Πέμπτη 29 Αυγούστου 2013

Ο Επίκουρος και η παρέγκλιση τών ατόμων

Ο Επίκουρος και η παρέγκλιση τών ατόμων





Ο ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΙ Η ΠΑΡΕΓΚΛΙΣΗ ΤΩΝ ΑΤΟΜΩΝ

Εισαγωγικά

    Μια από τις φιλοσοφικές σχολές της ελληνιστικής εποχής με τη μεγαλύτερη επιρροή υπήρξε ο Επικουρισμός. Εμπνευστής του ο Επίκουρος ο Σάμιος  , που γεννήθηκε το 341 π.Χ. σύμφωνα με τη μαρτυρία του Διογένη Λαέρτιου ( 10, 14 ). Αν και οι πρώτες φιλοσοφικές επιδράσεις που δέχτηκε προέρχονται από έναν Πλατωνιστή, τον Πάμφιλο , η φιλοσοφία του στράφηκε ενάντια στον πλατωνισμό, ενώ ουσιαστικότερη φαίνεται να ήταν η επιρροή του ατομικού Ναυσιφάνη. Όπως θα δούμε παρακάτω, η ατομική θεωρία του Δημόκριτου υπήρξε θεμελιώδους σημασίας για την ανάπτυξη της μεταφυσικής αλλά και ηθικής διδασκαλίας του Επικουρισμού.

    Σε ηλικία 34 ετών, ο Επίκουρος εγκαθίσταται στην Αθήνα και ιδρύει τη φιλοσοφική του σχολή, που έμεινε γνωστή με το όνομα Κήπος, από τον κήπο του οικήματος που αγόρασε ο φιλόσοφος ανάμεσα στον Πειραιά και την Αθήνα. Ο Κήπος δεν ήταν βέβαια μια φιλοσοφική σχολή του τύπου της Πλατωνικής Ακαδημίας ή του Λυκείου του Αριστοτέλη. Ήταν περισσότερο « μια κοινωνία φίλων που ζουν με κοινές αρχές, αποτραβηγμένοι από το δημόσιο βίο »  . Αξίζει να σημειωθεί ότι από τη φιλοσοφική αυτή συντροφιά δεν αποκλείονταν γυναίκες και δούλοι. Οι Επικούρειοι αφιέρωναν αρκετό χρόνο στη μελέτη και τη συζήτηση των βιβλίων του Επίκουρου, αλλά πολύ περισσότερο προσπαθούσαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά του όσον αφορά τη συμπεριφορά και τον τρόπο ζωής του.


    Ως συγγραφέας, ο Επίκουρος υπήρξε πολυγραφότατος, αλλά δυστυχώς πολύ μικρό τμήμα του έργου του έχει διασωθεί. Πολλά από τα γραπτά του ήταν σε μορφή επιστολών, τρεις από τις οποίες περιέλαβε ο Διογένης Λαέρτιος στο Βίο του Επίκουρου και έτσι σώθηκαν ως τις μέρες μας. Πρόκειται για τις επιστολές Προς Ηρόδοτον, όπου δίνεται μια περίληψη των βασικών αρχών του ατομισμού, Προς Πυθοκλέα, με θέμα τα αστρονομικά φαινόμενα και Προς Μενοικέα, όπου παρουσιάζεται η επικούρεια ηθική θεωρία. Πολύ σημαντικό έργο του ήταν το Περί Φύσεως, από το οποίο δυστυχώς σώζονται πολύ λίγα αποσπάσματα. Ιδιαίτερα χρήσιμη πηγή για το έργο του Επίκουρου είναι το ποίημα De Rerum Natura του Λουκρήτιου, ο οποίος έζησε δύο αιώνες περίπου μετά το θάνατο του Επίκουρου, αλλά υποστήριζε θερμά τον Επικουρισμό. Στο έργο παρουσιάζονται ιδέες όπως η παρέγκλιση των ατόμων (2, 216 – 93), που είναι πολύ σημαντική για την παρούσα μελέτη. Για τη διδασκαλία του Επίκουρου μαθαίνουμε και από τους επικριτές του. Kύριοι αντίπαλοί του υπήρξαν κατ’ αρχάς οι Στωικοί. Αργότερα του επιτέθηκε και ο Πλωτίνος. Ο Κικέρων επίσης του άσκησε κριτική σε ποικίλα έργα του. H κριτική άγγιζε κυρίως ηθικά θέματα. Όσον αφορά το θέμα μας ο Επίκουρος δέχτηκε ιδιαίτερη επίθεση για την ιδέα της παρέγκλισης / εκτροπής των ατόμων, η οποία από νωρίς συνδέθηκε με το ζήτημα της ελεύθερης βούλησης. Κατηγορήθηκε επίσης άδικα για ηδονισμό, « αυτό όμως δεν συμβιβάζεται … ούτε με τη διδασκαλία του για την ηδονή, ούτε με τη γνωστή συμπεριφορά του »  . Η συγκεκριμένη διδασκαλία είχε περισσότερο ως στόχο την απαλλαγή από τον πόνο και μεγαλύτερο πόνο θεωρούσε « την πνευματική ταραχή που δημιουργούν οι εσφαλμένες δοξασίες για τη φύση των πραγμάτων, για τους θεούς, για το πεπρωμένο της ψυχής »  .

    Μέσα σε αυτές τις εσφαλμένες δοξασίες συμπεριελάμβανε τις καθιερωμένες απόψεις για την επέμβαση των θεών, τόσο στα φυσικά φαινόμενα, όσο και στην ανθρώπινη ζωή. Θεωρούσε ότι τέτοιες ιδέες επέτειναν την ανθρώπινη αγωνία και αφαιρούσαν από τους ανθρώπους τον έλεγχο της ζωής τους. Αν και δεν αρνιόταν την ύπαρξη θεών, ωστόσο δεν πίστευε ότι ενδιαφέρονταν για τις ανθρώπινες υποθέσεις. Για τον Επίκουρο οι θεοί ζούσαν σε μία κατάσταση απόλυτης ευδαιμονίας, πρότυπο για την ανθρώπινη.

    Όσον αφορά την ψυχή στο σύστημα του Επίκουρου, είναι μια οντότητα η οποία, όπως όλα όσα υπάρχουν είναι δομημένη από άτομα συνυφασμένη έτσι με το σώμα ώστε το ένα δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς το άλλο  . Ο Επίκουρος δεν πιστεύει στην αθανασία της ψυχής ως οντότητας ή συγκεκριμένης συνειδητής ενότητας. Μόνο τα άτομα είναι άφθαρτα και μετά το θάνατο σχηματίζουν ίσως κάποια άλλη ψυχή, όχι όμως την ίδια. Ο Λουκρήτιος ( 3. 417 – 829 ) παραθέτει περίπου 29 επιχειρήματα για να υποστηρίξει ότι δεν είναι δυνατή η επιβίωση της ψυχής μετά το θάνατο. Η ψυχή εκτείνεται σε όλο το σώμα, αλλά το κεντρικό της μέρος ( animus ) εντοπίζεται στο στήθος αφού εκεί  εδρεύουν  τα συναισθήματα  . Και τα δύο μέρη της ψυχής αποτελούνται από άτομα τεσσάρων ειδών : άτομα όμοια με τα άτομα θερμότητας ( calor ), τον άνεμο ή την ανάσα ( vapor ), άτομα όπως εκείνα του αέρα ( aer ) και άτομα ενός τέταρτου ανώνυμου είδους τα οποία είναι μικρότερα και ελαφρύτερα και είναι υπεύθυνα για τη δημιουργία αισθήσεων και σκέψεων  . Τα ψυχολογικά μας χαρακτηριστικά οφείλονται στην αναλογία των ατόμων της ψυχής. Παρόλο που αυτό είναι κάτι που δεν μπορούμε να αλλάξουμε τελείως, μπορούμε όμως, ακολουθώντας τον Επικούρειο τρόπο ζωής, να ζούμε βίο αντάξιο των θεών  .

Η παρέγκλιση των ατόμων και η ελευθερία της  βούλησης

    Όπως είδαμε στην εισαγωγή για τον Επίκουρο, ο φιλόσοφος υιοθέτησε μια αντίληψη για τους θεούς που στην ουσία αδιαφορούν για τα ανθρώπινα διότι αποστρεφόταν την ιδέα ότι ο ανθρώπινος βίος μπορούσε να επηρεάζεται από αυθαίρετες εξωκοσμικές ή υπερβατικές δυνάμεις. Έτσι, η άποψή του για την ειμαρμένη στην επιστολή Προς Μενοικέα δεν μας εκπλήσσει καθόλου.

«Επει κρειττον ην τω περί θεων μυθω κατακολουθειν ή τη των φυσικων ειμαρμένη δουλευειν  ο μεν γαρ ελπίδα παραιτήσεως υπογράφει θεων διά τιμης, η δε απαραιτητον έχει την ανάγκην » ( Διογ. Λαέρτ., Προς Μενοικέα, Χ, 133 – 4 (2) ).

[ Επειδή θα ήταν καλύτερο να ακολουθήσουμε τη μυθολογία για τους θεούς παρά να γίνουμε δούλοι της ειμαρμένης των φυσικών φιλοσόφων  γιατί στην πρώτη περίπτωση τουλάχιστον υπονοείται ότι υπάρχει ελπίδα να γλιτώσεις από τους θεούς τιμώντας τους, ενώ στη δεύτερη αντιμετωπίζουμε μια αδήριτη αναγκαιότητα ]

    Από το παραπάνω χωρίο γίνεται φανερό ότι ο Επίκουρος, αν και ερμηνεύει τη φύση σύμφωνα με τη θεωρία του Δημόκριτου για τα άτομα και το κενό, εντούτοις δεν συμμερίζεται την άποψη του τελευταίου ότι τα πάντα γίνονται «καθ’ ειμαρμένην» ( Δημόκ. Α 1 και Α 66 ).

    Εφόσον, όπως είδαμε, ακόμη και η ψυχή έχει την ίδια σύσταση με όλα τα άλλα φυσικά σώματα, θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει ότι τα ψυχικά μας χαρίσματα, αλλά και οι αντιδράσεις μας εξαρτώνται από τις κινήσεις των ατόμων της ψυχής ή από κινήσεις ατόμων που δεχόμαστε από το εξωτερικό περιβάλλον. Ο Επίκουρος δεν το δέχεται αυτό. Χρησιμοποιεί τον όρο παρ’ ημας, αντί του εφ’ ημιν του Αριστοτέλη και των Στωικών. Θεωρεί ότι οι σκέψεις και ο χαρακτήρας μας εξαρτώνται απόλυτα από εμάς ( Περί Φύσεως, 34. 26 – 30 ). Ενάντια στο επιχείρημα που θέλει την τελική επιλογή μας να καθορίζεται είτε από την αρχική μας σύσταση είτε από τις επιδράσεις του περιβάλλοντος, ο Επίκουρος προβάλλει την άποψη, η οποία στηρίζεται καθαρά στην εμπειρική παρατήρηση ότι νουθετούμε ή επικρίνουμε ο ένας τον άλλο ή τροποποιούμε την συμπεριφορά μας θεωρώντας δεδομένο ότι η ευθύνη ανήκει και σε εμάς. Εξάλλου, για τον Επίκουρο η ίδια η ντετερμινιστική θεωρία αυτοαναιρείται.

« ο λέγων παντα κατ’ ανάγκην γίνεσθαι ουδεν εγκαλειν εχει τω λέγοντι μη παντα κατ’ ανάγκην γίνεσθαι  αυτό γαρ τουτο φησι κατ’ ανάγκην γίνεσθαι » Επίκουρος, SV  40 ( LS 20 D )

[ Αυτός που λέει ότι τα πάντα γίνονται σύμφωνα με την αναγκαιότητα δεν μπορεί να κατηγορήσει εκείνον που λέει ότι δεν γίνονται όλα κατ’ ανάγκην. Γιατί, σύμφωνα με αυτό που ο ίδιος υποστηρίζει, και αυτό είναι από μόνο του κάτι που γίνεται αναγκαστικά    ]

    Δεν ήταν όμως αυτές οι εμπειρικές παρατηρήσεις του Επίκουρου που προκάλεσαν την αντίδραση άλλων φιλοσόφων, όπως οι Στωικοί, ο Καρνεάδης και ο Πλωτίνος. Η ιδέα που συσχετίστηκε άμεσα με το ζήτημα της ελεύθερης βούλησης και έκανε μάλιστα κάποιους μελετητές να αποφανθούν ότι το όλο θέμα ανακινήθηκε ουσιαστικά από τον Επίκουρο   ήταν η παρεγκλιτική κίνηση την οποία ο φιλόσοφος προέβλεπε για τα άτομα. Μία κίνηση, η οποία ανέτρεπε την αδήριτη αναγκαιότητα της ατομικής θεωρίας του Λεύκιππου και του Δημόκριτου. Οι πηγές μας   για την επικούρεια θεωρία της εκτροπής ή παρέγκλισης των ατόμων είναι έμμεσες αναφορές στον Λουκρήτιο και τον Κικέρωνα. Στην ιδέα αυτή αναφέρεται και ο Πλωτίνος όπως θα δούμε στο σχετικό κεφάλαιο.

    Ο Λουκρήτιος λοιπόν μας μεταφέρει τα εξής ( De Rerum Natura 2. 251 – 93 ) :

[ Έπειτα, αν κάθε κίνηση είναι πάντα αλληλένδετη,

και η νέα κίνηση προκύπτει απ’ την παλιά με ορισμένη τάξη,

και τα άτομα δεν κάνουν παρεκκλίνοντας κάποια αρχή

της κίνησης που να σπάει τα δεσμά της ειμαρμένης

έτσι ώστε μια αιτία να μην ακολουθεί άλλη αιτία απ’ το άπειρο,

από πού υπάρχει αυτή η ελεύθερη βούληση για τα ζώα σε όλον τον κόσμο ; Από πού, ρωτώ, έρχεται αυτή η βούληση που την αφαιρούν οι μοίρες, μέσω της οποίας πηγαίνουμε όπου μας οδηγεί η επιθυμία μας,

και παρομοίως παρεκκλίνουμε   στις κινήσεις μας σε ακαθόριστο

χρόνο και τόπο, αλλά όπου μας πηγαίνει ο ίδιος ο νους μας ;

Γιατί χωρίς αμφιβολία από τη βούληση είναι που οι κινήσεις αυτές

μεταδίδονται ως τα μέλη ( του σώματος )  { στ. 262 }


{ στ. 289 } Αλλά ότι το μυαλό δεν πρέπει να έχει μια εσωτερική αναγκαιότητα στη συμπεριφορά του, και δεν υποχρεώνεται να υπομένει και να πάσχει απ’ αυτήν, αυτό οφείλεται σε μια μικρή παρέγκλιση των ατόμων σε ακαθόριστο τόπο και χρόνο. ]

    Στο κείμενο του Λουκρήτιου βλέπουμε να συνδέεται η παρεγκλιτική κίνηση των ατόμων με την ελευθερία της βούλησης στα έμψυχα όντα. Η άποψη αυτή δέχεται δριμύτατη κριτική στο έργο του Κικέρωνα, De fato. Σε μια συζήτηση όπου παρουσιάζονται οι απόψεις των τριών σημαντικότερων φιλοσοφικών σχολών της ελληνιστικής περιόδου, η παρέγκλιση των ατόμων παρουσιάζεται ως το μοναδικό επιχείρημα του Επίκουρου κατά του στωικού φαταλισμού, το οποίο όμως απορρίπτεται ως αναποτελεσματικό ( De fato, ΙΧ 18 – 22 ) διότι η εισαγωγή της αναίτιας κίνησης δεν μας σώζει από το φαταλισμό. Μάλιστα ο φιλόσοφος επικρίνεται γιατί δεν μπορεί να προσδιορίσει πώς προκύπτει αυτή η απρόβλεπτη κίνηση των ατόμων (De fato, ΧΙΧ 46–48), ενώ σε τελική ανάλυση ο Κικέρων αμφισβητεί ολωσδιόλου την ορθότητα της ατομικής θεωρίας. Διαψεύστηκε βέβαια από την πρόοδο της σύγχρονης επιστήμης και, όπως παρατηρεί η E. Asmis  , μετά την ανακάλυψη της απροσδιοριστίας ως αρχής της κβαντικής φυσικής, έχει υπάρξει μεγαλύτερος σεβασμός στη θεωρία της παρέγκλισης του Επίκουρου. Με την καινοτομία αυτή ο Επίκουρος συμπληρώνει δημιουργικά την ατομική θεωρία.

    Το πρόβλημα που προκύπτει σύμφωνα με τον R. W. Sharples  , είναι ότι η παρέγκλιση μπορεί να θεωρηθεί ότι συνεπάγεται μη υπεύθυνη επιλογή, αλλά αυθαίρετη και ανεξήγητη συμπεριφορά. Ωστόσο, όπως παρατηρεί ο ίδιος, ο ισχυρισμός ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά δεν είναι εξ ολοκλήρου προβλέψιμη δεν συνεπάγεται ότι είναι και εντελώς απρόβλεπτη. Το πρόβλημα βέβαια παραμένει είτε θεωρήσουμε α ) ότι η παρέγκλιση συμβαίνει κατά την άσκηση της ελεύθερης επιλογής και μάλιστα στην αρχή της εκούσιας πράξης, είτε β ) σε κάποιο απροσδιόριστο χρονικό σημείο, όπως υποστηρίζει ο Furley  , παράγοντας μία ασυνέχεια στις ατομικές κινήσεις που είναι υπεύθυνες για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα του ανθρώπου  . Μόλις συμβεί αυτό όλες οι επόμενες κινήσεις του είναι ελεύθερες με την έννοια ότι η πηγή τους δεν μπορεί πια να αναζητηθεί έξω από το υποκείμενο.

    Τέλος, αξίζει να αναφερθεί και η άποψη των R. W. Sharples και J. Annas   ότι μόνο όταν η παρέγκλιση συμβαίνει στα άτομα του τέταρτου είδους μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, παίρνει την ειδική φύση της ελεύθερης και συνειδητής επιλογής. Η J. Annas μάλιστα, πρότεινε ότι η επινόηση της παρέγκλισης και των ατόμων του τέταρτου είδους ήταν εναλλακτικές λύσεις του Επίκουρου στο πρόβλημα της αυθορμησίας. Δεν θα συμφωνήσουμε με αυτήν την άποψη, γιατί δεν στηρίζεται στις αρχαίες πηγές. Αν ο Επίκουρος είχε ένα δεύτερο επιχείρημα υπέρ της ελεύθερης βούλησης, θα είχε παρουσιαστεί από τους επικριτές του.

Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΡΝΕΑΔΗ

Στην αντιπαράθεση ανάμεσα στους Επικούρειους και τους Στωικούς σχετικά με τα ζητήματα της ειμαρμένης και της ελεύθερης βούλησης δεν έμειναν αδιάφοροι οι εκπρόσωποι του Σκεπτικισμού  . Την εποχή που επικεφαλής της Στοάς ήταν ο Χρύσιππος, τη διεύθυνση της Ακαδημίας είχε αναλάβει ο Καρνεάδης ( 219 – 129 π.Χ. ), πολύ σημαντική μορφή στην ιστορία της φιλοσοφίας. Ήταν τόσο ικανός στη διαλεκτική και στην λεκτική αντιπαράθεση, ώστε σύμφωνα με το Διογένη Λαέρτιο ( Διογ. Λαέρ. 4, 62 ), ακόμη και οι ρήτορες άφηναν τα μαθήματά τους για να πάνε να τον ακούσουν. Δεν έγραψε τίποτε και π\οι πληροφορίες μας γι’ αυτόν προέρχονται από έμμεσες πηγές. Ο μαθητής και διάδοχός του Κλειτόμαχος τις μετέδωσε προφανώς στον Φίλωνα τον Λαρισσαίο και ο τελευταίος στον Κικέρωνα  .

Στο De fato του Κικέρωνα παρακολουθούμε τη φιλοσοφική αντιπαράθεση του Χρύσιππου, του Επίκουρου και του Καρνεάδη όσον αφορά την ειμαρμένη και την ελεύθερη βούληση. Ο τελευταίος απέρριπτε το φαταλισμό λέγοντας χαρακτηριστικά ότι ούτε ο Απόλλων δε θα μπορούσε να γνωρίζει το μέλλον, εκτός αν πρόκειται για γεγονότα των οποίων οι αιτίες ενυπάρχουν στη φύση κατά τέτοιο τρόπο ώστε να καθιστούν την πραγματοποίησή τους αναγκαία  . Η γνώση του μέλλοντος προϋποθέτει τη γνώση όλων των προηγούμενων αιτίων, πράγμα που ο Καρνεάδης δεν θεωρούσε δυνατόν ούτε για τον ίδιο τον Απόλλωνα.

Ο Καρνεάδης, θεωρώντας δεδομένο ότι υπάρχουν κάποια πράγματα που εξαρτώνται από εμάς, κάνει τον εξής συλλογισμό   :

[ « Αν τα πάντα συμβαίνουν λόγω προηγούμενων αιτίων, τότε όλα τα γεγονότα είναι φυσικά αλληλένδετα μεταξύ τους. Αν είναι έτσι, τότε τα πάντα συμβαίνουν από ανάγκη  αν αυτό αληθεύει, τότε τίποτε δεν εξαρτάται από εμάς. Όμως, κάτι εξαρτάται από εμάς. Αν , όμως, τα πάντα συμβαίνουν καθ’ ειμαρμένην, τότε υπάρχουν προηγούμενες αιτίες για τα πάντα. Επομένως  , δεν αληθεύει πως ό,τι συμβαίνει γίνεται καθ’ ειμαρμένην ] Cicero, De fato, 31

    Εκτός από τη Στωική θέση, ο Καρνεάδης επέκρινε και το Επικούρειο επιχείρημα για την παρέγκλιση των ατόμων. Υποστήριξε ότι μπορεί να διασωθεί η ανθρώπινη ελευθερία χωρίς να χρειάζεται την ατομική παρέγκλιση και ότι ο Επίκουρος θα ήταν καλύτερα και χωρίς αυτήν  . Οι ελεύθερες ανθρώπινες επιλογές δεν είναι προκαθορισμένες, αλλά δεν είναι και αναίτιες, γιατί η αιτία βρίσκεται στην ίδια τη φύση της εκούσιας πράξης  .

    Θα συμφωνήσουμε με τον R. W. Sharples   ότι δεν είναι βέβαιο κατά πόσο ο Καρνεάδης ήθελε πραγματικά να αναπτύξει μια θεωρία για την ελεύθερη βούληση. Είναι πιθανότερο πως ως σκεπτικός φιλόσοφος ήθελε απλά να τονίσει τις ανεπάρκειες τόσο της Επικούρειας όσο και της Στωικής θέσης και όχι τόσο να προτείνει κάποια τρίτη θεωρητική πιθανότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου