Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013

Ήταν ο ίδιος παρουσία Θεού...

Ήταν ο ίδιος παρουσία Θεού...

ΑΓΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΚΑΠΠΑΔΟΚΗΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

Ο όσιος Αρσένιος γεννήθηκε κατά το 1840 στην Καππαδοκία, την κοιτίδα των Πατέρων της Εκκλησίας, στην οποία παρά την τουρκική καταπίεση ο χριστιανισμός διατηρούσε στις αρχές του 20ού αιώνα μια εκπληκτική ζωτικότητα.

Προικισμένος με οξύνοια, τελείωσε τις σπουδές του, έγινε μοναχός και στάλθηκε ως ιερέας στο χωριό που γεννήθηκε, τα Φάρασα, να μάθει γράμματα στα εγκαταλελειμμένα στη μοίρα τους παιδιά.

Αφότου πήγε πεζός να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους, ένα προσκύνημα που επαναλάμβανε κάθε δέκα χρόνια, ο κόσμος πήρε τη συνήθεια να τον φωνάζει Χατζη-Εφέντη. Ταπεινός ιερέας του Θεού, στάθηκε σε όλη του τη ζωή ο πατέρας και η ψυχή των κατοίκων της περιοχής. Δεν αρκούνταν να διδάσκει τα στοιχειώδη της απαγορευμένης από τις τουρκικές αρχές ελληνικής παιδείας, αλλά έδινε στους φτωχούς και καταπιεσμένους Έλληνες ένα ζωντανό παράδειγμα της χριστιανικής μεγαλοφροσύνης και ευγένειας ήθους. Πέρα από κάθε του λόγο ή διδαχή, ήταν ο ίδιος παρουσία του Θεού, πηγή ακένωτη χάριτος και θαυματουργικών ιαμάτων, όχι μόνον για τους Έλληνες, αλλά και για τους Τούρκους.

Όταν κάποιος ερχόταν σε αυτόν με εμπιστοσύνη, όποιος κι αν ήταν, δεν ενδιαφερόταν να μάθει την καταγωγή του, ή τη θρησκεία του, αλλά αναζητούσε μόνο την ευχή την πλέον αρμοστή στην περίπτωσή του.

Αν δεν την έβρισκε στο Ευχολόγιο, έπαιρνε έναν ψαλμό, διάβαζε ένα εδάφιο από το Ευαγγέλιο ή αρκούνταν μόνον να επιθέτει στο κεφάλι του αρρώστου το τετραβάγγελο. Τα θαύματα του πατρός Αρσενίου έγιναν κάτι το τόσο φυσικό που δεν υπήρχε στα Φάρασα άλλο ιατρείο.

Ήταν για όλους ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων. Όσοι δεν μπορούσαν να μετακινηθούν, του έστελναν κάποιο ρούχο τους, εκείνος διάβαζε την προσφυή ευχή ή την έγραφε σε ένα κομμάτι ύφασμα και η θεραπεία ήταν σίγουρη. Ενίοτε όμως, η θεραπεία δεν ερχόταν παρά μόνον σιγά-σιγά, προς όφελος εκείνων που είχαν ανάγκη να ταπεινωθούν και να αποκτήσουν βαθμιαία την επίγνωση της Θεϊκής βοήθειας.

Ο πατήρ Αρσένιος αρνούνταν όλα τα δώρα που του πρόσφεραν ως ευχαριστία για τις ευεργεσίες του, λέγοντας: «Η πίστη μας δεν πουλιέται!». Απέκρυπτε δε τις αρετές του υποκρινόμενος εκκεντρικότητες ή εξάψεις οργής, για να αποφύγει την εκτίμηση των ανθρώπων και να διαφυλάξει την ησυχία του. Όταν η θαυματουργική του δύναμη γεννούσε τον θαυμασμό, απαντούσε αυστηρά: «Ε, τι θαρρείτε, πως είμαι άγιος; Αμαρτωλός είμαι, χειρότερος από σας. Δεν βλέπετε, ακόμη και τον θυμό μου δεν μπορώ να συγκρατήσω. Ο Χριστός κάμνει τα θαύματα που βλέπετε. Εγώ τα χέρια μου μόνον υψώνω και Τον παρακαλώ.»

Όντως, όταν ύψωνε τα χέρια προς τον ουρανό για να ικετεύσει υπέρ κάποιου άλλου, έμοιαζε να είναι με την ψυχή στο στόμα. Έδινε την εντύπωση ότι έπιανε τον Χριστό από τα πόδια, και δεν Τον άφηνε, παρά μόνον όταν η δέησή του είχε πλέον εισακουσθεί.

Ζούσε σε ένα στενό κελί με δάπεδο από πατημένο χώμα, νηστεύοντας, αγρυπνώντας και προσευχόμενος αδιαλείπτως. Δυο μέρες την εβδομάδα, και συχνά περισσότερες, έμεινε έγκλειστος για να δοθεί στην καθαρή θεωρία, φορώντας σάκο και γονατισμένος πάνω σε στάχτη. Τις ημέρες αυτές, όσοι έρχονταν να ζητήσουν τη βοήθειά του, βρίσκοντας την πόρτα κλειστή, έπαιρναν σκόνη από το κατώφλι και έβρισκαν σίγουρη γιατρειά. Αυστηρός με τον εαυτό του, ο πατήρ Αρσένιος ήταν γεμάτος αγάπη και ευσπλαχνία απέναντι στο ποίμνιό του, ιδιαιτέρως για εκείνους που έρχονταν να εξομοληγηθούν για τις αμαρτίες τους.

Θεράπευε τους αμαρτωλούς περισσότερο με την αγάπη, παρά με τα επιτήμια και τις επιπλήξεις.

Συχνά πήγαινε να τελέσει αγρυπνίες σε απομονωμένα εξωκκλήσια, βαδίζοντας ανυπόδητος και δίχως να χρησιμοποιεί ζώο, για να μιμηθεί τον Χριστό που πήγαινε πάντα πεζός και από συμπόνια για τα ζώα.

Πολλές φορές φανερώθηκαν Άγιοι δίπλα του κατά τη Θεία Λειτουργία και πιστοί είχαν τη δυνατότητα να θαυμάσουν τότε το πρόσωπό του, μεταμορφωμένο από το θείο φως.

Προικισμένος με το χάρισμα της προορατικότητας, ο πατήρ Αρσένιος προείπε, πολύ πριν, τον ξεριζωμό των Ελλήνων από τη Μικρά Ασία και οργάνωσε την αναχώρηση των κατοίκων από τα Φάρασα. Στις 14 Αυγούστου 1924, ο Γέροντας μπήκε επικεφαλής του ποιμνίου του, σαν ένας άλλος Μωυσής, για μια έξοδο 300 χιλιόμετρα με τα πόδια, εν μέσω απειλητικών Τούρκων.

Ενωμένος πάντα με τον Θεό, δεν έπαυσε να επιχέει το έλεος του Θεού σε χριστιανούς και μουσουλμάνους αδιακρίτως. Όπως είχε αναγγείλει στους πιστούς, δεν έζησε παρά σαράντα μέρες μετά τον ερχομό τους στα χώματα της Ελλάδας.

Όταν νοσηλευόταν στο νοσοκομείο, ένας φίλος του θέλησε να συνθλίψει μια ψείρα που είχε βρει. Ο πατήρ Αρσένιος όμως αναφώνησε: «Μην τη σκοτώσεις τη φτωχιά! Άφησέ την να φάει κι αυτή λίγη σάρκα. Τι, να μείνει όλη για τα σκουλήκια;» Έπειτα στράφηκε προς τους επισκέπτες του και είπε: «Την ψυχή, την ψυχή να τη φροντίζετε περισσότερο από τη σάρκα που θα πάει στο χώμα και θα τη φάνε τα σκουλήκια!» Ήταν η τελευταία του νουθεσία και διαθήκη.

Δύο μέρες αργότερα, στις 10 Νοεμβρίου 1924, παρέδωσε εν ειρήνη την ψυχή του στον Θεό, με την εμπιστοσύνη του πιστού δούλου. Ήταν 83 ετών. Από το 1970, ο όσιος Αρσένιος, με πολλές εμφανίσεις του και θαύματα που συνδέονται με τα τίμια λείψανά του, αποτεθειμένα στη Μονή της Σουρωτής, κοντά στη Θεσσαλονίκη, δεν έπαυσε να δίνει μαρτυρίες για την οικειότητά του με τον Θεό. Η τιμή του αναγνωρίσθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο το 1986.


Πηγή: Ιερός Συναξαριστής
Αποδελτίωση: περιοδ. Ο Άγιος Λάζαρος, Νοέμβριος 2011, έκδ. Ι.Ν. Αγ. Λαζάρου Λάρνακος, σ. 1-3.
      

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου