Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

Ο ΕΡΩΤΑΣ ΧΡΟΝΙΑ ΔΕΝ ΚΟΙΤΑ.

Ο έρωτας χρόνια δεν κοιτά!


Οι σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ «υπερηλίκων» αντιμετωπίζονται συνήθως ως ταμπού: είτε με μεγάλη αμηχανία και ιλαρότητα είτε ως αποκλειστικό προνόμιο κάποιων πλούσιων ή διάσημων επωνύμων. Με περισσή υποκρισία αποδεχόμαστε και ενδεχομένως, θαυμάζουμε τους κοτσονάτους παππούδες που «κυκλοφορούν» με μια νεαρή κοπέλα, ενώ με σεξιστικό αποτροπιασμό απαξιώνουμε τις «ξεμωραμένες γιαγιάδες» που παρασύρονται από το πάθος τους για ένα τεκνό.
Ενώ όμως η ερωτική έλξη ενός ακμαίου γέροντα για γυναίκες μικρότερης ηλικίας θεωρείται «απολύτως φυσική», η ανάγκη για μια νέα ερωτική ζωή ανάμεσα σε δύο αρκετά ηλικιωμένα άτομα θεωρείται συνήθως εντελώς «αφύσικη», αδιαμφισβήτητη ένδειξη γεροντικής άνοιας. Αραγε, πώς βιώνουν και πώς διαχειρίζονται τέτοια ώριμα ερωτικά πάθη τα άτομα της τρίτης ηλικίας; Και πώς αντιδρούν τα παιδιά τους, και γενικότερα η κοινωνία, σε αυτές τις «αφύσικες» σεξουαλικές δραστηριότητες των υπερηλίκων;
Αφορμή για το παρόν άρθρο υπήρξαν οι εκμυστηρεύσεις μιας παιδικής φίλης: «Τα έμαθες τα τελευταία νέα της μητέρας μου; Η γιαγιά Στεφανία είναι τρελά ερωτευμένη με έναν κύριο της ίδιας ηλικίας (περίπου 65 ετών!), τον οποίο γνώρισε το καλοκαίρι στα ιαματικά λουτρά της Αιδηψού. Κυριολεκτικά έχει χάσει τα μυαλά της. Μου ανακοίνωσε μάλιστα ότι είναι αποφασισμένοι να προχωρήσουν σε γάμο. Δεν μου έφταναν οι εφηβικοί έρωτες της κόρης μου, τώρα έχω να αντιμετωπίσω και τις γεροντικές ακολασίες της μαμάς μου!».
Ολο και πιο συχνά ακούμε και διαβάζουμε ανάλογες ιστορίες στις ειδικές σελίδες των εντύπων ή του Διαδικτύου που υποτίθεται ότι διευκολύνουν τη γνωριμία μεταξύ αγνώστων ανδρών και γυναικών κάθε ηλικίας. Η συχνότητα εμφάνισης του γεροντικού ερωτισμού, η συστηματική προβολή του από τα ΜΜΕ, και κυρίως η ανενδοίαστη δημόσια διεκδίκησή του από τους άμεσα ενδιαφερόμενους καθιστούν πλέον αυτό το φαινόμενο ένα πρώτης τάξεως επιστημονικό αλλά και κοινωνικό πρόβλημα.
Γιατί όμως αποτελεί «πρόβλημα»; Επειδή μέχρι χθες είχαμε συνηθίσει να αντιμετωπίζουμε τα συνήθη προβλήματα της υγείας των ηλικιωμένων -πίεση, αρθριτικά, δυσπεψία, απώλεια μνήμης- ενώ αποκλείαμε εκ των προτέρων ακόμη και την πιθανότητα ύπαρξης ερωτικών διαθέσεων, που, επειδή μένουν ανικανοποίητες, δημιουργούν αρκετά σοβαρά προβλήματα.
Τα αίτια αυτής της βολικής εθελοτυφλίας είναι πολλά, το σημαντικότερο όμως θα πρέπει να αναζητηθεί στην εσφαλμένη προκατάληψή μας ότι η ανθρώπινη σεξουαλικότητα σχετίζεται αποκλειστικά με την αναπαραγωγή. Μια καθαρά σεξοφοβική αντίληψη που ενώ θεωρείται ιστορικά ξεπερασμένη και έχει διαψευσθεί οριστικά από πλήθος επιστημονικών ερευνών, εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να καλλιεργείται από τη χριστιανική εκκλησία (κυρίως από την καθολική εκκλησία, αλλά όχι μόνο). Σύμφωνα με αυτή την απάνθρωπης σκληρότητας αντίληψη, η χήρα ή ο χήρος οφείλουν, ακόμη και παρά τη θέλησή τους, να θρηνούν εφ' όρου ζωής για την απώλεια του αγαπημένου τους συζύγου.
Ισως έτσι εξηγείται γιατί, μέχρι πρόσφατα, οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, ενώ έχουν απομυθοποιήσει τις περισσότερες ηθικές προκαταλήψεις του παρελθόντος σχετικά με το σεξ, εξακολουθούν να νιώθουν αμηχανία ή και αποστροφή απέναντι σε κάθε δημόσια εκδήλωση της ερωτικής ζωής των υπερηλίκων.
Απ' ό,τι φαίνεται όμως, τα πράγματα έχουν πλέον αρχίσει να αλλάζουν.
Οι σύγχρονοι παππούδες και κυρίως οι γιαγιάδες δεν έχουν την παραμικρή διάθεση να συμβιβαστούν αμαχητί με τον «ουδέτερο» και «άχρωμο» κοινωνικό και βιολογικό ρόλο που τους επιφυλάσσει η κοινωνία μας. Αρνούνται με όλες τους τις δυνάμεις να συμβιβαστούν με τον βολικό (για τους άλλους) αλλά απολύτως αποπνικτικό (για τους ίδιους) ρόλο του «αξιοσέβαστου, αλλά υπό απόσυρση πολίτη». Εξάλλου, η δική τους γενιά ήταν η πρώτη που διεκδίκησε, κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1950, το δικαίωμα στον «ελεύθερο έρωτα».
Γηράσκω αεί ερωτευόμενος
Στην πραγματικότητα δεν είναι το ίδιο το σεξ μεταξύ υπερηλίκων που μας δημιουργεί αποστροφή, αλλά μάλλον η ίδια η επίμονη βούληση των ατόμων της τρίτης ηλικίας να διεκδικούν το δικαίωμά τους στη ζωή και τον έρωτα. Η άρνησή τους δηλαδή να αποδεχτούν αδιαμαρτύρητα τον σεξουαλικά ουδέτερο ρόλο του «γέρου» ή της «γριάς» που υποτίθεται ότι αρμόζει στην ηλικία τους: μια μακάρια κατάσταση απόλυτης σεξουαλικής αδιαφορίας σαν αυτή που βιώνουν τα βρέφη!
Η άρνησή μας να αποδεχτούμε ακόμη και τη δυνατότητα ύπαρξης ερωτικών ή και σεξουαλικών αναγκών σε γηραιά άτομα ίσως οφείλεται αποκλειστικά στην αδυναμία μας να απαλλαγούμε από τα κυρίαρχα κοινωνικά στερεότυπα. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να εξηγηθεί ο παραλογισμός να θεωρούμε αποδεκτό οι «λεβεντόγεροι» να κυνηγούν προκλητικά νυμφίδια, ενώ θεωρούμε «ξεμωραμένες» τις γηραιές κυρίες όταν κάνουν ακριβώς το ίδιο με τα αγοράκια;
Τελικά, αν υπάρχει κάτι παράλογο σε όλα αυτά, είναι ότι παραδοσιακά η ύπαρξη της γυναικείας σεξουαλικότητας και η ερωτική επιθυμία που αυτή προϋποθέτει δεν αντιμετωπίστηκαν, ούτε καν από την επιστήμη, ως ένα φυσιολογικό φαινόμενο αλλά μόνο ως το μέσο για την επίτευξη της τεκνοποίησης. Και εφόσον μας ήταν τόσο δύσκολο να αναγνωρίσουμε την αυτόνομη από την τεκνοποίηση σεξουαλική ζωή των μαμάδων, φανταστείτε πόσο δύσκολο είναι να την αναγνωρίσουμε στις γιαγιάδες!
Παρ' όλα αυτά, από πλήθος ερευνών έχει επιβεβαιωθεί ότι οι βασικές ζωικές ορμές εξακολουθούν να υπάρχουν σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Η ανάγκη μας για ηδονή και χαρά από την εμπειρία μιας ερωτικής σχέσης παραμένει ουσιαστικά η ίδια σε κάθε ηλικία, αυτό που ενδεχομένως αλλάζει με το πέρασμα του χρόνου είναι ο τρόπος που την εκφράζουμε και η βαρύτητα που της αποδίδουμε.
Ετσι, ενώ οι νέες ερωτικές εμπειρίες ενός ηλικιωμένου καθορίζονται από τις προγενέστερες εμπειρίες και τα βιώματά του, με τα χρόνια αποκτά μεγαλύτερη συνείδηση της αξίας που έχουν γι' αυτόν ή γι' αυτήν ορισμένα ερωτικά ερεθίσματα και επομένως λειτουργεί όχι σαν μαριονέτα αλλά σαν συμπρωταγωνιστής στη διαμόρφωση μιας πιο ώριμης σχέσης. Και επειδή ακριβώς ο χρόνος που έχουν στη διάθεσή τους οι πιο ηλικιωμένοι εραστές δεν είναι απεριόριστος, επενδύουν παραδόξως περισσότερο χρόνο στην καλλιέργεια μιας ουσιαστικότερης σχέσης.
Τώρα, όσον αφορά τις συχνά υστερικές αντιδράσεις των παιδιών ή των στενών συγγενών τους, αυτές κυμαίνονται από την ειλικρινή και εν μέρει κατανοητή έκπληξη ή αμηχανία μέχρι την απόλυτη άρνηση που συνήθως συνοδεύεται από κωμικοτραγικές υστερικές σκηνές. Πάντως, επειδή σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχουν απόλυτοι και κοινά αποδεκτοί κανόνες συμπεριφοράς, καλό θα ήταν να επικρατήσει τελικά ο κοινός νους, παρακάμπτοντας την εγωιστική και ανασφαλή στάση των νεότερων.
Γιατί είναι βέβαιο ότι αν τα ανήσυχα και θορυβημένα σαραντάχρονα παιδιά των «άτακτων γεροντίων» υιοθετούσαν τον κοινό νου, τότε θα έπρεπε να παραδεχτούν ότι εφόσον οι γονείς τους, παρά τη μεγάλη ηλικία τους, είναι υγιείς από σωματική και πνευματική άποψη, τότε δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος να τους αρνούνται τη δυνατότητα να αποζητούν την παρηγοριά σε μια ερωτική σχέση. Μια παρηγοριά απολύτως απαραίτητη σε αυτό το τελευταίο στάδιο της ζωής, την οποία όμως ούτε θα μπορούσαν ούτε και θα ήθελαν να τους την προσφέρουν οι ίδιοι. *

Ωριμα ερωτικά πάθη ή το σεξ στην τρίτη ηλικία

Τι γίνεται όμως με το σεξ;
Πώς αντιμετωπίζουν και διαχειρίζονται οι ηλικιωμένοι άνδρες και γυναίκες τις μειωμένες αλλά σχεδόν πάντα υπαρκτές σεξουαλικές τους επιθυμίες; Ακόμη και σε πολύ προχωρημένη ηλικία άνδρες και γυναίκες φαίνεται πως ακολουθούν έναν πολύ γενικό, αλλά ενίοτε επισφαλή, κανόνα που συχνά ρυθμίζει τις σχέσεις των δύο φύλων: συνήθως οι γυναίκες προσφέρουν σεξ για να πάρουν αγάπη, ενώ οι άνδρες προσφέρουν αγάπη για να πάρουν σεξ.
Στην τρίτη ηλικία, ωστόσο, κατά την έκφραση των σεξουαλικών διαθέσεων υπεισέρχονται και μια σειρά από άκρως ενοχλητικές αλλά όχι και ανυπέρβλητες δυσκολίες. Για τους γκριζομάλληδες δον ζουάν υπάρχουν οι στυτικές δυσλειτουργίες και οι ψυχολογικές αναστολές που γεννά ο φόβος ότι δεν θα τα καταφέρουν να επιδείξουν μια αξιοπρεπή στύση. Ετσι, αρκετοί άνδρες υποφέρουν από μια μόνιμη αναστολή, η οποία σταδιακά μετατρέπεται σε πλήρη ανορεξία εξαιτίας της επώδυνης προοπτικής μιας ακόμη αποτυχημένης συνουσίας. Ομως, χάρη στο Viagra, που άρχισε να χρησιμοποιείται μαζικά μετά το 1999, οι μελαγχολικοί υπερήλικες εραστές αναθάρρησαν και άρχισαν να ζητούν όλο και πιο συχνά «τρελίτσες» από τις γυναίκες τους. Και, όπως είναι φυσικό, οι περισσότερες από αυτές τις ταλαίπωρες κυρίες δεν το διασκέδασαν καθόλου, αφού έπρεπε ξαφνικά να θυμηθούν και να συμμετάσχουν ενεργά σε ερωτικά παιχνίδια που είχαν εδώ και πολύ καιρό λησμονήσει.
Γιατί βέβαια δεν είναι μόνο οι ηλικιωμένοι άνδρες που έχουν σοβαρά προβλήματα, αλλά και οι γυναίκες, κυρίως μετά την εμμηνόπαυση. Στις ηλικιωμένες γυναίκες η διατήρηση ή όχι του ενδιαφέροντός τους για το σεξ εξαρτάται από μια σειρά ριζικές αλλαγές του σώματός τους. Ορισμένες στηρίζουν την ερωτική τους ζωτικότητα στην παρουσία στο σώμα τους ενός ικανοποιητικού αριθμού οιστρογόνων και ανδρογόνων ορμονών.
Μετά την εμμηνόπαυση η μείωση της παραγωγής των οιστρογόνων έχει ως συνέπεια να λεπταίνουν τα τοιχώματα του κόλπου, ενώ μειώνεται δραματικά και η ικανότητα λίπανσής του, με αποτέλεσμα να νιώθουν έντονη δυσφορία ή και πόνο κατά τη συνουσία. Αρκετές γυναίκες ερμηνεύουν λανθασμένα αυτή την έκλειψη ως σημάδι ερωτικής αδιαφορίας για τον σύντροφό τους ή, ακόμη χειρότερα, ως οριστικό θάνατο της σεξουαλικής τους ζωής. Γεγονός καταστροφικό, αφού όχι μόνο καταπιέζουν τις ερωτικές τους διαθέσεις, αλλά θέτουν σε κίνδυνο την ομαλή συμβίωση με τον άντρα τους, ενώ θα μπορούσαν κάλλιστα να παρακάμψουν το πρόβλημα χρησιμοποιώντας ένα από τα πολυάριθμα ειδικά λιπαντικά που κυκλοφορούν στο εμπόριο.
Εκτός όμως από τα οιστρογόνα, μειώνονται και οι ανδρογόνες ορμόνες των ηλικιωμένων γυναικών, όπως, π.χ., η τεστοστερόνη, με αποτέλεσμα να μειώνεται δραματικά κάθε επιθυμία για σεξ. Τα ανδρογόνα θεωρούνται εσφαλμένα ως αποκλειστικά ανδρικές ορμόνες, ενώ παράγονται φυσιολογικά και από το γυναικείο σώμα (από τα επινεφρίδια και τις ωοθήκες) και μάλιστα η συγκέντρωσή τους στο σώμα παίζει αποφασιστικό ρόλο στη δημιουργία της γυναικείας λίμπιντο. Η κατακόρυφη πτώση της σεξουαλικής επιθυμίας των γυναικών μετά την εμμηνόπαυση είναι βέβαιο ότι συνδέεται άμεσα με τη μειωμένη παραγωγή τεστοστερόνης, οπότε με την κατάλληλη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης όλες οι γυναίκες που το επιθυμούν μπορούν σήμερα να ανακτήσουν μια σχεδόν νεανική σεξουαλική σφριγηλότητα.
Πέρα όμως από τις πρωτοφανείς σήμερα δυνατότητες ιατρικής ή φαρμακευτικής αποκατάστασης των σεξουαλικών δυσλειτουργιών που επιφέρει η φυσιολογική γήρανση των σωμάτων, θα πρέπει να επιμείνουμε στον πρωταρχικό ρόλο που παίζει η ψυχολογική διάθεση των υπέργηρων εραστών.
Θεωρητικά η μετα-αναπαραγωγική ζωή ενός ηλικιωμένου ζευγαριού θα έπρεπε να είναι σχεδόν τέλεια: χωρίς την καθημερινή αγωνία της επιτυχίας στην εργασία, έχοντας ξεμπερδέψει με την ανατροφή των παιδιών και έχοντας αμοιβαία αποδεχτεί τα όρια και τις δυνατότητες του συντρόφου τους, οι υπερήλικοι εραστές θα έπρεπε δικαίως να απολαμβάνουν την πλήρη ερωτική αρμονία. Αυτά στη θεωρία. Στην πράξη τα περισσότερα ηλικιωμένα ζευγάρια -ακόμη και αυτά που δεν έχουν ούτε σοβαρά προβλήματα υγείας ούτε οικονομικά προβλήματα- εξακολουθούν να ζουν μια ανικανοποίητη σεξουαλικά και απολύτως αποξηραμένη συναισθηματικά ζωή. Μήπως εν τέλει λίγο καλό σεξ θα είχε τη δύναμη να υπενθυμίσει στα «υπερήφανα γηρατειά» τις από χρόνια λησμονημένες χαρές της ζωής, να τους φορτίσει συναισθηματικά ώστε να αντιμετωπίζουν με αισιοδοξία τις αντικειμενικές δυσκολίες της τρίτης ηλικίας; Αν, όπως όλοι παραδέχονται, ο έρωτας είναι η ενεργειακή μηχανή που μας επιτρέπει να αντέχουμε τις δυσκολίες της ζωής, τότε οι ηλικιωμένοι που μπορούν ακόμη να απολαμβάνουν τους αναζωογονητικούς του καρπούς θα έπρεπε, αντί να επικρίνονται για την «ελαφρότητά» τους, μάλλον να επιδοκιμάζονται από τους στενούς συγγενείς και τπν ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου