Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2013

ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ

ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ
(1895-1965)

Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΚΗΠΟΣ ΤΗΣ ΠΟΝΕΜΕΝΗΣ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗΣ
Β΄
ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ. «Όση διαφορά έχει ο Χριστιανισμός από την ειδωλολατρία, άλλη τόση διαφορά χωρίζει το Βυζάντιο από την αρχαία Ελλάδα. Η αρχαιότητα είναι η βασιλεία του λογικού, ενώ το Βυζάντιο είναι η βασιλεία της πίστεως, της πνευματικής μέθης και της αθανασίας. Ο Πραξιτέλης και ο Απελλής δεν θα ένοιωθαν μια βυζαντινή εικόνα, γιατί δεν είναι φτιαγμένη απάνω στον υλικόν κανόνα. Πολλοί αρχαίοι μιλήσανε για την ματαιότητα του κόσμου , αλλά κανένας δεν την πίστεψε αληθινά, ώστε να την αφήσει, εκτός από τον Διογένη, που και αυτός καμώθηκε ψεύτικα πώς την σιχάθηκε, μόνο και μόνο για να θρέψει τη ματαιοδοξία του. Ενώ στο Βυζάντιο ο βασιλιάς κατέβαινε από το θρόνο και πήγαινε στην έρημο ντυμένος παλιόρασα από γιδότριχα και χαιρότανε γιατί ηλευθερώθη από της δουλείας της φθοράς. Η αγιότης, η όσιότης, η μακαριότης γινήκανε πραγματικότητες της ζωής, δεν ήτανε όπως πριν κάποια ηθικά σύμβολα. Στο Βυζάντιο ο άνθρωπος έγινε πιο εσωτερικός, κατέβητε στον βυθό του εαυτού του, (έγνω εαυτόν), όχι όπως ήθελε η αρχαία φιλοσοφία με το ερευνητικό ψάξιμο των εγκάτων του, αλλά με τον θείο έρωτα, που του έλεγε (Υμείς ναός του πνεύματος εστέ). Με την ταπείνωση έγινε πιο ευαίσθητος στον ψυχικό πόνο και στη συντριβή της καρδίας, και βρήκε τη λύτρωση της συγγνώμης και της μετανοίας».
ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑ. « Ο Φ. Κ. είναι Κυρίως βυζαντινός αγιογράφος και έτσι πέρασε στην Ιστορία. Και η συμβολή του στην πνευματική προαγωγή των Ορθοδόξων, διά της Εικόνας, είναι ανυπολόγιστη ακόμα. Και μπορώ να ισχυρισθώ ότι όχι μονάχα επέδρασε διαμορφωτικά στην εικονιστική συνείδηση των Ορθοδόξων και συνετέλεσε στη δογματική και θεολογική θεώρηση της Εικόνας, αλλά η ακτινοβολία της αγιογραφίας του πέρασε τόσο στον ρωμαιοκαθολικό, όσο και στον προτεσταντικά κόσμο και επηρέασε αρκετούς δυτικούς να ασπασθούν την Ορθοδοξία. Από την άποψη αυτή, ο Φ. Κ. θα μπορούσε να ονομασθή μεγάλος, να πάρη μια διακεκριμένη θέση μεταξύ εκείνων που άνοιξαν δρόμους ζωής, χαράς, λυτρώσεως, Ορθοδοξίας.
Ο Φ. Κ. αποκάλυψε και ξεσκέπασε την βυζαντινή αγιογραφία καλυμμένη από της λησμονιάς τη σκόνη και τη ζωντάνεψε από τη νεκρότητα των συνειδήσεων των τελευταίων αιώνων. Άπειρη ευγνωμοσύνη στον Φ. Κ. οφείλει και αυτό το Άγιον Όρος, που είχε χάσει από την αίσθησή του την εικονογραφική παράδοσή του και είχε αλωθεί από τις χαλκομανίες του δυτικού ανθρωπισμού, τις Γενοβέφες – όπως έλεγε – που είχαν κυριαρχήσει στους αγιορείτες αγιογράφους μέσω των ρωσικών παραγγελιών.
Χάρις λοιπόν στον θαυμάσιο Φ. Κ. δεν υπάρχει σήμερα ούτε ένας αγιορείτης ·αγιογράφος, που να μην ακολουθεί βυζαντινή παράδοση, υστέρα από τις διδασκαλίες του με την μετάφραση του δοκιμίου του Λεωνίδα Ουσπένσκυ και αργότερα με το μνημειώδες έργο του «Έκφραση της Βυζαντινής Αγιογραφίας (με 1100 σελίδες, 500 σχέδια και 250 ολοσέλιδες πολύχρωμες και μονόχρωμες εικόνες σε μια υπέροχη έκδοση του εκδοτικού οίκου «Αστήρ»), με το οποίο διδάσκει την πάντιμη Τέχνη και την Τεχνική της αγιογραφίας».
ΠΟΝΕΜΕΝΗ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ. «Η Ρωμιοσύνη βγήκε από το Βυζάντιο, ή για να πούμε καλύτερα, το Βυζάντιο στα τελευταία του χρόνια στάθηκε η ίδια η Ρωμιοσύνη. Ακόμα και τον καιρό του Φωκά φανερώνονται καθαρά τα χαρακτηριστικά της, και στα χρόνια των Παλαιολόγων, που ψυχομαχά το βασίλειο, αντρειώνεται η βασανισμένη Ρωμιοσύνη, η καινούργια Ελλάδα. Μεγάλωσε μέσα στην αγωνία η Χριστιανική Ελλάδα, γιατί ο πόνος είναι η καινούργια σφραγίδα του Χριστού. Η Ρωμιοσύνη είναι η πονεμένη Ελλάδα. Η αρχαία Ελλάδα μπορεί να ‘τανε δοξασμένη κι αντρειωμένη, αλλά η καινούργια, η χριστιανική, είναι πιο βαθειά, επειδής ο πόνος είναι ένα πράγμα πιο βαθύ κι από τη δόξα κι από τη χαρά κι από κάθε τι. Οι λαοί που ζούνε με πόνο και με πίστη τυπώνουνε πιο βαθειά τον χαραχτήρα τους στον σκληρό βράχο της ζωής, και σφραγίζουνται με μια σφραγίδα που δεν σβήνει από τις συμφορές κι από τις αβάσταχτες καταδρομές, αλλά γίνεται πιο άσβηστη. Με μια τέτοια σφραγίδα είναι σφραγισμένη η Ρωμιοσύνη. Τα έθνη που εξαγοράζουνε κάθε ώρα τη ζωή τους με αίμα και μ’ αγωνία, πλουτίζουνται με πνευματικές χάρες, που δεν τις γνωρίζουνε οι καλοπερασμένοι λαοί. Αυτοί απομένουνε φτωχοί από πνευματικούς θησαυρούς και από ανθρωπιά, γιατί η καλοπέραση κάνει χοντροειδή τον μέσα άνθρωπο».
Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ. «Πνευματικόν άνθρωπο, λέγει ο κόσμος τον άνθρωπο που ξέρει γράμματα. Μα άληθινά πνευματικός άνθρωπος είναι αυτός που έχει κάποια ιδιαίτερη ψυχική ευαισθησία και καθαρότητα, που δεν την έχουνε οι άλλοι, και που τον κάνει να υποφέρει κρυφά για όλους και για όλα, σαν να ‘ναι εκείνος ο φταίχτης για τις αδυναμίες τους και τα στραβά που γίνονται στον κόσμο. Και αυτό δεν το κάνει σαν ένα χρέος, αλλά σαν να ‘ναι ανάγκη του, γιατί αλλοιώς δεν μπορεί να ζήσει».
Η ΕΚΔΗΜΙΑ ΤΟΥ . Έγραφε και ζωγράφιζε ως την τελευταία στιγμή, όπου κατάλαβε πώς π ρέπει να ετοιμάζεται. Κάλεσε τότε τον άγιο γέροντα π. Φιλόθεο Ζερβάκο, και του εξομολογήθηκε – όπως μάς το διασώζει ο ίδιος ο π. Φιλόθεος: «Προαισθάνομαι ότι θα φύγω σύντομα και δι’ αυτό σας εκάλεσα, να εξομολογηθώ, να μού κάνετε Ευχέλαιον, να κοινωνήσω των Αχράντων Μυστηρίων, να λάβω όλα τα αναγκαία εφόδια διά το μακρυνόν ταξίδιον. Ελπίζω όχι εις τας αρετάς μου, διότι ουδέν αγαθόν εποίησα, αλλά εις το άπειρον έλεος του Θεού και την πολλήν ευσπλαγχνίαν του να με σώση…». «Οπλισμένος με όλα τα εφόδια για το μεγάλο ταξίδι ανοίγει πανιά για την αιωνιότητα ο Φ. Κ. ο Κυδωνιεύς, λογοτέχνης και αγιογράφος, στις 13 Ιουλίου το 1965. Τις ίδιες στιγμές κατά την αγρυπνίαν των Αγίων Αποστόλων (παλαιό ημερολόγιον) στην Ι. Μονή Μεταμορφώσεως του Brooklyn της Νέας ‘Υόρκης, όπως διασώζει ο ηγούμενος, και κατά την Λιτήν, μια μεγάλη εικόνα της Παναγίας μας ακτινοβόλησε. Η εικόνα αυτή της Οδηγήτριας ήταν οικογενειακή εικόνα του κυρ-Φώτη και είχε επιγραφή (Δέησις Φωτίου και Μαρίας)»
…Όποιος από το άρωμα των λουλουδιών του αναζήτησε και βρήκε τον μυστικό κήπο, τον Φώτη Κόντογλου, θα γευθεί τη χαρά της γαλήνης, της απλότητας και της ταπείνωσης. Οι πόνοι του θα ανακουφισθούν. Σαν αγράμματος θα διαβάσει τις βυζαντινές αγιογραφίες του. Θα γνωρίσει τους άσαρκους ασκητάδες της Συρίας και Μεσοποταμίας και θα μάθει απ’ αυτές τις αγνές ψυχές την αληθινή θεολογία, τη στάση του νου και της καρδιάς απέναντι στον Κύριο. Και θα πλημμυρίσει από ευγνωμοσύνη προς τον Θεόν «τούτων και πάντων ένεκεν».
Για τη σύνδεση κειμένων
Αριστείδου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου