καταφλγον λογισμος καθρτους κα θερ-

μανον τν καρδαν, στε ν κπληρση ατ τς ν-

τολς Ατο.

῞Οταν τελοῦσε τὴν θεία Λειτουργία, ἦταν πλήρης θείας Χάριτος,

ἰδιαιτέρως μάλιστα κατὰ τὴν στιγμὴ τῆς Μεγάλης Εἰσόδου.

῎Εχοντας ὑποστηρίξει τὴν ἐγκατάστασι τῶν Στάρετς καὶ τὴν ἀ-

νάπτυξι τῆς θεοφιλοῦς διακονίας τους (στάρτσεστβο), ἀπεῖχε ὁ

ἴδιος ἀπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγησι, ἀλλὰ ἐδέχετο πάντα μὲ θέρ-

μη καὶ προσήνεια ὅσους τὴν ἐπιζητοῦσαν.

῞Οταν οἱ ἐπισκέπτες τοῦ ἔθεταν ἐρωτήματα φιλοσοφικὰ ἢ θεολο-

γικά, τοὺς παρέπεμπε στὸν Γέροντα Μωϋσῆ ἢ στὸν Στάρετς Μακά-

ριο, ἢ τοὺς ἀπαντοῦσε πολὺ ἁπλᾶ:

≪Καθρισε τν καρδι σου κα λα θ τ μθης≫.

῾Η κοίμησις τοῦ κατὰ σάρκα ἀδελφοῦ καὶ πνευματικοῦ του Πα-

τρὸς Μωϋσέως τὸ 1862 τὸν ἔθλιψε βαθύτατα. ᾿Απὸ τότε ἔζησε

ἔγκλειστος περίπου ἕναν χρόνο, ἐρχόμενος ἔτσι, μυστικῶς, σὲ πνευ-

ματικὴ κοινωνία μὲ τὸν μεταστάντα.

Καθὼς οἱ ἀσθένειές του χειροτέρευαν καὶ δὲν ἦταν σὲ θέσι νὰ

μεταβῆ στὴν ᾿Εκκλησία, ἐνεδύθη στὸ κελλί του τὸ Μέγα Σχῆμα καὶ

ἀφιερώθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὴν προσευχή. Στὸν τοῖχο εἶχε ἀναρτη-

μένο τὸ ρητό: ≪Χρνου φεδου!, γραμμένο μὲ μεγάλα γράμματα.

Θεωρώντας ὅτι δὲν ἦταν παρὰ ἕνας ἀρχάριος, προσέθετε ἄθλον

ἐπὶ ἄθλου στὴν προετοιμασία του γιὰ τὴν συνάντησί του μὲ τὸν

Θεό. ᾿Εφρόντισε γιὰ ὅλες τὶς λεπτομέρειες τῆς ταφῆς του, ἐκάλεσε

στὸ προσκέφαλό του τὸν ῾Ηγούμενο ᾿Ισαάκ, προκειμένου νὰ λάβη

τὴν εὐλογία του γιὰ τὸ τελευταῖο ταξίδι καὶ παρέδωσε τὴν ψυχή

του στὸν Κύριο τὴν 7η Αὐγούστου 1865. ᾿Ενταφιάσθηκε δίπλα στὸν

αὐταδελφό του ᾿Αββᾶ Μωϋσῆ.

* * *

7

ΧΑΡΙΣ στὸ ἔργο τῶν ῾Οσίων Γερόντων Μω-

ϋσέως καὶ ᾿Αντωνίου, ἐδημιουργήθησαν εὐ-

νοϊκὲς συνθῆκες, ὥστε ἐν συνεχείᾳ ὁ Στά-

ρετς ΛΕΩΝΙΔΑΣ (Ναγκόλκιν) νὰ καθιε-

ρώση τὸν θεοδώρητο θεσμὸ τῶν Γερόν-

των (στάρτσεστβο) στὴν ῎Οπτινα4.

Γόνος ταπεινῆς οἰκογενείας τοῦ Κα-

ράτσεφ στὴν Διοίκησι τοῦ ᾿Ορλώφ, ἐρ-

γάσθηκε στὰ νεανικά του χρόνια ὡς

ἐμπορικὸς ἀντιπρόσωπος καὶ ἀπέκτησε

ἔτσι μεγάλη πεῖρα τῶν ἀνθρώπων.

Σὲ ἡλικία εἴκοσι ἐννέα ἐτῶν, εἰσῆλθε

στὴν ῎Οπτινα ὡς δόκιμος, ἔμεινε μόνο δύο χρόνια καὶ κατόπιν ἔλα-

βε τὸ Σχῆμα στὴν ῾Ιερὰ Μονὴ τῆς Λευκῆς Χαράδρας.

᾿Ολίγο ἀργότερα, χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καὶ συνάντησε τὸν

Στάρετς Θεόδωρο5, ὁ ὁποῖος, μετὰ ἀπὸ πολύχρονη παραμονὴ στὴν

῾Ιερὰ Μονὴ τοῦ ῾Οσίου Παϊσίου στὴν Μολδαβία, εἶχε ἐπιστρέψει

στὴν Ρωσία γιὰ νὰ διαδώση τὴν ῾Ησυχαστικὴ Παράδοσι.

῞Οταν ὁ Γέρων Λεωνίδας ἔγινε ῾Ηγούμενος (1804), προσεκάλεσε

πλησίον του τὸν Στάρετς Θεόδωρο. Μετὰ ἀπὸ τέσσερα χρόνια

παραιτήθηκε τοῦ ἀξιώματος τοῦ ῾Ηγουμένου καὶ ἔλαβε τὸ Μέγα

Σχῆμα, μετονομασθεὶς Λέων (ἢ Λέβ), προκειμένου νὰ ἀφιερωθῆ στὴν

προσευχὴ μέσα στὸ δάσος, μαζὶ μὲ τὸν Γέροντά του καὶ ἕναν ἀκόμη

᾿Ερημίτη, τὸν Γέροντα Κλεόπα, προερχόμενον καὶ ἐκεῖνον ἀπὸ τὴν

῾Ιερὰ Μονὴ τοῦ ῾Οσίου Παϊσίου στὸ Νεάμτς.

῾Η φήμη τοῦ Στάρετς Θεοδώρου ὡς πνευματικοῦ Πατρός, σύν-

τομα προσείλκυε πολλοὺς πιστοὺς, οἱ ὁποῖοι διψοῦσαν γιὰ διδαχὴ

καὶ ἔτσι οἱ τρεῖς ᾿Ερημῖτες ἀπεφάσισαν νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν περι-

οχή, πρὸς ἀναζήτησιν τῆς πλήρους ἡσυχίας.

Οἱ Γέροντες Λεωνίδας καὶ Κλεόπας ἐγκατεστάθησαν σὲ μία Σκή-

τη τῆς ἀπομακρυσμένης ῾Ιερᾶς Μονῆς Βαλαάμ, στὴν λίμνη Λαντόγκα,

ὅπου ἦλθε νὰ τοὺς συναντήση καὶ ὁ Γέρων Θεόδωρος μετὰ ἀπὸ

τριετῆ ἐγκλεισμὸ στὴν Μονὴ Παλεόστρωβ, λόγῳ συκοφαντικῶν κα-

τηγοριῶν ἐναντίον του.

Καὶ στὴν Σκήτη ὅμως αὐτή, τὸ φῶς τῆς ἁγίας βιοτῆς τους δὲν

ἦταν δυνατὸν νὰ ἀποκρυβῆ καὶ πάμπολλοι ἦσαν οἱ Μοναχοί, οἱ

ὁποῖοι προσήρχοντο, ζητώντας συμβουλές. ῾Η φήμη αὐτὴ προκάλε-

8

σε τὴν ἀντίδρασι τοῦ ῾Ηγουμένου τῆς Μονῆς Βαλαάμ, ὁ ὁποῖος

διαμαρτυρήθηκε κατὰ τῶν δῆθεν νεωτεριστῶν στὸν Μητροπολίτη

τῆς ῾Αγίας Πετρουπόλεως.

Οἱ τρεῖς ῞Οσιοι ᾿Ερημῖτες, ἂν καὶ ἀθωώθησαν, προετίμησαν νὰ

ἐγκαταλείψουν τὴν Μονὴ Βαλαὰμ καὶ νὰ ἐγκαταβιώσουν στὴν ῾Ιερὰ

Μονὴ τοῦ ῾Οσίου ᾿Αλεξάνδρου τοῦ Σβίρ. ᾿Εκεῖ, πέντε χρόνια ἀργότε-

ρα (1822), ἀναπαύθηκε ὁ Στάρετς Θεόδωρος.

῾Η ἀπώλεια τοῦ Γέροντός του, ἦταν σκληρὴ δοκιμασία γιὰ τὸν

Λεωνίδα, ὁ ὁποῖος κατέφυγε στὸν Θεὸ καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Κύριο τὸ

δῶρο τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς καὶ τῆς διακρίσεως τῶν λογισμῶν.

῾Ο Λεωνίδας θέλησε νὰ ἀποσυρθῆ στὴν ῾Ιερὰ Σκήτη τῆς ῎Οπτινα,

ἀλλὰ οἱ ᾿Αδελφοὶ δὲν τὸν ἄφησαν νὰ τοὺς ἐγκαταλείψη.

Μόλις τὸ 1829, κατώρθωσε νὰ φύγη ἀπὸ τὴν Μονὴ τοῦ Σβὶρ γιὰ

νὰ ἐγκατασταθῆ στὴν ῎Οπτινα μαζὶ μὲ ἕξι ὑποτακτικούς του. ῞Οταν

ἔφθασε ἐκεῖ, ἡ τελειότης τοῦ ἀσκητικοῦ βίου του, ἡ σοφία, τὸ χάρι-

σμά του νὰ διεισδύη στὰ μύχια τῆς ψυχῆς, καθὼς καὶ ἡ καλωσύνη

καὶ ἡ εὐσπλαγχνία του ἔναντι τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ δυστυχισμένων,

προσείλκυσαν στὸ πρόσωπό του τὴν ἀγάπη καὶ τὸν σεβασμὸ ὅλων.

῏Ηταν γιγαντόσωμος καὶ ἰδιαίτερα ρωμαλέος· ἡ προχωρημένη ἡλι-

κία του καὶ ἡ ἀρρώστια, ἡ ὁποία τοῦ προκαλοῦσε παχυσαρκία, δὲν

τὸν ἐμπόδιζαν νὰ ἐφαρμόζη πάντοτε μία αὐστηρὴ ἐγκράτεια. Εἶχε

μακρυὰ γκριζοκίτρινα μαλλιὰ ποὺ θύμιζαν λιονταρίσια χαίτη καὶ βλέμμα

ἄγρυπνο καὶ διαπεραστικό. Χρησιμοποιοῦσε γλῶσσα ζωντανὴ καὶ

οἰκεία, τὴν ὁποία ἐχρωμάτιζε πάντοτε μὲ χαριτολογήματα.

῾Η παρουσία του ἀνέδιδε ἀτρόμητη δύναμι καὶ μεγαλειώδη γαλή-

νη καὶ μετέδιδε σὲ ὅσους τὸν ἐπλησίαζαν μίαν αἴσθησι εἰρήνης καὶ

ἐμπιστοσύνης. ᾿Ενώπιόν του οἱ καρδιὲς ἄνοιγαν πρὸς τὸν Θεό, θλί-

ψεις καὶ κακοὶ λογισμοὶ διελύοντο.

῾Ο κόσμος συνέρρεε στὸ μικρὸ κελλί του, τὸ ὁποῖο εἶχε γίνει τὸ

πνευματικὸ κέντρο τῆς Μονῆς, καθένας δὲ εἶχε τὴν δυνατότητα νὰ

τοῦ ὑποβάλη τὰ ἐρωτήματα ποὺ ἤθελε, ἐν ὅσῳ ὁ Γέρων, ντυμένος

στὰ λευκά, καθόταν στὴν κλίνη του καὶ ἀσχολεῖτο μὲ τὸ συνηθισμέ-

νο ἐργόχειρό του: ἔπλεκε ζῶνες.

Στοὺς μὲν ἀποκάλυπτε τοὺς κρυφοὺς λογισμούςτους, γιὰ νὰ

τοὺς βοηθήση νὰ ἀλλάξουν ζωή, τοὺς δὲ ἐθεράπευε, διαβάζοντάς

τους μία εὐχὴ ἢ χρίοντας αὐτοὺς μὲ ἁγιασμένο ἔλαιο.

᾿Εδίδασκε, ἐνεθάρρυνε, ἐγίνετο τοῖς πᾶσι τὰ πάντα, χωρὶς ποτὲ

9

ὡστόσο νὰ περισπᾶται ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ περισυλλογὴ καὶ τὴν

προσευχή.

᾿Εν τούτοις, ὡρισμένοι Μοναχοὶ ἐσκανδαλίζοντο, βλέποντας ἕναν

῾Ησυχαστὴ νὰ συνομιλῆ τόσο ἐλεύθερα —καὶ συχνὰ γιὰ τόσες πολ-

λὲς ὧρες— μὲ ἀνθρώπους κάθε εἴδους.

῎Αλλοι τὸν ἐμέμφοντο, ὅτι δῆθεν καινοτομοῦσε στὸν τρόπο ἀσκή-

σεως τῆς ἱερᾶς ᾿Εξομολογήσεως. ῾Ο Στάρετς Λεωνίδας τοὺς ἀπαν-

τοῦσε, ὅτι ἡ πρακτικὴ τῆς ἐξαγορεύσεως τῶν λογισμῶν καὶ ἡ πνευ-

ματικὴ συνομιλία μὲ ἕναν Γέροντα, ποὺ ἀνάγεται στὶς ἀπαρχὲς τοῦ

Μοναχισμοῦ, δὲν ἀποβλέπει στὴν ὑποκατάστασι τοῦ Μυστηρίου

τῆς ᾿Εξομολογήσεως, ἀλλὰ στὴν συμπλήρωσί του. Δὲν ἀρκεῖ, δηλαδή,

νὰ ἀκούη ὁ ῾Ιερεὺς τὴν συχνὰ μηχανικὴ ᾿Εξομολόγησι τῶν ἁμαρτιῶν

καὶ νὰ διαβάζη μία συγχωρητικὴ εὐχή, ἀλλὰ πρέπει νὰ ἐπανορθώ-

νη ἐπίσης τὴν συνείδησι, νὰ δίνη στὸν ἐξομολογούμενο τὴν ἐλευθε-

ρία του, νὰ ἀποκαθιστᾶ στὸ πρόσωπο τὴν ἱκανότητα νὰ προχωρῆ

ἐλεύθερα πρὸς τὸν Θεό. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἔργο, τὸ ὁποῖο ἐπιτελεῖ ὁ

Στάρετς μὲ τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ.

Οἱ δραστηριότητες τοῦ Γέροντος ἐξακολουθοῦσαν ὡστόσο νὰ προ-

καλοῦν ὑποψίες καὶ ζηλοφθονία. Κατὰ τὸ ἔτος 1836, ἡ μυστικὴ ἀ-

στυνομία ἔδωσε στὸν ᾿Επίσκοπο τῆς Καλούγκα μία ἀναφορὰ-

καταγγελία, ὅτι δῆθεν ὁ ῾Ηγούμενος Μωϋσῆς καὶ ὁ Στάρετς Λεωνί-

δας ἀπεργάζονταν τὴν καταστροφὴ τῆς Μονῆς πρὸς ὄφελος τῆς

Σκήτης. ῾Ο ᾿Επίσκοπος, ὁ ὁποῖος εἶχε ἤδη ἐκδηλώσει τὴν ἀντίθεσί

του, ἐκάλεσε τὸν Στάρετς Μωϋσῆ καὶ τὸν ἐπέπληξε δριμύτατα, διέ-

ταξε δὲ νὰ ἐγκατασταθῆ ὁ Λεωνίδας στὴν Μονὴ καὶ τοῦ ἀπαγόρευ-

σε νὰ φέρη τὸ Μέγα Σχῆμα καὶ νὰ δέχεται ἐπισκέπτες.

῾Ο Στάρετς Λεωνίδας ὑπάκουσε στὶς δύο πρῶτες ἐντολές, ἀλλὰ

τοῦ ἦταν ἀδύνατο νὰ διώξη τὸ πλῆθος τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι συγ-

κεντρώνοντο στὴν πόρτα τοῦ νέου του κελλιοῦ. ῞Οταν ὁ ῾Ηγούμε-

νος φοβισμένος τὸν προειδοποίησε, ὅτι ἡ ἀνυπακοὴ στὸν ᾿Επίσκοπο

θὰ ἐσήμαινε ἐκτοπισμὸ στὴν Σιβηρία, ὁ Στάρετς τοῦ ἀπάντησε:

«Καὶ λοιπόν! Καὶ στὴν Σιβηρία νὰ μὲ στείλη καὶ ζωντανὸ νὰ μὲ

κάψη, θὰ παραμείνω ὁ ἴδιος Λεωνίδας. Δὲν προσκαλῶ κανέναν νὰ

ἔλθη νὰ μὲ ἰδῆ, ἀλλὰ δὲν μοῦ εἶναι δυνατὸν νὰ διώξω ὅσους ἔρχον-

ται». ῾Ο ῾Ηγούμενος Μωϋσῆς ἀποσύρθηκε τότε σιωπηλά.

Οἱ διώξεις κατὰ τοῦ Στάρετς Λεωνίδα ἐπεκτάθηκαν καὶ στοὺς

μαθητές του. Καθὼς εἶχε τὴν συνήθεια νὰστέλνη τὶς πνευματικές

10

του θυγατέρες, οἱ ὁποῖες ποθοῦσαν νὰ ἀφιερωθοῦν στὸν Θεό, σὲ

μία ἐνάρετη Μοναχὴ τῆς Μονῆς Μπέλεφ, ποὺ λεγόταν ᾿Ανθία, ὁ

᾿Εξομολόγος τοῦ Κοινοβίου δυσαρεστήθηκε ἀπὸ τὴν φήμη ποὺ ἀπέ-

κτησε ἡ ᾿Ανθία, ἡ ὁποία δὲν τελοῦσε ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγη-

σι αὐτοῦ τοῦ ἰδίου.

῾Ο ᾿Εξομολόγος κατηγόρησε τὸν Στάρετς, ὅτι δῆθεν διέδιδε μία

νέα αἵρεσι, ἀφοῦ ἐπέτρεπε σὲ μία Μοναχὴ νὰ ἀκούη ᾿Εξομολογήσεις

καὶ νὰ δίνη ἄφεσι στὸ ὄνομά του. ῎Εφθασαν μάλιστα στὸ σημεῖο νὰ

τὸν κατηγορήσουν ὡς δῆθεν μασόνο, ἐπειδὴ εἶχε συστήσει στὶς Μο-

ναχὲς νὰ διαβάζουν τὸν ᾿Αββᾶ Δωρόθεο Γάζης!

῾Η ὑπόθεσις ἔφθασε ὣς τὸν ᾿Επίσκοπο Δαμασκηνὸ τῆς Τούλα,

στὸν ὁποῖο ὑπαγόταν τὸ Κοινόβιο καὶ ὁ ὁποῖος διέταξε νὰ ἐκδιωχθῆ

ἡ Μοναχὴ ᾿Ανθία.

῞Οσο γιὰ τὸν Στάρετς, τὸν μετέφεραν σὲ ἕνα ἀπομονωμένο κελλὶ

καὶ τοῦ ἀπαγόρευσαν ἐκ νέου νὰ δέχεται ἐπισκέπτες. ῾Η ἀπαγόρευ-

σις αὐτὴ ἀπεδείχθη ἐκ τῶν πραγμάτων ἀναποτελεσματικὴ καὶ δὲν

στάθηκε ἱκανὴ νὰ ἐμποδίση τὰ πλήθη κόσμου, τὰ ὁποῖα συνέρρεαν

γιὰ νὰ προσκυνήσουν καὶ νὰ ἀσπασθοῦν τὴν ἄκρη τοῦ ράσου του.

Εἶναι βέβαιο, ὅτι δὲν θὰ ἀπέφευγε τελικὰ τὴν ἐξορία στὸ Σο-

λόβσκυ τοῦ ῎Απω Βορρᾶ, χωρὶς τὴν θεόσταλτη παρέμβασι τῶν

Μητροπολιτῶν Φιλαρέτου Κιέβου καὶ Φιλαρέτου Μόσχας, τοὺς ὁ-

ποίους εἰδοποίησε ὁ Στάρετς Μακάριος μὲ ἐπιστολή του, ὡς καὶ τὴν

συνηγορία τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιγνατίου Μπριαντσιανίνωφ.

῾Η Μοναχὴ ᾿Ανθία ἔγινε καὶ πάλι δεκτὴ στὴν ῾Ιερὰ Μονὴ Μπέλεφ,

μάλιστα δὲ ἐν συνέχειᾳ ἐξελέγη καὶ ῾Ηγουμένη. ῾Ο ᾿Επίσκοπος τῆς

Τούλα μετέβη αὐτοπροσώπως στὴν ῎Οπτινα

μαζὶ μὲ τὸν ᾿Επίσκοπο τῆς Καλούγκα,

προκειμένου νὰ ἀποκαταστήσουν τὸν

Στάρετς Λεωνίδα στὸ λειτούργημά του.

῾Ο ῞Αγιος Γέρων Λεωνίδας ἦταν πλέον

ἑβδομήντα δύο ἐτῶν καὶ ὀλίγο ἀργότε-

ρα, τὴν 11η ᾿Οκτωβρίου 1841, παρέδωσε

τὴν ὁσιακή του ψυχὴ στὸν Κύριο.

* * *

ΣΤΟ ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΟ του λειτούργημα

τὸν διαδέχθηκε ὁ Στάρετς ΜΑΚΑΡΙΟΣ (᾿Ι-

βάνωφ)6, ὁ ὁποῖος κατὰ τὰ τελευταῖα

11

ἑπτὰ χρόνια ὑπῆρξε στενὸς συνεργάτης καὶ φίλος του, τὸ «ἕτερον

ἢμισύ του», κατὰ κάποιο τρόπο.

Οἱ δύο ἅγιοι Γέροντες ἦταν ὡστόσο πολὺ διαφορετικοί. ᾿Ενῶ ὁ

Στάρετς Λεωνίδας ἦταν ἄνθρωπος τοῦ λαοῦ, μὲ μικρὴ μόρφωσι,

εὔθυμος, πρακτικὸς καὶ προσγειωμένος, ὁ Στάρετς Μακάριος ἦταν

γόνος οἰκογενείας εὐλαβῶν ἀρχόντων τῆς περιοχῆς τῆς Καλούγκα.

῏Ηταν πρᾶος καὶ συνεσταλμένος, μικροκαμωμένος καὶ ἀσθενικός, μὲ

ἐλαττωματικὴ ὅρασι καὶ ὁμιλία. Τὸ πρόσωπό του, ὄχι ἰδιαίτερα ὄ-

μορφο, ἔδειχνε σκυθρωπὸ ἐξ αἰτίας τῆς μόνιμης αὐτο-συγκεντρώ-

σεως καὶ περισυλλογῆς, ἀκτινοβολοῦσε ὅμως καλωσύνη, σὰν νὰ τὸ

ἐφώτιζε ἐσωτερικὰ ἕνα ἁπαλὸ φῶς. ᾿Αγαποῦσε τὴν μουσικὴ καὶ τὴν

φύσι, εἶχε δὲ μεγάλη ἐκκλησιαστικὴ παιδεία.

Σὲ ἡλικία εἴκοσι δύο ἐτῶν ἀπαρνήθηκε τὴν περιουσία του καὶ ἕνα

πολλὰ ὑποσχόμενο συνοικέσιο, προκειμένου νὰ γίνη δόκιμος Μονα-

χὸς στὴν ῾Ιερὰ Μονὴ τῆς Πλοστσάνσκ, ἡ ὁποία ἦταν ἀπομονωμένη

μέσα σὲ πυκνὸ δάσος καὶ ὅπου πενήντα Μοναχοὶ ἀκολουθοῦσαν

τρόπο ζωῆς αὐστηρὸ μέν, ἀλλὰ ἐπικεντρωμένο μᾶλλον στὴν ἐξωτε-

ρικὴ πειθαρχία.

Μετὰ τὴν πάροδο πέντε ἐτῶν, ἔλαβε τὸ Σχῆμα καὶ σύντομα

χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος (1815). ᾿Εκείνη τὴν ἐποχὴ ἦλθε στὴν ῾Ιερὰ

Μονὴ γιὰ νὰ περάση ἐκεῖ τὰ τέλη τοῦ βίου του, ὁ Στάρετς ᾿Αθανά-

σιος (Ζαχάρωφ). Εἶχε ζήσει στὸ Νεὰμτς ὑπὸ τὴν καθοδήγησι τοῦ

῾Οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ· ἐκεῖ εἶχε λάβει μέρος στὸ ἔργο τῆς

μεταφράσεως πατερικῶν κειμένων καὶ εἶχε φέρει μαζί του στὴν Ρω-

σία πολλὰ χειρόγραφα κείμενα περὶ προσευχῆς καὶ θεωρίας. ῾Ο Μα-

κάριος μυήθηκε ἀπὸ τὸν Γέροντά του στὰ συγγράμματα αὐτά, κα-

θὼς καὶ στὴν πρακτικὴ τῆς νοερᾶς προσευχῆς.

῞Οταν ἀναπαύθηκε ὁ Γέρων ᾿Αθανάσιος (1825), ὁ Μακάριος διω-

ρίσθηκε ᾿Εξομολόγος στὸ Κοινόβιο τοῦ Σέφσκ. Προσευχόταν καὶ πα-

ρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ τοῦ στείλη ἕναν ἄνθρωπο ἱκανὸ νὰ δώση

λύσεις στὴν πληθώρα τῶν ἐρωτημάτων, τὰ ὁποῖα προέκυπταν ἀ-

πὸ τὸ ἐξομολογητικὸ λειτούργημα.

Μετὰ ἀπὸ ὀλίγο καιρὸ συνάντησε τὸν Γέροντα Λεωνίδα, ὁ ὁποῖ-

ος παρέμεινε ἕξι μῆνες στὸ Πλοστσάνσκ, πρὸ τοῦ νὰ ἐγκατασταθῆ

μονίμως στὴν ῎Οπτινα. ῾Ο Γέρων Λεωνίδας διέκρινε ἀμέσως τὶς ἀρε-

τὲς τοῦ Μακαρίου καί, παρὰ τὴν διαφορὰ ἡλικίας, τοῦ συμπεριφε-

ρόταν ὡς ἴσος πρὸς ἴσον· τελικὰ ὅμως, ἐνέδωσε στὶς παρακλήσεις

12

τοῦ ταπεινοῦ Μακαρίου καὶ δέχθηκε νὰ τοῦ συμπεριφέρεται ὡσὰν

σὲ ὑποτακτικό.

Μετὰ τὴν ἀναχώρησι τοῦ πατρὸς Λεωνίδου, οἱ δύο ἄνδρες δια-

τήρησαν τακτικὴ ἀλληλογραφία, ἀλλὰ μόλις τὸ 1834 κατώρθωσε ὁ

Μακάριος νὰ ἀποδεσμευθῆ ἀπὸ τὶς ὑποχρεώσεις του καὶ νὰ μεταβῆ

στὴν ῎Οπτινα γιὰ νὰ τὸν συναντήση.

Τὸ 1836, διωρίσθηκε ᾿Εξομολόγος τῆς ῾Ιερᾶς Μονῆς ῎Οπτινα καὶ

μετὰ ἀπὸ τρία χρόνια Δικαῖος τῆς Σκήτης. Δὲν ἔπαυσε ὅμως ποτὲ

νὰ θεωρῆ τὸν ἑαυτό του ὑποτακτικὸ τοῦ Στάρετς Λεωνίδου καὶ

ποτὲ δὲν ἐπιχειροῦσε ὅ,τιδήποτε χωρὶς τὴν εὐλογία του. Δὲν ἔφευ-

γε ἀπὸ πλησίον του καὶ ἐπὶ μία ἑπταετία καθωδηγοῦσαν ἀπὸ κοι-

νοῦ τὴν πνευματικὴ ζωὴ τῶνΜοναχῶν καὶ τῶν λαϊκῶν, οἱ ὁποῖοι

συνέρρεαν στὴν ῎Οπτινα. Θὰ ἔλεγε κανεὶς ὅτι ἦταν «ψυχὴ μία σὲ

σώματα δύο».

Προικισμένος μὲ καλαισθησία, ὁ Στάρετς Μακάριος ἐφρόντισε

πολὺ γιὰ τὸν καλλωπισμὸ τοῦ ἀνθόκηπου τῆς Σκήτης, καθὼς καὶ

γιὰ τὸν ἐμπλουτισμὸ τῆς βιβλιοθήκης της. ᾿Εφρόντιζε ἐπίσης γιὰ τὴν

εὐταξία τῶν ῾Ιερῶν ᾿Ακολουθιῶν.

᾿Εγείρετο στὶς δύο τὸ πρωῒ καὶ ἀφοῦ πρῶτα προσευχόταν γιὰ

τέσσερις περίπου ὧρες, κατόπιν ἀσχολεῖτο μὲ τὴν μετάφρασι ἢ μὲ

τὴν διόρθωσι μεταφράσεων πατερικῶν κειμένων ἢ μὲ τὴν ἀλληλο-

γραφία του, ἡ ὁποία ὑπῆρξε ὀγκωδεστάτη· μετὰ τὴν κοίμησί του

ἐξεδόθησαν πέντε τόμοι μὲ ἐπιστολές του, οἱ ὁποῖες ἀντανακλοῦν

ὅλη τὴν πνευματικὴ σοφία του.

᾿Εγευμάτιζε ἀπὸ κοινοῦ μὲ τοὺς μαθητὰς του στὸ κελλί του καὶ

μετὰ ἐπέτρεπε στὸν ἑαυτό του ἕνα διάλειμμα μιᾶς ὥρας γιὰ νὰ

περιδιαβάση στὸν ἀνθόκηπο. Πήγαινε σιωπηλὰ ἀπὸ λουλούδι σὲ

λουλούδι, γεμᾶτος θαυμασμὸ γιὰ τὸ μεγαλεῖο τῆς Δημιουργίας τοῦ

Θεοῦ.

᾿Απὸ τὶς δύο τὸ μεσημέρι καὶ ἑξῆς, δεχόταν στὸ ᾿Αρχονταρίκι,

δίπλα στὴν εἴσοδο τῆς Σκήτης, ὅλους ὅσοι τὸν ἀνέμεναν, ἄνδρες καὶ

γυναῖκες. ῎Ακουγε τοὺς ἐπισκέπτες μὲ ἀγάπη καὶ ταπεινοφροσύνη,

ὅποιο καὶ ἂν ἦταν τὸ ζήτημα ποὺ τοὺς ἀπασχολοῦσε. Διακρίνοντας

ἐκεῖνο ποὺ θὰ ἦταν ὠφέλιμο γιὰ τὴν κατάστασί τους, ἀμέσως τοὺς

ἔδινε συμβουλὲς ἢ τοὺς ἔλεγε κάποιο λόγο παρηγορητικό, ἔτσι ὥ-

στε μετὰ τὴν συνάντησι μὲ τὸν Στάρετς ὅλοι ἔφευγαν ἀνανεωμένοι.

῾Ο λόγος του, πάντοτε πρᾶος, ἔκανε τοὺς ὑπερηφάνους νὰ σκύ-

13

βουν τὴν κεφαλή, ἔδινε ἐλπίδα στοὺς ἀποκαμωμένους, μετέστρεφε

στὴν πίστι τοὺς ἀπίστους καὶ εἶχε τὴν δύναμι νὰ ἐκβάλη τὰ δαιμόνια.

Μία ἡμέρα τοῦ ἔφεραν ἕναν δαιμονισμένο. ῞Οταν ὁ Στάρετς εἰσῆλθε

στὸ ᾿Αρχονταρίκι, ὁ δαιμονισμένος ὥρμησε μὲ φωνὲς ἐπάνω του καὶ

τὸν ἐρράπισε δυνατά. ᾿Αμέσως ὁ Στάρετς τοῦ ἔστρεψε καὶ τὸ ἄλλο

μέρος τοῦ προσώπου του. Τότε, ὁ δαίμων δὲν ἄντεξε καὶ ἐξῆλθε

ἀπὸ τὸν ταλαίπωρο ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος παρέμεινε γιὰ πολλὴ ὥρα

λιπόθυμος στὰ πόδια τοῦ ῾Αγίου, ἀλλὰ ὅταν συνῆλθε εἶχε θεραπευθῆ.

῞Οταν ἀποσυρόταν τὸ βράδυ στὸ κελλί του, ἐξαντλημένος καὶ μὴ

δυνάμενος πλέον νὰ ὁμιλήση, ὁ Γέρων ἄκουγε προσευχὲς γιὰ νὰ

ξεκουρασθῆ καὶ μετὰ δεχόταν τοὺς ᾿Αδελφοὺς τῆς Σκήτης γιὰ τὴν

καθημερινή τους ἐξομολόγησι. Μετὰ τὸ δεῖπνο καὶ τὸ ᾿Απόδειπνο,

συνέχιζε τὴν ἐνασχόλησί του μὲ τὴν ἀλληλογραφία μέχρι ἀργὰ τὴν

νύκτα.

«Τὸ πρόσωπό του», ἔγραψε ἕνας ἀπὸ τοὺς μαθητάς του στὸν

Βίο ποὺ συνέταξε,«ἦταν φωτεινὸ καὶ φλεγόμενο ὡσὰν πρόσωπο

ἀγγέλου. Τὸ βλέμμα του ἦταν εἰρηνικὸ καὶ ὁ λόγος του ταπεινὸς καὶ

ἀνεπιτήδευτος. Τὸ πνεῦμα του ὅμως ἦταν συνεχῶς ἑνωμένο μὲ τὸν

Θεὸ μέσῳ τῆς ἀδιαλείπτου νοερᾶς προσευχῆς καὶ χάρις στὴν προσ-

ευχή, τὸ πρόσωπό του ἔλαμπε ἀπὸ πνευματικὴ χαρὰ καὶ ἀκτινοβο-

λοῦσε ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον».

᾿Ακόμη καὶ ὅταν κοιμόταν, τὰ χείλη του δὲν ἔπαυαν νὰ ἐπαναλαμ-

βάνουν τὴν Εὐχὴ καὶ ὅταν ὑπέφερε ἀπὸ ἀϋπνίες, περνοῦσε πολλὲς

ὧρες περισυλλογῆς, μελετώντας τὴν θεία Πρόνοια ἢ ψάλλοντας

τροπάρια, ἐνῶ τὸ πρόσωπό του τὸ ἔλουζαν ἄφθονα δάκρυα.

῍Αν καὶ εἶχε λάβει ὁ ἴδιος τὸ χάρισμα τῆς νοερᾶς προσευχῆς,

ὅμως εἶχε ἀπόλυτη ἐπίγνωσι τῶν κινδύνων πλάνης, τὴν ὁποία

εἶναι δυνατὸν νὰ ὑποθάλπη ἡ ἀδιάκριτη ἐξάσκησί της. Στὶς ἐπιστο-

λές του προειδοποιοῦσε μὲ νηφαλιότητα τοὺς μαθητάς του νὰ μὴν

ἐπιζητοῦν πρόωρα τὰ δῶρα τῆς Χάριτος, ἐπέμενε δὲ κυρίως στὴν

ταπεινοφροσύνη, τὴν ὁποία ἀποκτᾶ κανείς, ὅταν προσπαθῆ νὰ

ἐφαρμόση κατὰ τὸ δυνατὸν τελειότερα τὶς θεῖες ἐντολές.

Μὲ πρωτοβουλία τοῦ φίλου του καὶ πνευματικοῦ του τέκνου ᾿Ι-

βὰν Κιριέφσκυ, σλαβόφιλου φιλοσόφου, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀνακαλύψει

στὴν ῎Οπτινα καὶ στὴν ᾿Ορθόδοξη Παράδοσι τὴν οὐσία τῆς σλαβι-

κῆς ψυχῆς, ὁ Στάρετς Μακάριος ἐπιχείρησε τὴν ἔκδοσι μιᾶς σειρᾶς

14

πατερικῶν

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου